Η αναγκαστική προσαρμογή, η οποία επιβάλλεται από την ένταση της οικονομικής κρίσης, οδηγεί στην εκτίμηση ότι το 2012 η συνολική δαπάνη για την Υγεία πρόκειται να διαμορφωθεί στο επίπεδο του 6,4% του ΑΕΠ από το 9,7% του 2009.
Η μείωση της υγειονομικής δαπάνης έχει ως επίπτωση τη μη διασφάλιση επαρκούς ποσότητας υπηρεσιών ιατρικής περίθαλψης.
Η απάντηση στο πρόβλημα αυτό είναι η αναδιάρθρωση του υγειονομικού τομέα και κυρίως η υποκατάσταση των υπηρεσιών της δαπανηρής νοσοκομειακής ιατρικής με την ενίσχυση και μεταφορά πόρων στις υπηρεσίες δημόσιας υγείας και πρωτοβάθμιας περίθαλψης.
Η «ολική επαναφορά στη Διακήρυξη της Aλμα-Aτα» του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας συνιστά μια εφικτή και δίκαιη απάντηση ώστε να δοθούν λυσιτελείς απαντήσεις στις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην Υγεία και στην ιατρική περίθαλψη.
Είναι γνωστό ότι το φάρμακο είναι συμπληρωματικό αγαθό της πρωτοβάθμιας φροντίδας και υποκατάστατο της νοσοκομειακής περίθαλψης και αποτελεί τη βασική τεχνολογία της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, δεδομένου ότι έχει μικρό κόστος σε σχέση με τις τεχνολογίες τις οποίες υποκαθιστά, διασφαλισμένη ποιότητα και είναι εύχρηστο και προσιτό στο σύνολο του πληθυσμού.
Η χώρα μας είναι παραγωγός φαρμάκων (γενοσήμων) υψηλής αξίας με σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα και αντίστοιχη συμβολή στο εθνικό προϊόν, στην απασχόληση και στην αναπτυξιακή διαδικασία.
Αναμφιβόλως τα γενόσημα φάρμακα στις ανεπτυγμένες χώρες είναι ασφαλή και υψηλής θεραπευτικής και ισοδύναμης ως προς τα πρωτότυπα θεραπευτικής αξίας, δεδομένου ότι υφίστανται μια σειρά ελέγχων από αξιόπιστους οργανισμούς. Για τον λόγο αυτόν συνιστούν το βασικό θεραπευτικό «όπλο» στην κλινική πρακτική της πρωτοβάθμιας περίθαλψης.
Στη χώρα μας τα φαρμακευτικά προϊόντα έχουν σχετικά χαμηλές τιμές και όγκο κατανάλωσης υψηλό αλλά μη υπερβολικό, εμφανίζουν ωστόσο φρενήρη ρυθμό υποκατάστασης από αντίστοιχα καινοτομικά και ακόμη χαμηλά ποσοστά συνασφάλισης. Το φαινόμενο αυτό ερμηνεύει σε σημαντικό βαθμό την παρατηρούμενη εκτροπή της φαρμακευτικής δαπάνης.
Η πολιτική απάντηση βρίσκεται στον επαναπροσδιορισμό της κάλυψης με ασφαλιστικές τιμές αναφοράς με βάση την άριστη σχέση κόστους – αποτελεσματικότητας, ώστε να τηρούνται τα κριτήρια της ισότητας και της αποτελεσματικότητας, και την εισαγωγή ποσοστών συνασφάλισης για τις αποκλίσεις από αυτόν τον κανόνα, ώστε να τηρούνται το κριτήριο της αποδοτικότητας και ο σεβασμός των προτιμήσεων των χρηστών.
Υπό το πρίσμα αυτό η προτίμηση των (έγκυρων και αξιόπιστων) γενόσημων φαρμάκων συνιστά, ιδιαίτερα για τα χρόνια νοσήματα, πράξη πρώτης επιλογής, επειδή προάγει την αποδοτική χρήση των πόρων και δίνει τη δυνατότητα εισαγωγής της καινοτομίας (ύστερα από αξιολόγηση) φαρμακευτικών προϊόντων υψηλού κόστους αλλά αναγκαίων για τη θεραπευτική ιατρική.
Ακόμη, η εισαγωγή του κανόνα της δίκαιης κατανομής των βαρών και της ενίσχυσης της εσωτερικής αλληλεγγύης επιβάλλει οι πολιτικές συνασφάλισης να βασίζονται στην αρχή της συμμετοχής ανάλογα με το εισόδημα και αντιστρόφως ανάλογα της ανάγκης.

Ο κ. Γιάννης Κυριόπουλος είναι καθηγητής Οικονομικών της Υγείας, κοσμήτωρ της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ