Κάποτε όλοι έκαναν λόγο για αειφόρο ανάπτυξη. Τώρα πια όχι. Η μεταστροφή είναι εντυπωσιακή, ιδίως στην Ευρώπη. Μπορεί βέβαια να εξακολουθεί να υπάρχει απόλυτη προσήλωση στην ιδέα της αειφορίας, αλλά η αειφόρος ανάπτυξη μετατράπηκε σε αέναη… λιτότητα! Σιδηρά και συνταγματικά κλειδωμένη δημοσιονομική πειθαρχία, χαμηλότεροι μισθοί, λιγότερες κοινωνικές δαπάνες, σφιχτή νομισματική πολιτική. Μέρκελ και Σόιμπλε τονίζουν με νόημα ότι μπορεί στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς της κρίσης ο δρόμος της δημοσιονομικής εξυγίανσης να είναι εξαιρετικά επώδυνος και να απαιτήσει πολύ-πολύ χρόνο (πιθανώς δεκαετίες), είναι όμως αναγκαίος και πρέπει να τον διαβούν αδιαμαρτύρητα όλες οι χώρες. Σαν ιεροκήρυκες του μακρινού παρελθόντος καλούν τους λαούς της Ευρώπης να ξεχάσουν το παλιό βιοτικό τους επίπεδο και να υιοθετήσουν έναν λιτό και ασκητικό τρόπο ζωής, προσαρμοσμένο στα νέα δεδομένα που δημιούργησε η ύφεση. Η κρίση θεωρείται θεόσταλτη, διότι υποτίθεται ότι τιμωρεί τους σπάταλους και πολυτελώς διαβιούντες και τους υποχρεώνει να κάνουν μια νέα, υγιέστερη αρχή. Αλλά οι γερμανοί ηθικολόγοι είναι εκδήλως ανήθικοι, αφού ενοχοποιούν τα θύματα, ενώ διατηρούν στο απυρόβλητο τους βεβαιωμένους θύτες της διεθνούς χρηματοοικονομικής ολιγαρχίας.
Αλλά και ως ιδεολόγοι είναι προφανώς ανίδεοι. Η συνταγή λιτότητας εν μέσω ύφεσης οδηγεί και πάλι στα γνωστά: επιδείνωση της ύφεσης, αύξηση της ανεργίας, αύξηση του χρέους. Ζωντανό παράδειγμα η Ελλάδα, που βλέπει να πλανάται απειλητικά στον εναέριο χώρο της το φάντασμα του Ιρβινγκ Φίσερ, του κορυφαίου αμερικανού οικονομολόγου την εποχή της Μεγάλης Υφεσης.

Υστερα από ογδόντα χρόνια, η θεωρία του αποπληθωρισμού χρέους γίνεται και πάλι διάσημη χάρη στην ανεκδιήγητη πολιτική της τρόικας. Ο Φίσερ ήταν εξαιρετικά ευφυής αλλά και πολύ σαφής όταν αποκάλυπτε «το μεγάλο παράδοξο», «το κύριο μυστικό των μεγάλων υφέσεων»: «όσο περισσότερα πληρώνουν οι οφειλέτες, τόσο περισσότερα χρωστούν», «η ίδια η προσπάθεια των ατόμων να ελαφρύνουν το φορτίο του χρέους αυξάνει το φορτίο αυτό». Το ίδιο ακριβώς παράδοξο παρατηρούμε και στην πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης.

Οσο περισσότερο μειώνονται οι μισθοί για να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί, τόσο περισσότερο αυξάνεται το πραγματικό χρέος. Αρα το θέμα δεν είναι ότι δεν εφαρμόζουμε σωστά την πολιτική. Απλώς η πολιτική δεν είναι σωστή. Οσο πιο πιστά την εφαρμόζουμε, τόσο χειρότερα αποτελέσματα έχουμε. Για τους πιστωτές όμως αποτελεί ευτύχημα, επειδή αυξάνει την αξία των χρημάτων τους και τους επιτρέπει να αγοράσουν πολύ φθηνά οτιδήποτε απαξιώνεται (ανθρώπους, επιχειρήσεις, κτίρια, γη).

Ο όρος «λιτός καπιταλισμός» αποτελεί contradictio in adjecto. Μπορεί η προτεσταντική ηθική της λιτότητας και της εγκράτειας να έπαιξε θετικό ρόλο την εποχή του Μαξ Βέμπερ και της Βιομηχανικής Επανάστασης. Με την έλευση όμως του 20ού αιώνα ο καπιταλισμός μετεξελίχθηκε σ’ ένα σύστημα μαζικής παραγωγής και μαζικής κατανάλωσης. Η λιτότητα παραχώρησε τη θέση της στον καταναλωτισμό, που έγινε η νέα θρησκεία, ο νέος κινητήριος μοχλός του οικονομικού συστήματος.

Τυχόν επιστροφή σε πρότυπα λιτής κατανάλωσης του 19ου αιώνα συνιστά επικίνδυνο αναχρονισμό που δεν συμβιβάζεται με τη λογική και τις ανάγκες του σύγχρονου καπιταλισμού. Η λιτότητα μακράς διαρκείας απέδωσε καρπούς στην περίπτωση της Γερμανίας επειδή η χώρα αυτή στηρίζεται στις εξαγωγές και όχι στην εσωτερική αγορά. Αν όμως όλες οι πλούσιες χώρες ακολουθούσαν το παράδειγμά της, τότε θα στέρευε η παγκόσμια ζήτηση και θα υφίστατο τις οδυνηρές συνέπειες και η Γερμανία.

Γιατί λοιπόν εμμένουν στο νέο δόγμα οι Γερμανοί; Δεν βλέπουν ότι είναι καταστροφικό για τις χώρες της περιφέρειας; Προφανώς και το βλέπουν, αλλά αυτός ακριβώς είναι ο στόχος τους. Να μετατρέψουν την ευρωπαϊκή περιφέρεια σε μια ζώνη χαμηλών μισθών που θα αποτελέσει πλατφόρμα εξαγωγών για τις γερμανικές πολυεθνικές. Δεν προσβλέπουν πια στις χώρες αυτές ως πελάτες, επειδή έχουν εξαντληθεί από την ύφεση. Αντίθετα, το ενδιαφέρον τους στρέφεται προς τη δυναμική Ασία, εκεί όπου φαίνεται να μετατοπίζεται το οικονομικό κέντρο βάρους του πλανήτη.

Εδώ και πολύ καιρό η Γερμανία ακολουθεί μια επεκτατική εθνική στρατηγική, μια νέα Οστπολιτίκ (άρρητη μεν, σαφή δε), που προσπαθεί να υποτάξει την περιφέρεια της Ευρώπης για να την καταστήσει ορμητήριο προς τις αγορές της Ασίας. Εχει αναπτύξει προνομιακές σχέσεις με τη Ρωσία για την εξασφάλιση ενέργειας. Εχει μετατρέψει τις ανατολικές χώρες της διεύρυνσης του 2004 σε φθηνό παραγωγικό εργαστήρι για τις επιχειρήσεις της. Και το σπουδαιότερο, εφοδιάζει την Κίνα με κεφαλαιουχικό εξοπλισμό και τους κινέζους νεόπλουτους με αγαθά επιδεικτικής κατανάλωσης (κυρίως πολυτελή αυτοκίνητα). Αν η μισή καρδιά της Γερμανίας βρίσκεται στις Βρυξέλλες, η άλλη μισή στην Κίνα βρίσκεται…

Ο κ. Γιώργος Δουράκης είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ