Eίκοσι χρόνια πριν, ανήμερα Χριστούγεννα του 1991, έγινε στο Κρεμλίνο η υποστολή της ερυθράς σημαίας της τότε αποβιώσασας «Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών» (ΕΣΣΔ) με το χρυσοκίτρινο σφυροδρέπανο και το αστέρι, σύμβολα μιας αποδεδειγμένα αποτυχημένης ουτοπίας ενώ κατόπιν ακολούθησε η έπαρση της τρίχρωμης σημαίας με το μπλε, άσπρο, κόκκινο, εν μέσω χειροκροτημάτων. Τα δύο πρώτα χρώματα αποκαθιστούσαν, εμβληματικά την καθεστηκυία αντι-κομουνιστική τάξη, ιδιαίτερα το μπλε με τη σαφή αναφορά στην γαλαζοαίματη αριστοκρατία τσαρικής προέλευσης. Η ΕΣΣΣΔ είχε κι αυτή βιώσει σχεδόν επτά δεκαετίες αυτοκρατορικού μεγαλείου και με την προηγμένη για κείνη την εποχή τεχνολογία της (μέσα του 20ού αιώνα) είχε κατορθώσει να ταξιδέψει στην τροχιά του διαστήματος προκαλώντας τον παγκόσμιο σεβασμό και θαυμασμό, όπως είχε κάνε λίγα χρόνια πριν στον Πατριωτικό Πόλεμο με την ανδρεία της και τις μεγάλες θυσίες σε ανθρώπινες ζωές, καθώς και την τεράστια συμβολή της στη συντριβή του ναζισμού που την έκανε εξαιρετικά συμπαθή σε όλη την Ευρώπη αλλά και τις ΗΠΑ.

Όμως ο σοβιετικός λαός είχε ήδη υποστεί τα πάνδεινα και προ της έκρηξης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με τους λιμούς που είχαν προκαλέσει πρώτα ο Λένιν (εν μέρει) και έπειτα ο Στάλιν, πουλώντας όλα τα σιτηρά για να αγοράσει τα απαιτούμενα για την εκβιομηχάνιση της χώρας παραφερνάλια: εξοπλισμό για την ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας και βιομηχανίας όπλων, που ήταν το κύριο μέλημα των Μπολσεβίκων, γενικά και του Στάλιν, ιδιαίτερα, βασική προϋπόθεση για τον μετασχηματισμό της αγροτικής Ρωσίας και ολόκληρης την ΕΣΣΔ σε μια βιομηχανική υπερδύναμη. Ομως η ίδια υπερδύναμη το 1991 καθόλου απρόοπτα διαλύθηκε εις τα εξ ων συνετέθη και «κατέληξε», παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις των σοβιετολόγων, που πρόβλεψαν-με κάποιες εξαιρέσεις- μακροζωία για την ΕΣΣΔ, την αχανή σε έκταση χώρα που δεν γνώρισε ποτέ δημοκρατία, της επιβλήθηκε ένα τυραννικό καθεστώς καταστολής και απόλυτου γραφειοκρατισμού, όπου οι πολίτες δεν μπορούσαν να αρθρώσουν αντιρρητικό λόγο. Η κοινωνία της «δημοκρατικής» δικτατορίας του προλεταριάτου μεταλλάχτηκε σε μία κοινωνία μαζικής καταστολής όπως όλες των ολοκληρωτικών καθεστώτων.

Τα κύρια, βεβαίως, αίτια τελευτής του βίου της ΕΣΣΔ ήταν η σαθρή οικονομία της που δεν άντεξε στην ιλιγγιώδη κούρσα των εξοπλισμών, όπου την παρέσυραν ευφυώς οι πάντα οικονομικά εύρωστες ΗΠΑ καθώς και η αδυναμία της να «παρακολουθήσει» τις ραγδαίες εξελίξεις της τεχνολογίας τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, ιδιαίτερα μάλιστα αυτές των ηλεκτρονικών υπολογιστών, σε σημείο που να έχουν ελλιπέστατη πρόσβαση στην πληροφορία, αλλά και η μοναξιά της, όταν οι πρώην δορυφόροι –ιδίως η βιομηχανικά προηγμένη Ανατ. Γερμανία- είχαν ήδη πάρει την άγουσα προς την ανεξαρτησία και την πλήρη εξάρτηση από την ελεύθερη αγορά, ενώ η λέξη «κομουνισμός», ωσάν λέξη ταμπού, διαγράφηκε από τα λεξιλόγιά των πρώην δορυφόρων της. Η βιομηχανία της ΕΣΣΔ παρήγε χαμηλής ποιότητας προϊόντα (ποσότητα εις βάρος της ποιότητας) και σε μία εποχή υπερκαταναλωτισμού, δεν άντεχε στον ανταγωνισμό άλλων χωρών της Ευρώπης, Αμερικής και Ασίας που τα προϊόντα τους υπερείχαν ποιοτικά. Λίγο δε προ της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ, ο τελευταίος πρόεδρός της Μιχαήλ Γκορμπατσόφ συναντούσε στους δρόμους τις νοικοκυρές που έδειχναν απελπισμένες τις άδειες βιτρίνες των καταστημάτων πώλησης καταναλωτικών αγαθών. Αλλά το οικονομικό σύστημα κεντρικού σχεδιασμού, παρά τις αποτυχίες του διατηρήθηκε επί έξι δεκαετίες και κάποια στοιχεία του επέζησαν ακόμα και μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση

Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 ανήκει στα συγκλονιστικά συμβάντα που άλλαξαν την πορεία του κόσμου αλλά υπήρξε και ένα μεμονωμένο και πρωτόγνωρο φαινόμενο πλήρους κατάληψης της εξουσίας από το λαό που συνέβη μέσα στον ασφυκτικό καπιταλιστικό κλοιό του 1917 συνιστώντας μια εν δυνάμει απειλή για τον τότε πανίσχυρο καπιταλισμό ( η ισχύς του κλονίσθηκε δώδεκα χρόνια αργότερα με το μεγάλο κράχ του 1929) γιατί απειλούσε να διαταράξει την αρμονία σχέσεων και την ειρηνική συνύπαρξη της απόλυτης φτώχειας και εξαθλίωσης με τον απόλυτο πλούτο και την ευμάρεια του ευρισκόμενου σε πλήρη άνθηση καπιταλισμού την πρώτη 20ετία του περασμένου αιώνα. Για την τελική επικράτησή τους όμως οι κομουνιστές (πρώτα «Μπολσεβίκοι», κατ’ αντιδιαστολή προς τους «Μενσεβίκους», την φιλελεύθερης απόκλισης μειοψηφία) χρειάστηκε να περάσουν από τα καβδιανά δίκρανα παρά το γεγονός ότι η συμβολική κατάληψη των χειμερινών ανακτόρων έγινε κάτω από μάλλον ευνοϊκές συγκυρίες, χάρη μάλιστα στους ευφυείς χειρισμούς τους, την καλή οργάνωσή τους αλλά και τη χαώδη κατάσταση εξαιτίας της προηγηθείσας Επανάστασης του Φεβρουαρίου που εκθρόνισε τον Τσάρο, Νικόλαο Β΄ και εγκατέστησε στην εξουσία την μεταβατική κυβέρνηση του «Σοσιαλιστή Επαναστάτη» Αλέξανδρου Κερένσκι που δεν τον ήθελαν ούτε οι μοναρχικοί, αφού δεν υπήρχε πλέον Τσάρος, ούτε οι Μπολσεβίκοι που έβλεπαν με υποψία το περίεργο φλερτ Κερένσκι με τον τσαρικό στρατάρχη Κορνίλοφ, όπου αμφότεροι είχαν ταχθεί κατά των Μπολσεβίκων, ο δε Κορνίλοφ σχεδίασε επιβολή δικτατορίας, πανικοβάλλοντας τον Ρώσο πρωθυπουργό που αναγκάσθηκε να ζητήσει τη βοήθεια των Μπολσεβίκων για να σωθεί η Αγ. Πετρούπολη.

Μεγάλος Πόλεμος και Συνθήκη Μπρεστ Λιτόφσκ

Το Κύριο εμπόδιο στην απρόσκοπτη εξέλιξη της επανάστασης ήταν ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, μεταξύ Κεντρικών Δυνάμεων (κυρίως Γερμανία- Αυστρο-Ουγγαρία) και Αντάντ (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία και κατόπιν και Ιταλία) όπου οι Γερμανοί με τον άρτιο στρατό τους, νικούσαν συνεχώς τις ρωσικές δυνάμεις με τον ελλιπή εξοπλισμό και το πεσμένο ηθικό. Ηδη από τον Αύγουστο του 1914 οι Ρώσοι είχαν υποστεί πανωλεθρία στη μάχη του Τάνενμπεργκ. Αλλά ακόμη και ο ανίκανος Κερένσκι επέμενε να συνεχίζει τον πόλεμο κατά των Γερμανών υφιστάμενος επάλληλες ήττες στο μικρό διάστημα που διακυβέρνησε τη Ρωσία. Ο Λένιν όμως ήξερε ότι η επανάσταση δεν θα είχε μέλλον εάν δεν διασφαλιζόταν ειρήνη με τη Γερμανία πάση θυσία. Ηλπιζε μάλιστα ότι θα ήταν έτοιμη και η ίδια για κομουνιστική εξέγερση, αλλά όταν όντως αυτό συνέβη (1919-23) οι κομουνιστές- σπαρτακιστές υπέστησαν οδυνηρή ήττα και οι Ρώσοι Μπολσεβίκοι ένιωσαν βαθιά απογοήτευση που μια τόσο προηγμένη βιομηχανικά χώρα δεν κατόρθωσε να προσχωρήσει στην Επανάσταση.

Η Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ, που υπεγράφη τελικά στις 3/3/1918 ύστερα από περιπέτειες έγινε όντως με πάσα θυσία αφού υπήρξε ταπεινωτική για τη Ρωσία που παρεχώρησε στη Γερμανία το ¼ των εδαφών της, απώλεσε το 1/3 του πληθυσμού της και κατέβαλε πολεμική αποζημίωση 6 εκατομμυρίων χρυσών μάρκων. Ομως η έξοδος της Ρωσίας από τον Μεγάλο Πόλεμο εξόργισε τους συμμάχους της Αντάντ αλλά προσέβαλε και το γόητρο του ρωσικού λαού, ιδιαίτερα κάποιων επιφανών στελεχών του κόμματος που θεώρησαν προδοσία την αποδοχή από μέρους της ηγεσίας των όρων μιας τόσο εξευτελιστικά ταπεινωτικής συνθήκης. Ένα μέρος των απολεσθέντων εδαφών, βέβαια, ανακτήθηκαν το 1939 με την άλλη επονείδιστη «Συνθήκη μη Επιθέσεως» των Φον Ρίμπεντροπ-Μολότοφ, ΥΠ.ΕΞ Γερμανίας και ΕΣΣΔ, αντίστοιχα που συμπεριέλαβε και οικονομική συμφωνία Τότε τους συνέδεσε ένας κοινός σκοπός: η κατάκτηση και η «δίκαιη» μοιρασιά της Πολωνίας, Βαλτικής και Φινλανδίας. Για τούτο με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Γερμανία και η ΕΣΣΔ ήταν δύο εξαίρετοι φίλοι, ο δε Χίτλερ στην επέτειο της συμπλήρωσης εξήντα ετών του Στάλιν το 1939 του έστειλε συγχαρητήριο τηλεγράφημα αποκαλώντας τον «Φύρερ της Ανατολής», ίσως για να του υπενθυμίσει ότι δεν έπρεπε να έχει βλέψεις στη «δική του» Δύση.

Ο Ρωσικός εμφύλιος, η Ανταρσία της Κρονστάνδης

Η εγκαθίδρυση κομουνιστικού καθεστώτος αποτελούσε κάρφον στον οφθαλμό για ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο που έβλεπε να δημιουργείται ένα κάκιστο προηγούμενο για αυτό και δεν έχασαν την ευκαιρία να επιτεθούν στην Ρωσία πολλές χώρες συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Ιαπωνίας, της Ελλάδας, της Γερμανίας και άλλων-δέκα τεσσάρων συνολικά χωρών- κατόπιν έκκλησης βοήθειας από τους Λευκορώσους. Παρά τις περιπέτειες και τους κινδύνους που διέτρεξε το νεοπαγές καθεστώς, ο εμφύλιος απέβη νικηφόρος για τους Μπολσεβίκους χάρη στην εμπνευσμένη ηγεσία του Κομισάριου Πολέμου Λέον Τρότσκι, την αυταπάρνηση και τον ηρωισμό του ρώσικου λαού που άλλωστε διέβλεπε ότι μια νίκη των Λευκών θα σήμαινε επιστροφή των γαιών στους πάμπλουτους γαιοκτήμονες, ενώ οι Μπολσεβίκοι και τα σοβιέτ, τα πρώτα δημοκρατικά εκλεγμένα συμβούλια εργατών, αγροτών και στρατιωτών, που ιδρύθηκαν το 1905, απέδιδαν τη γη σε ακτήμονες θέτοντας τα θεμέλια δημιουργίας ενός αληθινού σοσιαλιστικού κράτους δικαίου.

Ηδη όμως είχαν αρχίσει να διαφαίνονται τα πρώτα σύννεφα στον επαναστατικό ορίζοντα, όταν έγινε δεκτό το παλλαϊκό αίτημα σχηματισμού Συντακτικής Συνέλευσης. Το αποτέλεσμα των εκλογών που διεξήχθησαν το Νοέμβρη 1917 διέψευσε κάθε προσδοκία των Μπολσεβίκων για εκλογικό θρίαμβο αφού έλαβαν μόνο το 23,5% και 168 έδρες, έναντι του 41% και των 380 εδρών που κέρδισε το ιστορικό «Κόμμα Σοσιαλιστών Επαναστατών», ένα μέρος του οποίου είχε μάλιστα αποσχιστεί από το κόμμα συγκροτώντας τους «Αριστερούς Σοσιαλιστές Επαναστάτες» που συμπαρατάχθηκαν με τους Μπολσεβίκους. Σε ελάχιστο χρόνο όμως ο Λένιν διέλυσε τη Βουλή ετσιθελικά με το δικαιολογητικό ότι τα αποτελέσματα δεν ανταποκρινόντουσαν στην πραγματικότητα, αφού οι εκλογικοί κατάλογοι ήταν παλιοί και δε λάβαιναν υπόψη το σχίσμα ανάμεσα στο Κόμμα των Σοσιαλιστών Επαναστατών και αυτό των Αριστερών Σοσιαλιστών Επαναστατών.

Ωστόσο η αυθαίρετη διάλυση της Βουλής απέδειξε τις εγγενείς δυσχέρειες εκδημοκρατισμού της Ρωσίας καθώς και την αυταρχική ιδιοσυγκρασία του Λένιν με την έντονη δυσανεξία προς οιαδήποτε μορφή δημοκρατίας. Αλλά η διάλυση της Βουλής με τη δικαιολογία τού: «Ολη η εξουσία στα Σοβιέτ» υπονοούσε εμμέσως πλην σαφώς το: όλη η εξουσία στο Κομουνιστικό Κόμμα αφού τα σοβιέτ, όπως απέδειξε η εξέγερση της Κρονστάνδης κατά τη γνώμη των Μπολσεβίκων στερούντο κατά τον Λένιν «επαναστατικής συνείδησης» παρά το γεγονός ότι πήραν μέρος σε δύο τουλάχιστον επαναστάσεις!

Το ολοκληρωτικό καθεστώς που επέβαλε ο Λένιν διέψευσε τις ελπίδες των λαών που προσδοκούσαν μια κοινοβουλευτική δημοκρατία και όχι ένα καθεστώς που καθίστατο οιονεί συνέχεια της τσαρικής τυραννίας και όπου η κομουνιστική μυστική αστυνομία CHEKA ξεπερνούσε σε βαναυσότητα την αντίστοιχη τσαρική αστυνομία ΟΧΡΑΝΑ. Η προαναφερθείσα «Ανταρσία της Κρονστάνδης», της νήσου-ναυτικής βάσης στο Φινλανδικό Κόλπο κοντά στην Πετρούπολη, ξέσπασε λόγω της δικτατορικής πολιτικής του Λένιν και της παρουσίας της CHEKA. Οι αντάρτες ναύτες της Κρονστάνδης απαιτούσαν «Σοβιέτ χωρίς Μπολσεβίκους»,(1 Μάρτη,1921), και αυτό γιατί υπήρχαν εκεί-εκτός από τους Μπολσεβίκους και Αναρχιστές (μαχητές της Οκτωβριανής Επανάστασης) καθώς και Αριστεροί Σοσιαλιστές Επαναστάτες. Οι δύο τελευταίοι, ήταν κάθετοι ενάντια στη δικτατορία του προλεταριάτου αλλά και ενάντιοι στο λεγόμενο «πολεμικό κομουνισμό», ένα «οικονομικό σύστημα» που αποτελούσε συνδυασμό σκληρών έκτακτων μέτρων, όπως η κολεκτιβοποίηση των αγρών και σοσιαλιστικού δογματισμού που συνίστατο σε εθνικοποίηση των πάντων από τις τράπεζες μέχρι τη γη. Ο Λένιν επιχείρησε να εφαρμόσει το σύστημα αντιπραγματισμού καταργώντας το χρήμα αλλά προκάλεσε τη ραγδαία άνοδο του πληθωρισμού. Ο εργατικός πληθυσμός μειώθηκε κατά 50% γιατί όλοι κατέφευγαν στην ύπαιθρο ώστε να μπορέσουν να καλλιεργήσουν τη γη και να χορτάσουν ψωμί.

Η ΝΕΠ ως συνέπεια της Κρονστάνδης

Η βίαιη καταστολή της εξέγερσης της Κρονστάνδης από τους Τρότσκι-Τουχατσέφσκι (ο πρώτος δεν συμμετέσχε αλλά έκρινε τη βίαιη καταστολή αναγκαία) με την εξόντωση των 2.500 επαναστατών αλλά και με τις ακόμα μεγαλύτερες απώλειες των Μπολσεβίκων καθώς και η αντιδημοκρατική διάλυση της Συντακτικής Συνέλευσης από τον Λένιν προκάλεσαν μεγάλη απογοήτευση στους σοσιαλιστές όλου του κόσμου, αφού κατέδειξαν πως επρόκειτο για ένα απολυταρχικό καθεστώς, τυραννικό μάλλον παρά στοιχειωδώς δημοκρατικό, όπως εκείνοι προσδοκούσαν. Αφετέρου, «ο πολεμικός κομουνισμός» είχε οδηγήσει τη χώρα οικονομικά στο χείλος του γκρεμού. Ο Λένιν διέβλεψε τον κίνδυνο κατάρρευσης του Μπολσεβικικού καθεστώτος και για λόγους επιβίωσης προέβη σε στοχαστική αναδίπλωση με έναν οιονεί προσωρινό συμβιβασμό με το καπιταλιστικό σύστημα, ενθαρρύνοντας την ιδιωτική πρωτοβουλία και μία υποτυπώδη ελεύθερη αγορά για να ανασάνει η οικονομία. Αυτή ήταν η νέα οικονομική πολιτική (ΝΕΠ) που πρόσφερε προσωρινή ανακούφιση στο χειμαζόμενο ρωσικό λαό αλλά και συνεπέφερε επικρίσεις από μέρους των οπαδών του «πολεμικού κομουνισμού» , αφού εξαιτίας της ΝΕΠ παρεισέφρησαν στον κρατικό μηχανισμό εξω-επαναστατικά-αντικομουνιστικά στοιχεία υπονομεύοντας εκ των έσω την επανάσταση.

Η αναβίωση της τσαρικής γραφειοκρατίας

Οι Μαρξ και Ένγκελς είχαν πλήρη επίγνωση των κινδύνων που θα ελλόχευαν σε ένα κράτος εργατών για τούτο και πρότειναν μεθόδους πρόληψης ή, καταπολέμησής τους. Βάσει των εμπειριών τους από την Παρισινή Κομούνα του 1871 έγραφαν ότι: «… για να μην ξαναχάσουμε… η εργατική τάξη οφείλει να αυτοπροστατευθεί από τους αξιωματούχους της θέτοντας όρο απαράβατο την ανά πάσα στιγμή ανάκλησή τους».(Ο,τι έπραξαν και οι Αναρχιστές στην Καταλονία στον Εμφύλιο της Ισπανίας).

Το Φεβρουάριο του 1917 το Κόμμα των Μπολσεβίκων αριθμούσε μόλις 8 χιλιάδες μέλη. Όταν ο εμφύλιος βρισκόταν σε έξαρση το κόμμα ενεθάρρυνε τη εγγραφή νέων ομελών και ο αριθμός αυξήθηκε σε 200 χιλιάδες Στο τέλος του εμφυλίου ο αριθμός των μελών τριπλασιάστηκε γιατί παρεισέφρησαν αστοί καριερίστες, πρώην αξιωματούχοι της τσαρικής Ρωσίας, πρώην αντικομουνιστές από άλλα κόμματα που έκαναν ότι μπορούσαν για να αλλοιωθεί ο χαρακτήρας ενός κόμματος εργατών-αγροτών και στρατιωτών. Το κόμμα είχε πλέον 5 εκατομμύρια 880 χιλιάδες μέλη, ενώ ο Λένιν, ανίκανος πλέον να αντιδράσει, λόγω της ασθένειάς του ομολογούσε απογοητευμένος: «Πετάξαμε έξω όλους τους παλιούς γραφειοκράτες και αυτοί ξαναγύρισαν»! Αναμφισβήτητα ο σοσιαλισμός διαβρώθηκε από τους επανακάμψαντες γραφειοκράτες, ποιος όμως τους έδωσε δικαίωμα εισόδου;

Ιδρυση Ιδρυση ΕΣΣΔ και η τρόικα του Στάλιν

Σε μια εποχή που το κράτος-έθνος είχε πλέον καθιερωθεί ως ένα νέο και δημοκρατικότερο πολιτικό «Modus Vivendi», η ΕΣΣΔ αποτέλεσε τη λαμπρή εξαίρεση ως μία νεοϊδρυμένη πολυεθνική αυτοκρατορία, (1922) όταν οι άλλες πολυεθνικές αυτοκρατορίες (Οθωμανική, Αψβούργοι, Ρομανόφ) είχαν ήδη αποσυντεθεί. Αλλά στις αρχές του εμφύλιου (1918) η Ρωσία είχε σχεδόν διαλυθεί με τον εμπορικό αποκλεισμό που της επέβαλαν και το Λευκορώσο -μπολσεβικοφάγο στρατηγό Ντενίκιν να ελέγχει μεγάλες περιοχές, ενώ η Ουκρανία, το Αζερμπαϊτζάν και η Γεωργία προσπαθούσαν να σχηματίσουν τις δικές τους εθνικές κυβερνήσεις. Όταν όμως οι Μπολσεβίκοι κέρδισαν τελικά τον εμφύλιο, ανέκτησαν τις περιβάλλουσες τη Ρωσία χώρες: Ουκρανία (συνεννόηση με το τοπικό σοσιαλιστικό κόμμα «Μποροτμπίστς»), Αρμενία και Γεωργία. Το ανερχόμενο αστέρι Ιωσήφ Στάλιν που άρχισε να γίνεται παγκοσμίως γνωστός μόλις το 1924, θα πει, αναγγέλλοντας την αρχική ένωση Ρωσίας, Ουκρανίας, Λευκορωσίας και Υπερκαυκασίας : «Ας ελπίσουμε, σύντροφοι, ότι με την ένωση δημοκρατιών σχηματίζουμε έναν ασφαλή προμαχώνα ενάντια στο διεθνή καπιταλισμό και ότι η νέα ένωση θα είναι άλλο ένα αποφασιστικό βήμα προς την ένωση των εργαζόμενων όλου του κόσμου σε μία Παγκόσμια Σοβιετική Ενωση» (10ο Πανρωσική Διάσκεψη, Μόσχα 23-27 Δεκέμβρίου). Λίγο αργότερα όμως, πικραμένος από την αποτυχία της γερμανικής επανάστασης θα γίνει διαπρύσιος κήρυκας και φανατικός υπέρμαχος του δόγματος «σοσιαλισμός σε μία χώρα»! Αλλά και ο Λένιν όταν συνήλθε από το πρώτο εγκεφαλικό θα μιλήσει για «εθελοντική ένωση, μία ένωση που αποκλείει κάθε είδους καταναγκασμό ενός έθνους από ένα άλλο», ξεχνώντας ότι «ο πολεμικός κομουνισμός» με το δογματισμό του και η σκληρότητα του ιδίου του Λένιν είχαν οδηγήσει τη χώρα στο χάος προκαλώντας και τον πρώτο λιμό («povolzhye») το 1921.

Το 1924 πεθαίνει ο Λένιν σε ηλικία 53 ετών και τίθεται θέμα διαδοχής. Ο Στάλιν επιθυμεί σφόδρα την ηγεσία αλλά δεν τολμά να την αναλάβει μόνος, έχοντας απέναντί του τον διανοούμενο Λέον Τρότσκι με τις περγαμηνές ως Κομισάριου Πολέμου. Αναγκάζεται να ηγηθεί μίας τρόικας που σχηματίζεται από αυτόν και τους δύο εγνωσμένου κύρους «παλαιομπολσεβίκους Γκριγκόρι Ζινόβιεφ και Λεβ Κάμενεφ. Αλλά η συνύπαρξη των δύο με τον Στάλιν καθίσταται ολοένα και πιο προβληματική διότι και οι δύο ήταν εξαρχής ενάντιοι στη τόσο εσπευσμένη κήρυξη της Οκτωβριανής Επανάστασης, χωρίς ένα στάδιο επαρκούς προετοιμασίας, αλλά και διότι οι ίδιοι καθίσταντο διακοσμητικοί, αφού η τρόικα έπαψε να είναι τρόικα αφού ο Στάλιν κυβερνούσε ως μονάρχης γι’ αυτό διαλύεται και οι Ζινόβιεφ και Κάμενεφ στρέφονται προς τον Τρότσκι, τον πλέον μισητό αντίπαλο του Στάλιν κηρύσσοντας την έναρξη μιας ενδοκομματικής μάχης με τους Ζινόβιεφ- Κάμενεφ να κατηγορούν το Στάλιν ενώ ο Τρότσκι να παίρνει το μέρος τους. Αυτή η ιστορία έχει την αστεία της διάσταση, αφού οι δύο της τριανδρίας μετανιώνουν και ξαναγυρίζουν στον παντοδύναμο Στάλιν για να διαφωνήσουν αποχωρώντας πάλι. Εχει όμως και την τραγική της διάσταση, τις «Μεγάλες Εκκαθαρίσεις» (1936-38) διά των οποίων ο Στάλιν απαλλάχθηκε από φανταστικούς και πραγματικούς εχθρούς στερώντας όμως από τη χώρα λαμπρούς διανοούμενους και στρατιωτικούς (Μπουχάριν και Τουχατσέφσκι, αντίστοιχα), ενώ άλλοι σώζονται εκ θαύματος. Κι όμως ο Στάλιν υπήρξε άνθρωπος ευφυής με τετράγωνη λογική, εξαιρετική μνήμη και πατριωτισμό. Η παράνοιά του οφειλόταν στο πλέγμα μειονεκτικότητας λόγω της ελλιπούς μόρφωσής του σε σύγκριση με τους Τρότσκι Ζινόβιεφ και Κάμενεφ. Όμως ένιωθε άνετα κοντά στον διεθνούς ακτινοβολίας μαρξιστή, εκδότη της «Πράβντα» Νικολάι Μπουχάριν, που είχε συνεργασθεί με τον Λένιν στην τελική διαμόρφωση της ΝΕΠ και για τον οποίο ο Ρομαίν Ρολάν ικέτευε το Στάλιν να του χαρίσει τη ζωή όταν αυτός αποφάσισε να απαλλαγεί ακόμα και από αυτόν. Ο μόνος επιζήσας τελικά υπήρξε ο ίδιος, ο Στάλιν.

1941: ΕΣΣΔ και «Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος». 1946: Ψυχρός Πόλεμος

Λίγοι πίστευαν ότι ο Χίτλερ θα άνοιγε ανατολικό μέτωπο αθετώντας το Σύμφωνο μη Επιθέσεως του 1939 . Και όμως το έκανε τον Ιούνιο του 1941 με την περίφημη «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα» εισβάλλοντας στη Ρωσία. Σε ένα 24ωρο είχε εξουδετερώσει τη ρωσική αεροπορία. Σε δύο βδομάδες ννναεξοντώθηκε ένα εκατομμύριο ρωσικού στρατού και περί τα τέλη του 1941 η Δυτική Ρωσία και η Ουκρανία ήταν υπό γερμανική κατοχή: προέλαση των Γερμανών εφ’ολοκλήρου του μετώπου και πολιορκία των Στάλινγκραντ, Λένινγκραντ αλλά και προετοιμασία εισόδου στη Μόσχα. Χωρίς τους πεπειραμένους αξιωματικούς που είχε εκκαθαρίσει ο Στάλιν, ο Κόκκινος Στρατός τρέπονταν σε άτακτη φυγή. Ως ένα σημείο, όμως, γιατί ο αδυσώπητος ρωσικός χειμώνας παρενέβη υπέρ των Ρώσων. Αλλά και σύσσωμος ο περήφανος ρωσικός λαός ξεσηκώθηκε να υπερασπισθεί την πατρίδα του, ως στρατιώτης, ως παρτιζάνος, ως σαμποτέρ σε αυτό το «Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο», όπως ονομάσθηκε. Και γίνεται η μεγάλη ανατροπή μετά τη νίκη στο Στάλινγκραντ. Για να αναπτερωθεί το ηθικό τού ρώσικου λαού 500 χιλιάδες γερμανοί αιχμάλωτοι «παρελαύνουν» στη Μόσχα, ενώ ο στρατάρχης Ζούκοφ μιλάει για την «ώρα της εκδίκησης» που έχει έλθει. Το Μάη του 1945 ο Κόκκινος Στρατός μπαίνει πρώτος και μετά συναντάει στο Βερολίνο τους GI (στρατός των ΗΠΑ) που έχουν σπεύσει κι αυτοί και δίνουν τα χέρια φωτογραφούμενοι. Αλλά σε λιγότερο από ένα χρόνο ο Γουίνστον Τσόρτσιλ, βλέποντας το ρωσικό επεκτατισμό θα μιλήσει στο Κολέγιο του Γουέστμινστερ στο Φούλτον του Μισούρι τονίζοντας: «Από το Στετίνο της Βαλτικής ως την Τεργέστη της Αδριατικής υψώνεται ένα “Σιδηρούν Παραπέτασμα”». Η ΕΣΣΔ έχει απλώσει πολύ μακριά το χέρι, τόσο μακριά, ώστε να προκαλέσει την έναρξη του λεγόμενου» Ψυχρού Πολέμου». Ο κόσμος χωρίζεται στα δύο. Οι ΗΠΑ θα αναλάβουν υπό την προστασία τους το Δυτικό Μπλοκ ενώ η ΕΣΣΔ το Ανατολικό.

Ο Στάλιν θα συνεχίσει να κυβερνάει με το δικό του τρόπο και να ετοιμάζει νέες εκκαθαρίσεις («συνωμοσία των γιατρών») έως το 1953 που πεθαίνει από εγκεφαλική αιμορραγία (ή ποντικοφάρμακο τη ευγενεί φροντίδι Λαυρέντι Μπέρια ). Όταν καταλαγιάσει η αντισταλινική υστερία ίσως ο Στάλιν κριθεί αντικειμενικότερα . Οδήγησε τη χώρα του στην πλήρη εκβιομηχάνιση, αλλά μόνο σε ό,τι αφορά τη βαριά βιομηχανία. Διεξήγαγε επιτυχώς τον πατριωτικό πόλεμο παρά τα αρχικά ολέθρια λάθη του. Η ενδυνάμωση του σοβιετικού στρατού το 1940 έδειχνε ότι κάτι επικίνδυνο περίμενε από τη Γερμανία κι όμως τον Ιούνιο του 1941 αιφνιδιάστηκε τόσο ώστε να φθάσουν οι Γερμανοί έξω από τη Μόσχα. Ο λαός μετά τον πόλεμο(20 χιλιάδες νεκροί) ανάμενε ότι το 4ο πενταετές σχέδιο θα αφιερώνονταν στη ανοικοδόμηση, στην παραγωγή καταναλωτικών αγαθών και στο οξύτατο πρόβλημα της στέγασης, αλλά ο Στάλιν αντί για τρόφιμα προτίμησε την παραγωγή σιδήρου, χάλυβα και άνθρακα. Κι ας μην ξεχνάμε όμως το λουτρό αίματος που συνεπέφεραν οι δίκες 1936-38, αποτέλεσμα της ανασφάλειας μέχρι απόλυτης παράνοιας του Στάλιν.

Τριανδρία, Χρουστσόφ, Μπρέζνιεφ

Ο θάνατος του Στάλιν προκαλεί το αναμενόμενο «κενό εξουσίας . Η δεύτερη βραχύβια τρόικα θα κάνει διακριτικά την εμφάνισή της: Λαυρέντι Μπέρια, Γκεόργκι Μαλένκοφ, Βιαχεσλάβ Μολότοφ. Ο μισητός (σεξομανής;) Μπέρια θα «αποχωρήσει» όμως για πάντα.Ο άλλοτε φόβος και τρόμος επικεφαλής της ΝιΚαΒεΝτε κατηγορείται ως προδότης και αντεπαναστάτης και έντρομος ρωτά:«Γιατί βάζετε ψύλλους στα βρακιά μου;» Ο Μαλένκοφ σκύβει το κεφάλι. Ενα άλλο πρόσωπο παίρνει έξυπνα την εξουσία, ύστερα από ενδιάμεση πρωθυπουργοποίηση- προεδροποίηση του Μαλένκοφ, ο Νικήτα Χρουτσόφ.

Από το 1953 αρχίζει μία περίοδος ύφεσης-κυρίως γιατί ο Χρουτσόφ αναφέρεται σε όσα ανομολόγητα έπραξε ο Στάλιν, μολονότι και ο ίδιος δεν ήταν άμοιρος ευθυνών. Αλλωστε και επί της ηγεσίας του, στη μεγάλη Ουγγρική εξέγερση του 1956 τον τελευταίο λόγο είχαν τα σοβιετικά τανκς. Ευρώπη και ΗΠΑ θεωρούν το «μυστικό» λόγο του Χρουτσόφ σαν κομουνιστική μεταμέλεια και ακολουθεί μια περίοδο ύφεσης, όπου ο Χρουτσόφ θα επισκεφθεί τις ΗΠΑ. Θα ακολουθήσει όμως η κρίση των πυραύλων που εγκαταστάθηκαν από την ΕΣΣΔ στην Κούβα (1962) και η απαίτηση του προέδρου Κένεντι να αποσυρθούν πάραυτα, όπερ και υποτίθεται πως εγένετο. Η «ταπείνωση» υπήρξε μεγάλη για την ΕΣΣΔ και ο Χρουτσόφ απομακρύνεται για να ιδιωτεύσει το 1964,ενώ μία νέα τρόικα (Βρέζνιεφ, Κοσίγκιν Ποντγκόρνι αναλαμβάνει συλλογικά την εξουσία. Το κύριο μέλημα του Μπρέζνιεφ είναι να αποκαταστήσει το σταλινικό καθεστώς. Δίνει ένα καλό μάθημα στον αφελή ιδεαλιστή Αλεξάντρ Ντούμπτσεκ που θέλει «σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο», χρησιμοποιώντας τα τάνκς, όπως έκανε ο Χρουτσόφ στη Βουδαπέστη. Το όνειρο του ο Ντούμπτσεκ το παίρνει μαζί του, στην Αγκυρα ως πρέσβης της Τσεχοσλοβακίας.

Γιούρι Αντρόποφ- Μιχαήλ Γκορμπατσόφ: οι κομουνιστές ελπίζουν

Εχει υποτιμηθεί σημαντικά η συμβολή του διαδόχου του Μπρέζνιεφ Γιούρι Αντρόποφ στην «περεστρόικα» και την «γκλασνόστ» και φυσικά είναι αξιοπερίεργο πώς ο πρέσβης στη Βουδαπέστη της επανάστασης του 1956 αλλά και ο διορισμένος αριστίνδην «πυροσβέστης» εξεγέρσεων πχ. η «Ανοιξη της Πράγας» θα είναι αυτός που επιδιώκει προσέγγιση με τα προοδευτικά κομουνιστικά κόμματα. Αλλά ο Αντρόποφ ξέρει πως έχει πολύ σοβαρά προβλήματα υγείας. Ενδιαφέρεται για τους πειραματισμούς μιας κάποιας ελεύθερης αγοράς που αναπτύσσεται στην Ουγγαρία και θέλει να στείλει κάποιον εκεί.

Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ που θα εκλεγεί πρώτα Γ.Γ. το 1985 και κατόπιν Πρόεδρος του Ανωτάτου Σοβιέτ , διαδεχόμενος τον γηραιό και βαριά άρρωστο Κονσταντίν Τσερνιέκο αμέσως μετά το θάνατό του, είναι ο Ρώσος πολιτικός με το πλέον δυτικό ύφος, ήθος και περιβολή για τούτο και ξαφνιάζει ευχάριστα τη Δύση με πρώτη την Μάργκαρετ Θάτσερ αλλά και τους Μιτεράν, Μπους, Κολ. Μέχρι τώρα παραμένει μια αμφιλεγόμενη φιγούρα. Κατά πολλούς επιχείρησε ένα μεγάλο ποιοτικό άλμα προσπαθώντας να μεταλλάξει μια κομουνιστική χώρα σε σοσιαλδημοκρατία, ενώ άλλοι όπως ο «Spiegel» τον κατηγορούν πρόσφατα πως είχε έλθει σε μυστικές επαφές με σκληροπυρηνικούς κομουνιστές. Οι δυο λέξεις που συνόψισαν την πεμπτουσία της πολιτικής του φιλοσοφίας είναι «περεστρόικα» (αναδόμηση) και «γκλασνόστ» (διαφάνεια). Η δεύτερη θα αφυπνίσει πολλές χώρες που θα απομακρυνθούν από την ΕΣΣΔ. Ενας νέος άνεμος δημοκρατίας και ελευθερίας λόγου πνέει τώρα στο πρώην παραπέτασμα που καθιστά την ύπαρξη του «Συμφώνου Βαρσοβίας» (αντιπάλου δέους του ΝΑΤΟ) εντελώς περιττή

Ωστόσο η αχίλλειος πτέρνα των μεταρρυθμίσεων είναι η οικονομία. Ο Γκορμπατσόφ πίστευε πολύ στον καλό του φίλο Χέλμουτ Κολ, Καγκελάριο της Γερμανίας τότε, που τον βοήθησε στην επανενοποίηση της Γερμανίας (1990) αντί να τηρήσει αρνητική στάση. Ο Κολ το θυμόταν με ευγνωμοσύνη και έπαιρνε πάντα το μέρος του, ιδίως στις συγκρούσεις του με τον Μπόρις Υέλτσιν. Ο Γκορμπατσόφ ελπίζει πως ο καλός του φίλος Χελμουτ Κολ θα βοηθήσει ώστε να ανακτήσει την χαμένη της αίγλη η ΕΣΣΔ ξαναπαίρνοντας τη θέση της ως υπερδύναμη. Αλλά η οικονομική κατάσταση είναι εκτός ελέγχου, όπως είναι και ο ίδιος ο Γκορμπατσόφ που τηλεφωνεί στον Γερμανό ΥΠ.ΕΞ. Χανς Ντίτριχ Γκένσερ:

Χρειαζόμαστε χρήματα για τις τρέχουσες ανάγκες ! Τουλάχιστον ένα δισεκατομμύριο δολάρια.

Ο Γκένσερ του υπενθυμίζει ότι αυτά δε λέγονται από τηλεφώνου και ότι θα μεταφέρει το αίτημά του με κρυπτογραφημένο τηλεγράφημα.

Ακολουθεί η χαριστική βολή: το αυγουστιάτικο πραξικόπημα και η σύλληψή του. Όταν αφέθηκε ελεύθερος ο λαός φώναζε ρυθμικά: Πρόεδρος!Πρόεδρος! Αντί να σμίξει και να γίνει ένα με τα πλήθη των φίλων του προτίμησε να αποσυρθεί στη ντάτσα του σαν κουρασμένη πρωταγωνίστρια, ύστερα από μεγάλη παράσταση. Αντίθετα ο Γιέλτσιν πήγε στο πολιορκημένο Κρεμλίνο, ανέβηκε στα τανκς και έδειξε πως αυτός ήταν κύριος της κατάστασης

Τέλος Εποχής

«Η επανάσταση τελείωσε, ας επιστρέψουμε στις ζωές μας»

Ο ιστορικός κύκλος που είχε αρχίσει με την ελπιδοφόρα οκτωβριανή επανάσταση έκλεινε με την υποστολή της κόκκινης σημαίας και το άδοξο τέλος της ΕΣΣΔ στις 25/12/1991. O Γκορμπατσόφ ανακοίνωνε τη διάλυση της ΕΣΣΔ και την πτώχευσή της αρχίζοντας το λόγο του, όχι με το: «Αγαπητοί σύντροφοι» αλλά με το: «Αγαπητοί συμπολίτες και συμπατριώτες». Αλλωστε είχε ήδη ιδρυθεί η «Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών» με τα «υπόλοιπα» της διάλυσης. Ο ενάρετος καπιταλισμός παρέσχε περισσότερες επιφανειακές ελευθερίες και- φρονίμως ποιών- ένα ασύγκριτα καλύτερο βιοτικό επίπεδο, για να μπορεί έτσι να εκμεταλλεύεται αποτελεσματικότερα τις μισοχορτασμένους. Κατήγαγε όμως Πύρρειο νίκη κατά του σοσιαλισμού αφού και του ιδίου τα οξέα προβλήματα σωρεύονταν με την είσοδο στη νέα παγκοσμιοποιημένη χιλιετία του 2000 και την οικονομική κρίση που μας διδάσκει τι ακριβώς σημαίνει καπιταλισμός και πώς απολήγει σε μία έλλογη αναθεώρηση των δήθεν παρωχημένων θεωριών του Μαρξ που τώρα αποδεικνύεται πως δεν είχε καθόλου άδικο. Το γεγονός ότι ο υπαρκτός σοσιαλισμός χρεοκόπησε δεν είναι γιατί τήρησε απαρέγκλιτα τις θεωρίες του αλλά γιατί σύντομα απομακρύνθηκε από αυτές παρερμηνεύοντας και παρασημασιολογώντας τις. Κανείς από τον «δικαιωμένο» κόσμο του καπιταλισμού, ούτε κι από τον αδικαίωτο του μακαρίτη υπαρκτού, μπορεί να αναφερθεί σε ένα «αμέτρητο πλήθος παρομοίων ανθρώπων που τίποτα δεν μπορεί να ανυψώσει ούτε όμως να καταβαραθρώσει (κανέναν άνθρωπο)», όπως είχε σχολιάσει ο Αλέξις ντε Τοκβίλ, στο μνημειώδες έργο του «Η Δημοκρατία στην Αμερική» αφού κατά απαράβατο κανόνα της Ιστορίας κάποιοι ανυψώνονται σε δυσθεώρητα ύψη, ενώ άλλοι (ασύγκριτα πολύ περισσότεροι) πέφτουν σε απύθμενα βάθη φτώχειας και εξαθλίωσης.


* Ο κ. Θάνος Κακουριώτης είναι ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ