Η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ έφθασε στο Νταβός την Τετάρτη και σε μια ομιλία εξίσου στιβαρή με μια Mercedes διαβεβαίωσε για άλλη μία φορά τους ηγέτες και τους επιχειρηματίες του πλανήτη ότι το ευρώ θα σωθεί. Αυτή τη φορά όμως υπάρχει μια διαφορά: φαίνεται να την πιστεύουν περισσότεροι. Αυτό εγείρει άμεσα δύο ερωτήματα: Ακόμη και αν σωθεί η ευρωζώνη, πού είναι η αναπτυξιακή στρατηγική; Και πού θα οδηγήσει η διάσωση του ευρώ τα μεγάλα πολιτικά ζητήματα της Ευρώπης;
Ως προς το ευρώ βρίσκω μια αξιοσημείωτη αλλαγή διάθεσης. Πριν από έξι μήνες οι κορυφαίοι της πολιτικής και των μπίζνες δεν ήταν πεπεισμένοι ότι η Ευρώπη γενικώς και η Γερμανία ειδικώς θα έκαναν ό,τι χρειάζεται. Μια σταδιακή συγκέντρωση τμηματικών, πραγματιστικών βημάτων άλλαξε τις ψυχολογικές ισορροπίες.
Υπάρχει η απόφαση να επιταχυνθεί η εισαγωγή του ευρωπαϊκού μηχανισμού σταθερότητας το καλοκαίρι, που θα ακολουθεί πιστά τον υπάρχοντα ευρωπαϊκό μηχανισμό χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Υπάρχουν ενδείξεις από τη Μέρκελ ότι η Γερμανία θα συνεισφέρει λίγο περισσότερο μέσω αυτών των οδών. Υπάρχει ο πολύ ενεργός ρόλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ενός έμμεσου τρόπου των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να βοηθήσουν και να επιβάλουν περιορισμούς σε άλλες κυβερνήσεις. Και υπάρχουν και οι δύο «Μάριο», ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, ο οποίος αποφάσισε να δώσει γενναιόδωρα δάνεια σε ευρωπαϊκές τράπεζες, και ο ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Μόντι, ο οποίος με το καθηγητικό του πρόγραμμα έχει κερδίσει επαίνους.
Εφόσον η πραγματικότητα των αγορών αφορά το συναίσθημα και οι άνθρωποι που αποτελούν τις «αγορές» εκπροσωπούνται σημαντικά εδώ στο Νταβός, μπορούμε να πούμε ότι και αυτό το αίσθημα είναι ένα στοιχείο της πραγματικότητας. Η διάθεση μπορεί να αλλάξει και πάλι αν το προφανές αδιέξοδο για το ελληνικό χρέος δεν λυθεί. Η Ελλάδα όμως αναφέρεται ως ειδική περίπτωση. Σε περίπτωση χρεοκοπίας της Ελλάδας η ευρωζώνη θα πρέπει να κινηθεί πολύ γρήγορα για να δείξει ότι δεν θα αφήσει την Πορτογαλία να καταρρεύσει με τον ίδιο τρόπο. Αυτό, όμως, αν επιτευχθεί, θα μπορούσε να σημάνει ένα θετικό καμπής. Θα χαραχθεί μια γραμμή.
Ας υποθέσουμε ότι η ευρωζώνη επιβιώνει για τους επόμενους έξι μήνες. Προκύπτουν δύο προβλήματα. Από πού θα προέλθει η ανάπτυξη; Η γερμανική συνταγή λιτότητας δεν παρέχει ξεκάθαρη απάντηση.
Οπως προειδοποίησε ο Τζορτζ Σόρος, αν η Ευρώπη δεν αποκτήσει μια αναπτυξιακή στρατηγική κινδυνεύει να πέσει σε μια «δίνη αποπληθωριστικού χρέους».
Αυτό μας οδηγεί στην πολιτική. Αν οι αγορές αφορούν αντιλήψεις και συναισθήματα, το ίδιο και οι δημοκρατίες. Τα αισθήματα στην Ευρώπη είναι πολύ άσχημα. Στην τηλεόραση, στις δημοσκοπήσεις, στους κοινοβουλευτικούς διαλόγους, στις διαδηλώσεις στους δρόμους, ελάχιστα θα βρει κανείς αυτό που η Μέρκελ αποκάλεσε «την ευτυχία να μπορείς να διαμορφώνεις τα πράγματα από κοινού».
Υπάρχει τεράστια αντιπάθεια μεταξύ κρατών – Ελλήνων εναντίον Γερμανών και τανάπαλιν, Βορειοευρωπαίων εναντίον Νοτιοευρωπαίων, Βρετανών εναντίον όλων και (σχεδόν) όλων εναντίον των Βρετανών. Υπάρχει γενικότερη κρίση εμπιστοσύνης στο ευρωπαϊκό σχέδιο και υπάρχει διαδεδομένος σκεπτικισμός, αν όχι κυνισμός, για τους πολιτικούς σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Αν τώρα το ευρώ σώζεται ακόμη, πρόκειται για τον θρίαμβο του φόβου, όχι της ελπίδας. Του φόβου ότι το κόστος της κατάρρευσης θα είναι υψηλότερο από την επαχθή εναλλακτική της διάσωσης των χωρών που κινδυνεύουν.
Αν η ευρωζώνη δεν επιστρέψει στην ανάπτυξη ή το κάνει μόνο σε ορισμένες χώρες, αυτές οι αντιπάθειες θα πολλαπλασιαστούν. Ολοένα περισσότεροι εντός της Ευρώπης θα αναρωτιούνται: «Αυτό είναι πραγματικά η Ευρώπη;».
Υπάρχουν καλές απαντήσεις για αυτή την ερώτηση και πρέπει να αναλυθούν επειγόντως. Σχετίζονται με τη διαπραγματευτική δύναμη στον 21ο αιώνα των αναδυόμενων, μη δυτικών γιγάντων όπως η Κίνα και η Ινδία, την κλιματική αλλαγή και άλλες παγκόσμιες προκλήσεις, την Αραβική Ανοιξη και την υπεράσπιση των εγχώριων επιτευγμάτων των τελευταίων 50 ετών, συμπεριλαμβανομένου ενός ευρωπαϊκού μείγματος σχετικής ευημερίας, ποιότητας ζωής, κοινωνικής δικαιοσύνης και ασφάλειας.
Αν το ευρώ δεν υπήρχε, δεν θα ήταν απαραίτητο να το εισαγάγουμε. Υπάρχει, όμως, με όλα τα σχεδιαστικά του ελαττώματα, τα οποία είναι πλέον εμφανή. Πρέπει να ξεκινήσουμε από εκεί που βρισκόμαστε. Το να επιστρέψουμε πίσω τώρα θα ήταν χειρότερο από το να προχωρήσουμε εμπρός.
Αν και θα είναι δύσκολο, οι Ευρωπαίοι πρέπει να διορθώνουν αυτά τα σχεδιαστικά ελαττώματα στην πορεία, εργαζόμενοι προς αυτή την κατεύθυνση εντός των απαραίτητων περιορισμών των εθνικών δημοκρατιών και προσθέτοντας και μια αναπτυξιακή στρατηγική.
Πάνω από όλα οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι το ευρώ δεν αποτελεί υποκατάστατο για το μεγαλύτερης κλίμακας πολιτικό σχέδιο του οποίου επρόκειτο κάποτε να είναι τόσο ο πυρήνας όσο και ο καταλύτης. Η πολιτική του φόβου ίσως να σώσει το ευρώ. Χρειαζόμαστε όμως μια πολιτική της ελπίδας για να βρούμε μια ευρωπαϊκή απάντηση στην Αραβική Ανοιξη.

Ο. κ. Τίμοθι Γκάρτον Ας είναι καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ