Οι οριζόντιες μειώσεις μισθών πέρα από την κοινωνική αδικία που επιβάλλουν ασκούν σημαντικά αρνητική επίδραση στη λειτουργία του κράτους και όλων των θεσμικών οργάνων που το συγκροτούν. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις παγιώνουν και επιτείνουν τα παλαιά καθεστώτα που οδήγησαν την ελληνική κοινωνία και οικονομία στη σημερινή κατάσταση.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και η πρακτική της οριζόντιας μείωσης των μισθών των Πανεπιστημιακών καθηγητών. Πρόκειται για μια πρόταση που αγνοεί το γεγονός ότι οι καθηγητές Πανεπιστημίου στην Ελλάδα κατατάσσονται σε τουλάχιστον δύο διαφορετικές κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία είναι η πλειοψηφία των καθηγητών της Ιατρικής, της Νομικής και των Τεχνικών Κλάδων που σε μεγάλο ποσοστό ασκούν ταυτόχρονα και ελεύθερο επάγγελμα.

Ο μισθός του καθηγητή αποτελεί για πολλούς από αυτούς τους Πανεπιστημιακούς μόνο ένα μικρό κλάσμα των πρόσθετων νόμιμων αλλά και κυρίως των γνωστών σε όλους μη δηλούμενων εισοδημάτων τους. Ο αριθμός των καθηγητών αυτών, σε μία πρώτη εκτίμηση, υπερβαίνει το 50% του συνόλου των Ελλήνων καθηγητών Πανεπιστημίου. Μόνο οι καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών υπερβαίνουν τους 1200. Το σύνολο των καθηγητών Ιατρικής στην Ελλάδα είναι μερικές χιλιάδες, για τους οποίους ο τίτλος του καθηγητή αποτελεί από μόνος του σημαντική πηγή οικονομικού οφέλους, ασύγκριτα μεγαλύτερου από τον ‘πενιχρό μισθό’ που εισπράττουν από το Πανεπιστήμιο.

Ένας φίλος, γνωστός καθηγητής της Νομικής Σχολής, μού εξηγούσε ότι ο μισθός του δεν αρκεί καν για το ενοίκιο γραφείου του σε γνωστή κεντρική λεωφόρο της Αθήνας. Το ίδιο ισχύει για τα νόμιμα αλλά και μη νόμιμα ιατρεία στις καλές γειτονιές της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και αλλού. Η πρόσφατη ‘φοβερή’ επιτυχία!! του ΣΔΟΕ να ‘τσακώσει’ για πρώτη φορά καθηγητή γυναικολόγο που απέκρυβε, κατά δικιά του δήλωση, μόνο 2.360.000 Ευρώ, δείχνει την τεράστια και μακρόχρονη υποκρισία και αδικία με την οποία αντιμετωπίζει η Πολιτεία τους πραγματικούς ακαδημαϊκούς, της δεύτερης κατηγορίας, που ζουν αποκλειστικά από το μισθό τους, που πληρώνουν από την τσέπη τους τη συμμετοχή τους σε συνέδρια, την αγορά βιβλίων και επιστημονικών περιοδικών:

Τους βάζει δηλαδή στο ίδιο τσουβάλι με αυτούς που ανέχεται να φοροδιαφεύγουν και να έχουν το Πανεπιστήμιο ως πάρεργο. Στην πραγματικότητα, όλες αυτές τις δεκαετίες, το ελληνικό κράτος προτείνει σε όλους τους Πανεπιστημιακούς, να ακολουθήσουν το ‘φωτεινό’ δρόμο του ως άνω ‘Πανεπιστημιακού γιατρού’ και να συμμετέχουν ενεργά στο όργιο της γκρίζας παραοικονομίας των Πανεπιστημιακών που, σε μια πρώτη μου εκτίμηση, ανέρχεται σε τουλάχιστον 8 δισεκατομμύρια Ευρώ ετησίως (σε όποιον ενδιαφέρεται να του δώσω ευχαρίστως αναλυτικά τη σχετική εκτίμηση). Στην υποκρισία αυτή συμμετέχουμε και το σύνολο των Πανεπιστημιακών που δεχόμαστε και ανεχόμαστε στα πλαίσια των συλλογικών μας οργάνων ΠΟΣΔΕΠ, Σύγκλητοι Πανεπιστημίων, αυτήν την κατάσταση.

Η ουσιαστική ιδιωτικοποίηση του Ελληνικού Πανεπιστημίου έχει επέλθει ήδη μέσα από τις καθημερινές πρακτικές ιδιωτικοποίησης και ιδιόχρησης του δημόσιου αγαθού της εκπαίδευσης, πολύ πριν την προτεινόμενη κατάργηση του Άρθρου 16 του Συντάγματος. Το χειρότερο αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι ότι το Ελληνικό Πανεπιστήμιο απαξιώνεται συνολικά και κανένας νόμος δεν μπορεί τελικά να το σώσει , ειδικότερα όταν αυτός – όπως ο τελευταίος νόμος- επικεντρώνεται κυρίως στην εσωτερική διαχείριση και αναδιανομή της εξουσίας και όχι στον πραγματικό εξορθολογισμό της λειτουργία του, μέσω αποτελεσματικής κατανομής του λειτουργικού ακαδημαϊκού προσωπικού, την υποστήριξη κοινών υποδομών (βιβλιοθήκες, δίκτυα κλπ).

Οι οριζόντιες περικοπές μισθών απλά επισφραγίζουν και επιτείνουν αυτή την αρνητική κατάσταση, διότι οι μόνοι Καθηγητές που θα έχουν ενδιαφέρον να παραμείνουν στο Πανεπιστήμιο θα είναι αυτοί που θα μπορούν να εξασφαλίζουν παράλληλα, κυρίως μέσω του τίτλου τους, αδήλωτα και παράνομα εισοδήματα ή τουλάχιστον μία καλή αργομισθία. Παράλληλα η γκρίζα οικονομία των αυτού του είδους ‘πανεπιστημιακών’ θα αλλοιώνεις τον υγιή ανταγωνισμό και θα εμποδίζει με αθέμιτο τρόπο την εργασία νέων γιατρών, δικηγόρων και τεχνικών.

Ο Σωτήρης Χτούρης είναι Καθηγητή Κοινωνιολογίας