Χρειάστηκε να περάσουν όχι µόνο 10 χρόνια από την πρώτη κυκλοφορία του ευρώ αλλά 20 ολόκληρα χρόνια από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, αφετηρία της Νοµισµατικής Ενωσης, για να λάβει η Ευρώπη τις αποφάσεις που επιβάλλει η άνευ προηγουµένου οικονοµική κρίση που διανύουµε. Μέσα σ’ αυτό το δυσµενές περιβάλλον 26 από τις 27 χώρες της ΕΕ (δηλαδή, όλες πλην του Ηνωµένου Βασιλείου) έκριναν σκόπιµο κατά τη Σύνοδο της 8ης-9ης ∆εκεµβρίου 2011 στις Βρυξέλλες να συµπληρώσουν τη δοκιµαζόµενη νοµισµατική ένωση µε µια οικονοµική ένωση µε στόχο οι οικονοµίες των κρατών-µελών επιτέλους να συγκλίνουν επιδεικνύοντας µεγαλύτερη πειθαρχία και σύνεση στη διαχείριση των οικονοµικών τους.

Επιπλέον οι χώρες αυτές αποφάσισαν να ενισχύσουν το «οπλοστάσιο» αντιµετώπισης κρίσεων θέτοντας σε λειτουργία το 2012 το Μόνιµο Ταµείο Χρηµατοοικονοµικής Στήριξης και ενισχύοντας το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο για να µπορεί να συνεχίσει να δίνει πόρους στις χώρες της ΕΕ που διέρχονται την κρίση. Παράλληλα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εξήγγειλε ότι είναι έτοιµη να προσφέρει απεριόριστη χρηµατοδότηση στις ευρωπαϊκές τράπεζες για τρία χρόνια µε επιτόκιο 1% ώστε να αντλήσουν οι επιχειρήσεις ρευστότητα και να καταπολεµηθεί η ύφεση.

Οι παραπάνω αποφάσεις δηµιουργούν τις προϋποθέσεις για να πάρει ανάσα η δοκιµαζόµενη ευρωπαϊκή οικονοµία, ενώ διαµηνύθηκε ότι δεν πρόκειται να υπάρξει ξανά «κούρεµα» δηµόσιου χρέους παρόµοιο µε αυτό που προσφέρθηκε στην Ελλάδα λόγω «ειδικών συνθηκών». Για τη χώρα µας η δέσµευση αυτή αναµένεται να δράσει ευεργετικά για την επιτυχία του προγράµµατος «ανταλλαγής οµολόγων» αφού επιβεβαιώθηκε ότι δεν θα υπάρξει πανευρωπαϊκά άλλο «κούρεµα».

Ευεργετικό αποτέλεσµα θα έχει επίσης για την οικονοµία της χώρας µας και την απασχόληση η ένεση ρευστότητας 15 δισ. ευρώ µέσω της επιτάχυνσης της υλοποίησης των έργων που χρηµατοδοτούνται από ευρωπαϊκά κονδύλια (ΕΣΠΑ).

Η γενικότερη ανάκαµψη της ελληνικής οικονοµίας δεν εξαρτάται, όµως, όπως συχνά αλλά λανθασµένα λέγεται, µόνο από την εισροή ευρωπαϊκών κονδυλίων στην οικονοµία γιατί αυτά µπορεί να κατασπαταληθούν, όπως έγινε µερικές φορές στο παρελθόν µε τα διάφορα «πακέτα» Ντελόρ, Σαντέρ κτλ., αν εξακολουθήσουν να ισχύουν οι µέχρι πρότινος συνθήκες.

Εξαρτάται κυρίως από τη διόρθωση των στρεβλώσεων που οδήγησαν την Ελλάδα στην παρούσα δεινή κατάσταση: τέλος στον υπερδανεισµό και στην υπερκατανάλωση, επανάκτηση της ανταγωνιστικότητας, άνοιγµα των κλειστών επαγγελµάτων, καταπολέµηση της γραφειοκρατίας, της φοροδιαφυγής, της διαφθοράς και του νεποτισµού. Το νοικοκύρεµα των δηµοσιονοµικών µας και οι µεταρρυθµίσεις µέσα από στοχευµένα µέτρα – και όχι µέσα από οριζόντιες «τυφλές» περικοπές – είναι ο µόνος δρόµος για να πείσουµε επενδυτές και επιχειρηµατίες, Ελληνες και ξένους, ότι η χώρα µπήκε σε υγιή ρότα και µπορούν άφοβα να επενδύσουν τα χρήµατά τους στην οικονοµία έτσι ώστε να φέρουν ανάπτυξη και απασχόληση. Και να πείσουµε, τέλος, τους ευρωπαίους εταίρους µας ότι µπορούµε και αξίζουµε να µοιραζόµαστε ένα κοινό νόµισµα µαζί τους και µια πολιτική Ενωση χωρίς την οποία θα κινδύνευε και η ίδια η ύπαρξη της Ελλάδας.

Ο κ. Πάνος Καρβούνης είναι επικεφαλής της αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ