Η κοινωνία πολιτών είναι µία έννοια που παίζει κεντρικό ρόλο σήµερα και στο επίπεδο της πολιτικής πρακτικής και σε αυτό του θεωρητικού λόγου. Οπως όλες οι βασικές έννοιες στις κοινωνικές επιστήµες, ο όρος κοινωνία πολιτών (ΚΠ) είναι πολύσηµος. ∆ηλαδή έχει διαφορετικό νόηµα ανάλογα µε το θεωρητικό και το ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο µέσα στο οποίο εντάσσεται. Ο κυρίαρχος ορισµός σήµερα εννοιολογεί την ΚΠ ως έναν τρίτο, ενδιάµεσο χώρο µεταξύ κοµµατικοκρατικού συστήµατος και αγοράς. Αυτός ο χώρος,κανονιστικά τουλάχιστον, δεν λειτουργεί ούτε στη βάση της κοµµατικοκρατικής λογικής ούτε σεαυτή της αγοράς και του κέρδους. Στη χώρα µας η ΚΠ, µε την παραπάνω έννοια του όρου, είναι εξαιρετικά καχεκτική. Ενας από τουςλόγους αυτής της καχεξίας έχει να κάνει µε την κοµµατικοκρατία. ∆ηλαδή µε την τάση των κοµµάτων να διεισδύουν σε όλους τους θεσµικούς χώρους της κοινωνίας υποσκάπτοντας έτσι τις αυτόνοµες λογικές και αξίες τους. Στη σηµερινή περίοδο της κρίσης βλέπουµε από τηµια µεριά την πλήρη απαξίωση των κοµµάτων, ενώ από την άλλη η καταναλωτική κουλτούρα της αγοράς, λόγω της ένδειας µιας µεγάλης µερίδας του πληθυσµού, έχει σηµαντικά αµβλυνθεί. Μέσα σε αυτή την κατάσταση παρατηρούµε στον χώρο της ΚΠ καιθετικές αλλά και αρνητικές εξελίξεις.

Ξεκινώνταςαπό τις τελευταίες (που αποτελούν κατά κάποιον τρόπο τη σκοτεινή πλευρά της ΚΠ) εντείνεται η πολιτική απάθεια, η παραβατικότητα, η κοινωνική ανοµία και η φυγή πολλών νέων στους τεχνητούς παραδείσους των ουσιών. Εντείνεται επίσης η ισχύς οµάδων και οργανώσεων, όπως η «Χρυσή Αυγή», που προωθούν ρατσιστικές αξίες και νοοτροπίες, ενώ καταφεύγουν σεαποδιοποµπαίους τράγους για να εξηγήσουν την τωρινή δυσπραγία.

|||||||| Ο εθελοντισμός

Αντιθέτως µε τις παραπάνω εξελίξεις, παρατηρούµε αντιδράσεις στην κρίση που έχουν έναν πολύ πιο θετικό και αισιόδοξο χαρακτήρα. Η συρρίκνωση των κοινωνικών υπηρεσιών του κράτους οδήγησε στην ενεργοποίηση και στον πολλαπλασιασµό οµάδων βοηθείας προς άτοµα που έχουν ανάγκη κοινωνικής πρόνοιας και προστασίας. Από εθελοντικές οµάδες που παρέχουν οικονοµική βοήθεια, ρούχα και τρόφιµα µέχρι αυτές που προσφέρουν ιατρικές και νοµικές υπηρεσίες, βλέπουµε την ανάπτυξη µιας κουλτούρας αλληλεγγύης που δεν εκδηλώνεται µέσω του κράτους αλλά πολύ πιο άµεσα και αυθόρµητα «από τα κάτω», από πολίτες που ανταποκρίνονται στον συνάνθρωπο που ζητάει βοήθεια. Ετσι µία άλλη Ελλάδα που οι περισσότεροι αγνοούσαµε πριν από την κρίση έρχεται τώρα σταδιακά στο προσκήνιο.

Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που βλέπουν µε κριτικό µάτι τις παραπάνω εξελίξεις. Σε ό,τι αφορά την εθελοντική κοινωνική βοήθεια, αυτή θεωρείται πως ενθαρρύνει µια νεοφιλελεύθερη στρατηγική που στοχεύει, ανεξάρτητα από την κρίση, στο πέρασµα λειτουργιών του κοινωνικού κράτους στον ιδιωτικό τοµέα. Νοµίζω ότι η παραπάνω κριτική δεν ευσταθεί. Ο κοινωνικός εθελοντισµός δεν θέλει τη συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας. Απλώς προσπαθεί, τόσο σε περιόδους κρίσης όσο και σε περιόδους που δεν υπάρχει κρίση, να συµπληρώσει τις κρατικές κοινωνικές υπηρεσίες µε το να προσφέρει βοήθεια η οποία δεν έχει τον απρόσωπο γραφειοκρατικό χαρακτήρα της κρατικής πρόνοιας.

|||||||| Ο πολιτικός ρόλος

Περνώντας τώρα από τον κοινωνικό στον πολιτικό χώρο της ΚΠ, και εδώ παρατηρούµε πολιτικοποιηµένα άτοµα που στρέφουν την πλάτη τους στα κόµµατα και αποφασίζουν να συµµετάσχουν στον δηµόσιο χώρο µέσω µη κυβερνητικών οργανώσεων. Οργανώσεων που προωθούν τα ανθρώπινα δικαιώµατα, τον εκδηµοκρατισµό των θεσµών, τη διαφάνεια στην πολιτική, την προστασία αδύναµων οµάδων από τον κρατικό αυταρχισµό, την πάταξη της διάχυτης διαφθοράς στο ∆ηµόσιο κτλ. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να αναφέρει κάποιος και τις ανεξάρτητες αρχές, οι οποίες, όταν είναι πραγµατικά ανεξάρτητες από την εκάστοτε κυβέρνηση, βάζουν φρένο και στην κρατική αυθαιρεσία και στη µονοπωλιακή ασυδοσία των αγορών. ∆εν υπάρχει αµφιβολία πως η κρίση δηµιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη τέτοιου είδους οργανισµών που αµβλύνουν την ανισορροπία µεταξύ κράτους και κοινωνίας.

Υπάρχουν όµως καιενστάσεις εναντίον των ανεξάρτητων αρχών. Η κριτική εδώ συνίσταται στο ότι αυτές οι οργανώσεις δεν έχουν δηµοκρατική νοµιµοποίηση, αφού έχουν ηγεσίες που δεν εκλέγονται από τον λαό. Αρα δεν εκπροσωπούν κανέναν εκτός από τον εαυτό τους. Κανένας όµως σοβαρός αναλυτής των δηµοκρατικών θεσµών δεν πρεσβεύει ότι ο µόνος τρόπος συµµετοχής στις πολιτικές διαδικασίες πρέπει να είναι αποκλειστικά µέσω κοµµάτων ή δηµοψηφισµάτων. Στις κοινωνίες όπου η κοινοβουλευτική δηµοκρατία έχει βαθιές ρίζες οι πολίτες συµµετέχουν στον πολιτικό χώρο και µέσω µιας πληθώρας οργανώσεων που εντάσσονται στον χώρο της ΚΠ. Είναι ακριβώς όταν οι τελευταίες δεν υπάρχουν ή είναι αδύναµες που υπάρχει σοβαρό δηµοκρατικό έλλειµµα, το οποίο διευρύνει το χάσµα µεταξύ κοµµάτων και πολιτών.

Τέλος, στον πολιτικό χώροτης ΚΠ εντάσσεται και το κίνηµατων «Αγανακτισµένων» που, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αµφισβήτησε και τα κόµµατα εξουσίας και τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της ευρωζώνης – πολιτικές που εντείνουν την ύφεση, τηνανεργία και την κοινωνικοοικονοµική περιθωριοποίηση. Τα κινήµατα των «Αγανακτισµένων» και στον τόπο µας και αλλού αποτελούν συνέχεια των κινηµάτων τύπου Σιάτλ και Γένοβας. Παρ’ όλο που αυτά δεν οδήγησαν άµεσα σε θεσµικές αλλαγές, έχουν αλλάξει την πολιτική κουλτούρα.

Εχουν οδηγήσει σε νέες µορφές και τρόπους αµφισβήτησης πουαναπτύσσονται εκτός κοµµάτων.Βάζουν τα θεµέλια µιας µορφήςδηµοκρατικής διακυβέρνησης στην οποία πέρα από τα κόµµατα πρέπει να υπάρχουν και εναλλακτικοί τρόποι συµµετοχής στα κοινά. Τρόποι που δεν υποσκάπτουν αλλά που µπορούν να αναζωογονήσουν στη σηµερινή συγκυρία την κοινοβουλευτική δηµοκρατία.

∆εν έχω χώρο για να αναφερθώ σε µη κυβερνητικές οργανώσεις στον οικολογικό καθώς και στον πολιτισµικό χώρο – που και αυτές λόγω της κρίσης αναπτύσσονται ραγδαία. Το µόνο που θέλω να τονίσω τελειώνοντας είναι πως η κρίση µέσα στα µύρια κακά που επιφέρει, έχει δηµιουργήσει και θετικές συνθήκες που µπορούν να οδηγήσουν σε µια πιο ανθρώπινη, πιο δηµοκρατική, πιο πολιτισµένη κοινωνία.

Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας της London School of Economics.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ