Με τον όρο πρόοδο νοούμε τη διαρκή και ατέρμονη τελειοποίηση των ανθρωπίνων ικανοτήτων (πνευματικών και υλικών), μέσα από την αρμονική σύζευξη της έλλογης αναζήτησης με την επιστημονική έρευνα, την τεχνολογία, τους πολιτικούς και κοινωνικούς θεσμούς, την ιδιωτική και δημόσια ηθική.

Η ιδέα όμως της διαρκούς προόδου έχει ανατραπεί… Από την ιδέα της προόδου περάσαμε σ’ εκείνη των μεμονωμένων προόδων: επιστημονικής, τεχνολογικής, οικονομικής…

Αυτές οι πρόοδοι υποτάχτηκαν στην πολιτική της ισχύος που υιοθέτησαν τα κράτη στις ιθύνουσες τάξεις και στα ανώτερα στρώματα της εύπορης κοινωνίας. Κατά συνέπεια, ευνόησαν κάποια κράτη, πολιτικές και οικονομικές μειοψηφίες και διεύρυναν τις ανισότητες. Ο κόσμος μας χαρακτηρίζεται πλέον από τη υποχώρηση του κράτους πρόνοιας και τη βαρβαρότητα.

Σε αντίθεση με την έννοια της διαρκούς προόδου, η πολιτική, η διακυβέρνηση, η παραγωγή, η κουλτούρα, η θρησκεία αποτέλεσαν την αφορμή για βαθύτατα, τρομακτικά ρήγματα που κατακερματίζουν και σπαράσσουν την ανθρωπότητα.

Ο δρόμος στον οποίο μπήκαμε θα οδηγήσει ανεπιστρεπτί στην επιδείνωση των ανθρώπινων συνθηκών.

Σήμερα είναι διάχυτη η αίσθηση ανασφάλειας, καρπός μιας υποψίας που σιγά-σιγά διαισθανόμαστε ότι η ανθρωπότητα οδεύει προς ένα μέλλον που εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους, ακόμη και εκείνον να χάσει τον έλεγχο και να συντριβεί στους σκοπέλους που η ίδια δημιούργησε.

Το παράδοξο είναι ότι καμιά χώρα δεν μπορεί να κοιτάξει με ηρεμία και εμπιστοσύνη το μέλλον της και το μέλλον των άλλων: την εμποδίζουν τα ανοιχτά κοινά προβλήματα (μεταναστευτικό, αποδυνάμωση των θεσμών πρόνοιας, ανάδυση θρησκευτικών-πολιτιστικών-κοινωνικών διαφορών, διεύρυνση δημοκρατικών θεσμών) που εγείρουν μεγάλα ερωτήματα.

Έχει γίνει πια κοινή συνείδηση στην εποχή μας ότι η πρόοδος της ανθρωπότητας είναι πιο αβέβαιη από ποτέ.

Σήμερα που οι αυταπάτες για μια νομοτελειακή πρόοδο, εγγυημένη από τους νόμους της ιστορίας, έχουν χαθεί, τα εμπόδια μοιάζουν να προέρχονται όχι τόσο από την κληρονομιά του παρελθόντος, όσο από ένα μέλλον που φαίνεται να εγκυμονεί απειλές με τις οποίες οι άνθρωποι τροφοδοτούν το παρόν. Απειλές τέτοιες που προκαλούν εντεινόμενη αγωνία και το ερώτημα αν θα είναι σε θέση να κυριαρχήσουν οι άνθρωποι επί των εχθρικών δυνάμεων που οι ίδιοι κάθε μέρα εξαπολύουν!

Ιδιαίτερα εμείς οι Έλληνες πρέπει να αναρωτηθούμε: μήπως με τα ίδια μας τα χέρια ανοίγουμε τις πόρτες σ’ ένα μέλλον χωρίς μέλλον;

Το δίλλημα είναι οξύ και οι επιλογές σήμερα επείγουσες. Και η μη επιλογή είναι αναμφίβολα επιλογή: η χειρότερη.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι ωστόσο αν οι άνθρωποι, ικανοί για αμέτρητες μεμονωμένες προόδους, θα είναι σε θέση να διακριθούν για την ικανότητά τους να διαχειριστούν το κοινό μέλλον.

Είναι αλήθεια ότι το παρελθόν, πρόσφατο και απώτερο, μας έχουν κληρονομήσει πολλές παθογένειες που μας ταλαιπωρούν ως κοινωνία. Το παρελθόν δεν μπορούμε να το αλλάξουμε, μπορούμε όμως να διδαχτούμε απ’ αυτό και να αλλάξουμε το μέλλον. Για να γίνει αυτό έχουμε ανάγκη τη διάχυση περιβάλλοντος αισιοδοξίας και πίστη στις δικές μας δυνάμεις. Η μοιρολατρία και η ακηδία οδηγούν στην πλήρη αποσύνθεση με απρόβλεπτες συνέπειες, ακόμη και στην ύπαρξή μας, ως κρατικής οντότητας.

Σ’ ένα κόσμο που σπαράσσεται, μπορούμε να αξιοποιήσουμε τις ρωγμές ελπίδας που ανοίγονται και να ξαναχτίσουμε τη χώρα μας από την αρχή. Να καταργήσουμε την πολυνομία, να εκσυγχρονίσουμε και να λειτουργήσουμε αξιόπιστα τους θεσμούς, να βελτιώσουμε την παροχή υπηρεσιών, να θυμηθούμε τη γη μας, να ενσωματώσουμε τη γνώση σε προϊόντα και υπηρεσίες, να συνδέσουμε τις δομές γνώσεις με την παραγωγή, να προστατέψουμε και να αναδείξουμε το περιβάλλον μας, να σεβαστούμε τον πολίτη και να προστατέψουμε τη νέα γενιά. Η μετανάστευση της νεολαίας μας σημαίνει εκχώρηση σε ξένους μιας τεράστιας επένδυσης που έγινε με θυσίες του λαού μας.

Η ιδέα της εφικτής προόδου δεν χάθηκε… Η χώρα μας έχει δυνατότητες, αρκεί να γίνει μια χώρα ανοιχτή στο ταλέντο και τη δημοκρατική διακυβέρνηση.

Οι συνθήκες της κρίσης είναι οι πλέον κατάλληλες για να αναδειχτούν νέοι «φρόνιμοι» πολιτικοί που δεν θα είναι υποχρεωμένοι να απολογούνται για το παρελθόν και θα έχουν τη γνώση και το ανάλογο ήθος να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του λαού μας.

Στην κρίσιμη περίοδο που περνάει η χώρα μας εκείνο που δημιουργεί κατήφεια είναι η απώλεια της ελπίδας.

Έχουμε ανάγκη από φορείς της ελπίδας για να ανακαλύψουμε ξανά το μέλλον.

* Ο Χρήστος Β. Μασσαλάς είναι καθηγητής, π. Πρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

E-mail: cmasalas@cc.uoi.gr