Ο εφιάλτης είναι αληθινός. Και καθώς δεν έχει προηγηθεί κάτι παρόμοιο, δεν υπάρχουν αντισώματα. Η σύγκριση με τη ναζιστική κατοχή είναι ατυχής. Ο ξέγνοιαστος ελληνικός ηρωισμός είναι το μυθολογικό κληροδότημα της «γενιάς του τριάντα» που κατόρθωσε, όχι μια καλύτερη, αλλά μια τέλεια Ελλάδα και κέρδισε δύο Νόμπελ, τα οποία δεν επαναλήφθηκαν. Τα κατάμεστα στάδια του Μίκη Θεοδωράκη και του Γιάννη Μαρκόπουλου, οι μεθυστικοί λόγοι του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κωνσταντίνου Καραμανλή, η προσμονή των Ελγινείων μαρμάρων, ο θρίαμβος στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου και στη Γιουροβίζιον είναι οι ένοχοι του εγκλήματος. Και όχι οι τριακόσιοι αμήχανοι βουλευτές.

Η τελειότητα δεν ανεχόταν διορθώσεις. Δημιούργησε την κρίση επειδή συντήρησε τη ναρκισσιστική μεταπολίτευση. Με τους ίδιους όρους, η σημερινή παλινδρόμηση δραματοποιεί τις υποτιθέμενες προηγούμενες νίκες. Παρατηρείται μια πρωτόγνωρη πληθώρα αναλύσεων και ερμηνειών που μειώνουν την κριτική ικανότητα των πολιτών, οι οποίοι, υπό το καθεστώς του οικονομικού τους αδιεξόδου, προσλαμβάνουν την επαχθή πραγματικότητα με υπνωτική σύγχυση και παθητική ασυδοσία. Και αυτό λειτουργεί ως αναλγητικό καινούριων εγκλημάτων. Η οργισμένη ηρεμία των πολιτών και η συγγραφική και τηλεοπτική αδηφαγία των δημοσιογράφων θυμίζει την Κύπρο του 1974. Με τα λόγια του Κώστα Βασιλείου «Οι ποιητές που τρέξαμε στο ρόγχο σου είμαστε πιο πολλοί από τους στρατιώτες που προστρέξαν στην κραυγή σου».

Ο κίνδυνος ελλοχεύει στο ίδιο λάθος. Ο μεταμοντέρνος εθνικισμός δεν είναι απάντηση στην ήττα, την οργή και το φόβο. Ακόμα και η απολιτική αδιαφορία αποδεικνύεται βίαιη. Η αυτάρκεια των «μικρών Μήτσων», το δήθεν ελληνικό δαιμόνιο, το άλλοθι από τα ντέρτια και το ζεμπέκικο μεράκλωμα δεν είναι η λύση αλλά η αιτία. Είναι σαν τις απεργίες παλαιάς κοπής. Οι «αγανακτισμένοι» θα επαναλάβουν τις συγκεντρώσεις τους και την επόμενη Κυριακή των εκλογών γιατί το σύστημα αναπότρεπτα επαναλαμβάνεται. Μαζί με την επιτυχία του φασισμού στο Μεσοπόλεμο κατανοούμε τώρα και την αναγκαιότητά του. Όταν τα υλικά και ψυχικά αποθέματα τελειώνουν, κάθε Έλληνας υπερψηφίζει την επιστροφή του βασιλιά παρά να μεταναστεύσει στον Καναδά και την Αυστραλία.

Ας μη μιλήσουμε για άλλα παυσίπονα. Η Εκκλησία ξόδεψε το Θεό, τα κόμματα τις ιδεολογίες και οι κουκουλοφόροι την τρομοκρατία. Οι πολίτες απολύονται ως ποίμνιο, λαός ή συμμορία. Η αναπόφευκτη ευδαιμονία της κρίσης είναι η κυριολεκτική της αποδοχή. Ο Κύπριος ποιητής γράφει πως «με το πρώτο μπαμ π’ ακούστηκε βρεθήκατε όλοι με λευκό χαρτί στο χέρι. Με την κοιλιά σας φίσκα ποιήματα».

Η ουσιαστικότερη ένδειξη σεβασμού των ηττημένων είναι η σιωπή. Είναι η Ελλάδα που ποτέ δεν υπήρξε και που για αυτό δε μπορεί να θρηνήσει το χαμό της.