Δεν θα μιλήσουμε πάλι για τη ολιγωρία του υπουργείου Παιδείας: δεν τυπώθηκαν βιβλία και τούτο είναι ελεεινό και άθλιο. Αυτό που προβληματίζει είναι η στάση ορισμένων γονέων να κρατούν τα σχολεία κλειστά. Τα κρατούν κλειστά διά της απάθειας καθώς εκείνοι που πρωταγωνιστούν στις καταλήψεις είναι μια μειοψηφία. Η κατάσταση διαμορφώνεται ως εξής: τελούν υπό κατάληψη περί τα 500 από τα 5.000 σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Σε ορισμένα δεν έγινε καν συνέλευση για να καθοριστούν οι δράσεις. Σε κάποια σχολεία αποφάσισαν τα δεκαπενταμελή συμβούλια, σε άλλα σιγόνταραν διδάσκοντες και γονείς. Δεν χρειάζεται να πούμε ότι η κατεύθυνση δίδεται από κόκκινους νιχιλιστές. Λίγο οι κουκουέδες, λίγο οι συνιστώσες και δημιουργείται μια «κατάσταση». Σε πόλεις με φοιτητές δεν χρειάζεται καν να ερωτηθούν αυτοί. Την κατάληψη οργανώνουν ομάδες που θέλουν κλειστά τα πανεπιστήμια και βρίσκουν έδαφος για σαματά σε άλλες βαθμίδες της εκπαίδευσης.

Ορισμένα παραδείγματα. Στη Θεσσαλονίκη έκλεισαν αρχικά 20 σχολεία και οργανώθηκε πορεία διαμαρτυρίας. Από τα 20 σχολεία κατέβηκαν στον δρόμο μόλις 100 μαθητές! Μια ακόμη επίσημη καταγραφή της συμμετοχής: σε συγκρότημα της Τούμπας μπήκαν κάποιο βράδυ «εξωσχολικοί» γυρεύοντας φασαρίες. Στο κτίριο βρίσκονταν μόλις πέντε μαθητές. Στην Πάτρα δεν ισχύει το ίδιο – τα σχολεία είναι γεμάτα καταληψίες. Ζουν μέσα αλλοδαποί, άσχετοι με το εκπαιδευτικό ζήτημα, κυκλοφορούν ενήλικοι επαναστάτες της συμφοράς, ενώ την Τρίτη βρέθηκαν και δύο σύριγγες. Να σημειώσουμε ότι δίδονται εντατικά μαθήματα χαρτοπαιξίας. Πήγαν κάποιοι γονείς να δουν τι γίνεται και απωθήθηκαν από τους νέους ενοίκους των σχολικών εγκαταστάσεων. Στην Κομοτηνή υπάρχει άλλο σκηνικό: οι καταληψίες φορούν κουκούλες.

Πολλά είναι τα ερωτήματα που τίθενται. Για τους λίγους γονείς που παρακινούν τα παιδιά μπορούμε να μιλήσουμε για παραμέληση εποπτείας ανηλίκων. Μπορεί να παρέμβει εισαγγελέας. Για τους καταληψίες που είναι άσχετοι με τη σχολική κοινότητα υπάρχει κατάλογος εγκλημάτων για τα οποία θα διώκονταν σε μια ευνομούμενη πολιτεία. Δεν χρειάζεται όμως να φτάσουμε ως εκεί, σε μέτρα καταστολής. Η απαξίωση της δημόσιας εκπαίδευσης μπορεί να σταματήσει με τη φυσική παρουσία των γονιών και των μαθητών οι οποίοι μένουν στο σπίτι μην τολμώντας να εκφράσουν τη διαφωνία τους. Δεν έχει νόημα να εμπλακούν σε μια συζήτηση για το αν τα σχολεία πρέπει να είναι ανοιχτά ή κλειστά. Αυτό είναι αυτονόητο. Το μάθημα δεν είναι υπό διαπραγμάτευση. Δεν πρόκειται για απεργία όπου ο εργαζόμενος ζημιώνει την παραγωγή και το κέρδος του εργοδότη. Ο μαθητής που «απεργεί» ή ανέχεται την «απεργία» ζημιώνει τον εαυτό του. Ταυτόχρονα συμβάλλει στην υπεραξία της ιδιωτικής εκπαίδευσης: όποιος έχει χρήμα μορφώνεται και όποιος δεν έχει καμαρώνει τις μαύρες σημαίες.

Η λειτουργία του σχολείου είναι πλέον μια μάχη. Η κυρία Διαμαντοπούλου έβγαλε το μάτι του μαθητή. Ο γονιός που κλείνει το σχολείο βγάζει και το δεύτερο μάτι, έχοντας την πεποίθηση ότι έτσι αποκαθιστά την όραση.