Υπάρχουν προσωπικά βιώµατα και εµπειρίες που προσφέρουν σοβαρές ενδείξεις, αλλά και αποδείξεις, για την εξαγωγή συµπερασµάτων, που και αυτά έχουν τη δική τους βαρύτητα και αξιοπιστία παρά το γεγονός ότι δεν έχουν υποστεί τη βάσανο της στατιστικής ανάλυσης.

Με την ευκαιρία λοιπόν της εφαρµογής του νέου νόµου για την Ανωτάτη Παιδεία θέλησα να εκθέσω τις προσωπικές µου εµπειρίες όταν αποφάσισα να διεκδικήσω την Προεδρία της Ιατρικής Σχολής στις αρχές της περασµένης δεκαετίας.

Κίνητρο ήταν η επιθυµία µου να προσφέρω την εµπειρία µου στη ∆ιοίκηση της Ιατρικής Σχολής. Θα αποδεχθώ όµως ακόµη και τη «µοµφή» του κινήτρου της προσωπικής φιλοδοξίας. Από προσωπική µου πληροφόρηση, αλλά και από συστάσεις φίλων, κατάλαβα ευθύς εξαρχής ότι ήταν αδύνατη η εκλογή αν δεν είχα την υποστήριξη των φοιτητικών παρατάξεων, αλλά και τις ευλογίες των κοµµάτων που εκπροσωπούσαν.

Αρχισα από τη Χαριλάου Τρικούπη, που ήταν εξάλλου και το κυβερνών κόµµα. Με υποδέχθηκε υψηλόβαθµο στέλεχος.

Με παρακάλεσε να επικοινωνήσω µαζί του την επόµενη ηµέρα. Ετσι και έπραξα. Με ιδιαίτερα προσεγµένο – πολιτικό λόγο µε πληροφόρησε ότι δεν θα µπορούσε να δεσµευθεί αναφορικά µε την υποστήριξη της εκλογής µου από τη φοιτητική συντεχνιακή οµάδα του κόµµατος, χωρίς να µου δώσει βέβαια άλλη εξήγηση. Υπέθεσα τότε ότι δεν θα ήµουν ιδιαίτερα αρεστός στους κοµµατικούς µηχανισµούς.

Η Ρηγίλλης ήταν πιο προσιτή για µένα, µια και το αρµόδιο υψηλόβαθµο στέλεχος ήταν κατά κάποιον τρόπο γνωστός µου. Αφού µου ετόνισε τις άριστες εντυπώσεις που είχε για το πρόσωπό µου µού ανακοίνωσε ότι του ήταν αδύνατο να δεσµευθεί για µένα, µια και είχε υποσχεθεί υποστήριξη σε άλλον υποψήφιο. Πολύ αργότερα, σε κοινωνική εκδήλωση, το ίδιο στέλεχος µου εξοµολογήθηκε σε µια έκρηξη ειλικρίνειας ότι παρά το γεγονός πως µε θεωρούσε τον πιο κατάλληλο για εκείνη την εκλογή ήταν αδύνατο να µε υποστηρίξει τότε, διότι είχε στενούς οικογενειακούς δεσµούς µε άλλον συνυποψήφιό µου!

Οι φοιτητικές παρατάξεις συνήθιζαν να υποστηρίζουν µαζικά υποψηφίους και εποµένως καθόριζαν και το αποτέλεσµα µιας εκλογής, µια και αποτελούσαν το 40% του εκλεκτορικού σώµατος. Η Επιτροπή της φοιτητικής παράταξης που ήταν προσκείµενη σε µεγάλο κόµµα ήταν η πρώτη επαφή µου µε τις φοιτητικές παρατάξεις. Αφού άκουσαν µε προσοχή τις προθέσεις µου, µετά τη συζήτηση αυτή µού εκµυστηρεύθηκαν ότι θα επιθυµούσαν να µάθουν τι εγώ θα προσφέρω στην παράταξή τους, στην περίπτωση που θα µε υποστήριζαν µαζικά.

Ενιωσα αµήχανα και άβολα. Και στην ερώτησή µου τι θα ήθελαν, µου απάντησαν ότι θα επιθυµούσαν να βοηθήσω, π.χ., ορισµένους αδύνατους φοιτητές να περάσουν µαθήµατα, να βοηθήσω για την απόκτηση διατριβών αργότερα µετά την αποφοίτησή τους, να συνδράµω στη χορήγηση υποτροφιών κτλ. Από κάποιο σηµείο και µετά ήταν τόσο µεγάλη η οργή µου που έπαψα να ακούω. Στο σηµείο αυτό η συζήτησή µας τερµατίστηκε!

Παρά την απογοήτευσή µου αποφάσισα να συνεχίσω την επαφή µου µε τις παρατάξεις, και έτσι εκάλεσα τη φοιτητική παράταξη που ήταν προσκείµενη στο κυβερνών κόµµα. Με φοβερή έκπληξη διαπίστωσα ότι εδώ το πρόβληµα ήταν µεγαλύτερο και σύµπλοκο, µια και υπήρχαν φατρίες µέσα στο ίδιο κόµµα και διαφορετικές προσωποπαγείς παρατάξεις που υποστηρίζονταν από διαφορετικά κοµµατικά στελέχη. Ενιωσα πραγµατικά αηδία. Και εδώ σταµάτησε ο προεκλογικός µου αγώνας, αλλά και η προοπτική να εκλεγώ. Η διαδικασία αυτή είναι φανερό ότι είναι µια µικρογραφία για το πώς γίνονταν οι εκλογές στο χθες των διοικητικών οργάνων στο Πανεπιστήµιό µας.

Γίνεται αντιληπτό ότι τα εκλεγµένα πρόσωπα ήσαν δεσµώτες συµφερόντων και του πάρε-δώσε, άβουλοι διαχειριστές και πολλές φορές µοιραίοι των πανεπιστηµιακών υποθέσεών µας. Φυσικά δεν προτίθεµαι να κατηγορήσω κατά ουδένα τρόπο τους φοιτητές. Οι νέοι µας, άφθαρτοι και αγνοί, έπεσαν θύµατα των κοµµάτων, τα οποία δηλητηρίασαν τις ψυχές τους, χρησιµοποιώντας τις κοµµατικές φοιτητικές παρατάξεις σαν εργαλεία προβολής τους και κατά την ταπεινή µου άποψη ήταν ένα από τα µεγαλύτερα εγκλήµατα που διεπράχθησαν στο Πανεπιστήµιο.

Η ευθύνη ανήκει στα κόµµατα και αυτό ας αποτελέσει παράδειγµα προς αποφυγήν.

Ο Νέος Νόµος έχει ενδεχοµένως ατέλειες. Είναι όµως αναµφισβήτητο ότι είναι πολύ καλύτερος από τον προηγούµενο. Το Εύγε ανήκει και στα τρία κόµµατα τα οποία τόλµησαν στη Βουλή επιτέλους να συναινέσουν και να υπερψηφίσουν τον νόµο. Το Εύγε όµως αυτό θα είχε µεγαλύτερη αξία εάν το σηµερνό κυβερνών κόµµα έπραττε το ίδιο όταν η Νέα ∆ηµοκρατία έφερε παρόµοιο νόµο στην προηγούµενη Βουλή για ψήφιση.

Σαν επίλογο θα έλεγα ότι τα συµπεράσµατα είναι δικά σας και εσείς, αγαπητοί αναγνώστες, οφείλετε να τα κρίνετε.

Τα παθήµατα κάποια στιγµή πρέπει να µας γίνονται και µαθήµατα.

Ο κ. Γεώργιος Α. Ανδρουλάκης είναι καθηγητής Χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ