Στο ερώτηµα αν το παρόν πολιτικό σύστηµα µπορεί να σώσει τη χώρα από τη χρεοκοπία η απάντηση µοιάζει αυτονόητη. Φυσικά και δεν µπορεί. Με αυτή την άποψη συντάσσεται η τεράστια πλειονότητα των πολιτών, αυτό εκτιµά η µεγάλη πλειονότητα των ειδικών. Οι πολιτικές που έχουν ασκηθεί, ενώ µείωσαν σε έναν βαθµό τα ελλείµµατα, µπλόκαραν όλες τις διεξόδους της χώρας από την κρίση χρέους. Η πίεση της τρόικας για υιοθέτηση εσφαλµένων πολιτικών, οι τρανταχτές αδυναµίες της κυβέρνησης και η γνωστή αναποτελεσµατικότητα της δηµόσιας διοίκησης συνιστούν παράγοντες καθοριστικής σηµασίας οι οποίοι φέρνουν πιο κοντά, αντί να αποµακρύνουν, το ενδεχόµενο της ελληνικής χρεοκοπίας.

Στην ουσία, έχουν καταρρεύσει τρεις άξονες ή τρία πλέγµατα στόχων και ιδεών που λειτούργησαν ως τροχιοδροµικά της µεταρρυθµιστικής προσπάθειας της κυβέρνησης. Η πρώτη αποτυχία, η κεντρική, αφορά τον µεγάλο στόχο, την αποµάκρυνση της χώρας από την παύση πληρωµών. Η αποτυχία δεν αφορά µόνο την κυβέρνηση, έστω και αν η ευθύνη είναι αποκλειστικά δική της (και της τρόικας). Ποτέ τόσοι ειδικοί σε τόσο σύντοµο διάστηµα δεν προέβησαν σε τόσες εσφαλµένες αναλύσεις. Επίσης, ποτέ τόσοι οικονοµολόγοι δεν δικαιολόγησαν µέσω µη οικονοµικών παραγόντων (η κακή διοίκηση, η ανικανότητα του πολιτικού προσωπικού) την αστοχία των οικονοµικών προβλέψεών τους. Ως εάν η παθογένεια της ελληνικής διοίκησης να αποτελεί µια απολύτως άγνωστη, απολύτως µη µετρήσιµη και απολύτως εξωγενή µεταβλητή (κάτι σαν τη δηµόσια διοίκηση της Ζιµπάµπουε ή του Αφγανιστάν) της οποίας η επίδραση επί της πρόβλεψης να µη συνεξετάζεται ποτέ.

Η µη υλοποίηση των στόχων του µνηµονίου δεν έχει απλώς πλήξει την αξιοπιστία του ΠΑΣΟΚ. Εχει ταυτόχρονα υποσκάψει το κύρος και την αξιοπιστία όλων των υποστηρικτών αυτής της οικονοµικής φιλοσοφίας, το κύρος της Ευρώπης και εν µέρει το κύρος της Ν∆. Η αδυναµία της ασκούµενης πολιτικής να εξουδετερώσει τον κίνδυνο της χρεοκοπίας έχει αποκτήσει «συστηµικά» χαρακτηριστικά στα µάτια της κοινής γνώµης.

Η δεύτερη αποτυχία αφορά το πλέγµα στόχων και ιδεών που η κυβέρνηση και πολλοί στη χώρα ονόµασαν «η κρίση είναι ευκαιρία». Ενα σηµαντικό τµήµα µοντέρνων φιλοδυτικών τµηµάτων της ελληνικής κοινωνίας, απογοητευµένο από τις παθογένειες του µεταπολιτευτικού µοντέλου, στήριξε ή ανέχθηκε τη σκληρή οικονοµική πολιτική γιατί θεώρησε ότι οι συνοδευτικές µεταρρυθµίσεις (στον δηµόσιο τοµέα, στη λειτουργία της ιδιωτικής οικονοµίας, στην Παιδεία) θα σάρωναν αγκυλώσεις, ανορθολογισµούς και παράνοιες δεκαετιών. Το τµήµα αυτό περιελάµβανε µορφωµένα στρώµατα του δηµόσιου και ιδιωτικού τοµέα και εκσυχρονιστικούς πυρήνες του επιχειρηµατικού κόσµου. Στην ουσία, αποτελούσε τη µόνη κοινωνική βάση στήριξης της κυβερνητικής πολιτικής. Η αποτυχία της κυβέρνησης να µετατρέψει την κρίση «σε ευκαιρία» αποσυσπειρώνει µε ταχύτατους ρυθµούς αυτή την ετερόκλητη κοινωνιολογικά αλλά συνεκτική πολιτισµικά οµάδα. Ολες πλέον οι µεταρρυθµίσεις ερµηνεύονται εισπρακτικά. Μήνυµα δεν υπάρχει ούτε αφήγηση για το µέλλον. Η τρίτη αποτυχία της κυβέρνησης ονοµάζεται «δηµόσιος τοµέας». Το αναποτελεσµατικό κράτος _ όχι το «µεγάλο» κράτος (για όσους εµπιστεύονται τις στατιστικές περισσότερο από τις ιδεολογικές προκαταλήψεις τους) _ υπήρξε η βάση για το σηµερινό εθνικό «φαλιµέντο». Η Μεταπολίτευση, µε κύρια την ευθύνη του ΠαΣΟΚ, µετέτρεψε το κράτος σε «κακό» θεσµό του συστήµατος. Αν το φόρτωµα υπαλλήλων και ανεξέλεγκτων δαπανών σε µια παλιά δοµή ήταν το ιστορικό σφάλµα της δεκαετίας του 1980, το «ξεφόρτωµα» όπως όπως ανθρώπων και δαπανών είναι το έγκληµα που συντελείται σήµερα, υπό την πίεση της τρόικας. Το ∆ηµόσιο αποσυντίθεται. Αντί µιας επιβλητικής µεταρρύθµισης που θα ανασχεδίαζε την κρατική µηχανή στη βάση παραγωγής αποτελεσµάτων και συγκρότησης ποιοτικών διοικητικών ελίτ, υποβαθµίζεται περαιτέρω η ήδη κακοσχεδιασµένη κρατική δοµή. Στην ουσία, αποσυντίθεται η µηχανή υλοποίησης πολιτικών . Στο ερώτηµα λοιπόν αν µπορεί το πολιτικό σύστηµα να σώσει τη χώρα από τη χρεοκοπία η απάντηση είναι κατηγορηµατική: ακόµη και αν οι πολιτικές ελίτ διέθεταν την ικανότητα, χωρίς ένα επαρκώς µελετηµένο και οργανωµένο σχέδιο αναδιάρθρωσης των κρατικών δοµών και λειτουργιών, η αποτυχία του όλου εγχειρήµατος είναι εγγυηµένη.

Η Ελλάδα οδηγείται αργά αλλά σταθερά προς µια µορφή χρεοκοπίας. Επιπλέον, ο πολιτικός έλεγχος έχει χαθεί. Το «από εµάς εξαρτάται» δεν ισχύει πλέον, είναι αναχρονική ανάλυση, αφορά την προηγούµενη φάση. Στο µέτρο που η Ελλάδα δεν ελέγχει η ίδια τους µηχανισµούς της οικονοµικής της επιβίωσης, δεν ελέγχει και τους µηχανισµούς παραµονής της (ή όχι) στην ευρωζώνη. Γι’ αυτό καλό είναι η χώρα να προετοιµάζεται για όλα τα σενάρια. Αλλωστε, κανένας δεν γνωρίζει από τώρα ποιο σενάριο, έπειτα από έξι ή δώδεκα µήνες, θα είναι το πράγµατι δυσµενέστερο.

Ο κ. Γεράσιμος Μοσχονάς είναι αναπληρωτής καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ