Οποιος υποστηρίζει ότι οι εξεγέρσεις των νέων δεν έχουν καμία σχέση με την ανεργία, τη λιτότητα και την περιθωριοποίηση ενός μεγάλου μέρους των πολιτών στις σύγχρονες κοινωνίες είναι προφανές ότι βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου.

Εξίσου βέβαια άτοπο θα ήταν να πει κανείς ότι η ανεργία μετατρέπει έναν νέο σε εγκληματία ή ότι η εγκληματικότητα προέρχεται από τους φτωχούς: τόσες και τόσες φορές έχουμε δει το ακριβώς αντίθετο.

Οι εξεγέρσεις και οι καταστροφές στην Αγγλία αναβίωσαν αυτή την παμπάλαιη συζήτηση που χωρίζει Αριστερά και Δεξιά, με τον άγγλο πρωθυπουργό Ντ. Κάμερον να μιλάει για κουλτούρα βίας και να επιρρίπτει την ευθύνη στους γονείς και τους Εργατικούς να τονίζουν την οικονομική διάσταση προβάλλοντας ιδιαίτερα τις επιπτώσεις της λιτότητας ακόμη και στον αριθμό των αστυνομικών.

Πρόκειται φυσικά για μια συζήτηση που κατ’ εξοχήν αφορά και την Ελλάδα. Εδώ βέβαια δεν έχουμε τις εγκληματικές συμμορίες που έδρασαν στην Αγγλία. Η αντιπαράθεση είναι περισσότερο πολιτική _ αν και έχουμε δει ότι η διάκριση αυτή είναι πολύ λιγότερο καθαρή από ό,τι ίσως νομίζουμε καθώς οι λεηλασίες καταστημάτων είναι και εδώ συχνό φαινόμενο.

Πολιτική ή όχι, είναι φανερό ότι σε μια σημαντική μερίδα των νέων έχει αναπτυχθεί μια κουλτούρα μίσους προς ό,τι έχει σχέση με το κράτος, την εξουσία, αλλά και κάθε μορφής «φορείς» του κοινωνικού καθεστώτος και της ιδεολογίας του _ από τις τράπεζες ως τα φαστ φουντ και τα πολυκαταστήματα.

Οφείλεται η κουλτούρα αυτή στη λιτότητα; Αμεσα προφανώς όχι. Από την άλλη πλευρά, δεν μπορεί κανείς να μην παρατηρήσει ότι η κουλτούρα αυτή αναπτύσσεται πολύ πιο εύκολα σε υποβαθμισμένες γειτονιές, ότι οι νέοι χωρίς δουλειά, χωρίς προσανατολισμό και με περιορισμένες ευκαιρίες είναι πιο εύκολο _ ακόμη και μόνο επειδή βαριούνται _ να αποξενωθούν και να στραφούν εναντίον της κοινωνίας. Πόσω μάλλον αν μπορούν να βρουν και ένα ιδεολογικό επικάλυμμα.

Φτηνή κοινωνιολογία; Ενδεχομένως. Από τον καιρό του ρεπορτάζ ωστόσο έχει μείνει στο μυαλό μου η συνέντευξη ενός νεαρού χούλιγκαν για τον οποίο το εβδομαδιαίο κυνηγητό με την Αστυνομία και το ξύλο με τους φιλάθλους των αντιπάλων ήταν το μεγάλο γεγονός που περίμενε πώς και πώς τις υπόλοιπες ημέρες.

Την ίδια στιγμή βέβαια έχει σημασία να δούμε ότι και η ίδια η κοινωνία διευκολύνει αυτή την κουλτούρα της απαξίωσης. Από το σχολείο το οποίο η πολιτική ηγεσία και οι ίδιοι οι καθηγητές χαρακτηρίζουν «εξεταστικό κέντρο» ως το πανεπιστήμιο όπου ο καθένας _ και με προφανείς εξαιρέσεις _ μπορεί να πάρει πτυχίο χωρίς να πατήσει ποτέ του στο μάθημα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο αυτό που έχει κατά κόρον επισημανθεί, ότι στα επεισόδια συχνά πρωταγωνιστούν παιδιά από εύπορες οικογένειες.

Θα μπορούσε να βρει κανείς άπειρα τέτοια παραδείγματα θεσμικής υποκρισίας και κυνισμού είτε από τους πολιτικούς, είτε από τα κόμματα, είτε από συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες. Εχει σημασία να τα επισημαίνουμε, όπως έχει σημασία βέβαια να δούμε και έναν άλλο παράγοντα που διευκολύνει αυτή την κουλτούρα: την αίσθηση της ανομίας και της ατιμωρησίας που έχει κάνει τέτοιες επιλογές να γίνονται ουσιαστικά χωρίς κόστος.

Μεγαλύτερη σημασία ωστόσο έχει να δούμε τι θα κάνουμε στο εξής, πώς μπορεί το πρόβλημα να αντιμετωπιστεί. Ετοιμη συνταγή δεν υπάρχει. Υπάρχουν όμως δύο βασικές προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι η πολιτική βούληση όχι για κούφια λόγια, αλλά για πράξεις που απαιτούν συνέπεια και ενίοτε έχουν και πολιτικό κόστος. Η δεύτερη είναι η κοινωνική καταδίκη και η ρήξη με τη λογική της ανοχής με όποιο πρόσχημα και αν εκδηλώνεται. Καμία από τις δύο προϋποθέσεις δεν υπάρχει!