TO BHMA – THE PROJECT SYNDICATE

Τελικά η γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ δέχτηκε να λάβει μία νέα μορφή η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.). Τώρα περισσότερο από ποτέ, η Ε.Ε. πρέπει να επιτύχει μεγαλύτερη σταθερότητα, μεταφορά κεφαλαίων από χώρα σε χώρα, καθώς και επίδειξη αλληλεγγύης προκειμένου το σχέδιο αυτό να αποτρέψει την ευρωπαϊκή κατάρρευση υπό το βάρος της συνεχιζόμενης χρηματοπιστωτικής κρίσης.

Για μεγάλο χρονικό διάστημα η Μέρκελ πολεμούσε με νύχια και με δόντια αυτό το καινούργιο σχέδιο της Ε.Ε., διότι γνώριζε ότι δεν είναι καθόλου δημοφιλές στη Γερμανία και, συνεπώς, επικίνδυνο για τις εκλογικές της φιλοδοξίες. Ήθελε μεν να υπερασπιστεί το ευρώ, αλλά όχι και να πληρώσει το τίμημα για αυτή την υπεράσπιση. Χάρη στις χρηματοπιστωτικές αγορές, αυτό το όνειρο σβήνει εδώ.

Οι αγορές έστειλαν τελεσίγραφο στην Ευρώπη: ή θα προωθήσει περισσότερο την οικονομική και χρηματοπιστωτική ενοποίηση σε ομοσπονδιακή βάση, ή θα αντιμετωπίσει την κατάρρευση του ευρώ και μαζί της Ενωσης. Την τελευταία στιγμή η Μέρκελ έκανε τη λογική επιλογή.

Αν οι αρχηγοί κρατών και οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. είχαν λάβει την ίδια απόφαση πριν από ένα χρόνο, η κρίση του ευρώ δεν θα είχε κλιμακωθεί σε τέτοιο βαθμό, το συνολικό κόστος θα ήταν χαμηλότερο και όλοι θα είχαν δικαίως επαινέσει τους ευρωπαίους ηγέτες για έναν ιστορικό άθλο. Αλλά, όπως είπα, η Μέρκελ δεν τόλμησε τότε να δράσει.

Ετσι, η συμφωνία που επετεύχθη στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής θα έχει μεγαλύτερο πολιτικό και οικονομικό κόστος. Παρά το διπλασιασμό της χρηματικής βοήθειας και τη μείωση των επιτοκίων, η συμφωνία δε θα ανακόψει ούτε την κρίση χρέους στην Ελλάδα και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ούτε την υπαρξιακή κρίση της ίδιας της Ε.Ε.

Παρόλα αυτά η Ευρώπη απέφυγε την κατάρρευση του ενιαίου νομίσματος και ο γάλλος πρόεδρος, Νικολά Σαρκοζί, δικαιώθηκε για τα εγκωμιαστικά του σχόλια για τη δημιουργία ενός «Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου». Αυτή η τολμηρή κίνηση, όμως, είχε τεράστιες πολιτικές συνέπειες, τις οποίες όλοι οι πολίτες οφείλουν να γνωρίζουν, επειδή η εγκαθίδρυση μιας ευρωπαϊκής, οικονομικής διακυβέρνησης μέσω αυτού του ταμείου αποτελεί πολιτική επανάσταση τριών σταδίων από την πλευρά της Ε.Ε.

Πρώτον, η Ένωση δύο ταχυτήτων που προέκυψε μετά τους πρώτους γύρους της επιμήκυνσης θα χωριστεί σε εμπροσθοφυλακή (το Eurogroup) και οπισθοφυλακή (τα υπόλοιπα από τα 27 κράτη-μέλη της Ε.Ε.). Αυτός ο επίσημος διαχωρισμός θα αλλάξει ριζικά την εσωτερική διάρθρωση της Ε.Ε. Υπό την ασπίδα της διευρυμένης Ε.Ε., οι παλιές διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στη γερμανική και τη γαλλική ηγεσία της πάλαι ποτέ Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (Ε.Ο.Κ.) και ανάμεσα στη βρετανική και τη σκανδιναβική ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (Ε.Ζ.Ε.Σ.) επανεμφανίζονται. Από εδώ και πέρα, τα κράτη του ευρώ θα καθορίζουν περισσότερο από ποτέ τη μοίρα της Ε.Ε., λόγω των κοινών συμφερόντων τους.

Δεύτερον, το ταμείο και η ενιαία οικονομική διακυβέρνηση θα προωθεί μια ευρωπαϊκή, ομοσπονδιακή λύση εις βάρος της κυριαρχίας των κρατών-μελών. Για παράδειγμα, οι εθνικές νομοθεσίες και οι προϋπολογισμοί θα υπόκεινται σε ένα ευρωπαϊκό εποπτικό σώμα.

Τέλος, είναι επόμενο ότι στο μέλλον η Μέρκελ και ο Σαρκοζί θα πρέπει να αγωνιστούν περισσότερο από ποτέ για την επανεκλογή τους, αφού σήμερα οι εκλογικές πλειοψηφίες στις χώρες τους είναι πιο αβέβαιες από ποτέ.

Η ουσιαστική ενοποίηση, με τις περαιτέρω μεταφορές εξουσιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θα είναι αναπόφευκτη προκειμένου να επιβιώσει το ευρωπαϊκό νόμισμα. Αυτό το ιστορικό βήμα μπορεί να γίνει μόνο μέσω της δημοκρατικής πολιτικής, όχι παρασκηνιακά.

Για να αντέξει η ευρωζώνη, είναι απαραίτητο οι περισσότεροι ευρωπαίοι πολίτες να αποδεχτούν το ευρώ ως το νόμισμά τους. Δεν πρόκειται για τεχνοκρατικό ζήτημα, αλλά για ζήτημα βαθιά πολιτικό και δημοκρατικό. Ως εκ τούτου, το πρώτο βήμα πρέπει να είναι η εξασφάλιση του ισχυρού ρόλου των εθνικών κοινοβουλίων σε αυτή τη διαδικασία.

Στη Γερμανία, υπήρξε ευρεία συναίνεση όσον αφορά τη σταθερότητα της Ένωσης άλλα όχι όσον αφορά τη μεταφορά κεφαλαίων και ευθύνης, ιδιαίτερα από τους ψηφοφόρους της Μέρκελ. Στο εξής οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αγωνίζονται για να κερδίζουν εκλογικές πλειοψηφίες, οι οποίες θα στηρίζουν το ευρώ. Αυτό είναι καλό γιατί μόνο έτσι θα επιτευχθεί αξιόπιστη δημοκρατική συναίνεση για το μέλλον της Ευρώπης. Η γερμανίδα καγκελάριος και ο γάλλος πρόεδρος θα πρέπει να παρουσιάσουν με ξεκάθαρο τρόπο τις πολιτικές τους και να παλέψουν για την περαιτέρω ενοποίηση και το ενιαίο νόμισμα.

Το αποτέλεσμα αυτού του αγώνα θα καθορίσει την τύχη τους και τη συνέχεια της θητείας τους. Το αν θα τα καταφέρουν κάθε άλλο παρά σίγουρο είναι, δεδομένης της τρέχουσας κατάστασης της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης. Αλλά αν δεν προσπαθήσουν καν, η ήττα τους – και η ήττα της Ευρώπης -, είναι δεδομένη.

*Ο κ. Γιόσκα Φίσερ, ηγετικό στέλεχος του γερμανικού Κόμματος των Πρασίνων επί περίπου 20 έτη, διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών και αντικαγκελάριος της Ομοσπονδιακής Γερμανίας από το 1998 ως το 2005.