Το 1982, όταν ο Χέλμουτ Σμιτ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την καγκελαρία, ενώ την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας των μελών της Ομοσπονδιακής Βουλής συγκέντρωσε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Χέλμουτ Κολ που έγινε ο νέος καγκελάριος, γερμανική εφημερίδα απεικόνιζε ως εξής την όλη εξέλιξη: Ενα σκίτσο έδειχνε τον Σμιτ που άφηνε πίσω του φεύγοντας ένα μεγάλο και βαθύ αποτύπωμα, ενώ ο Κολ ερχόμενος μόλις που διακρινόταν το δικό του ίχνος στον καμβά της πολιτικής συγκυρίας. Η ιστορία ωστόσο αποφάσισε διαφορετικά για τον αρχιτέκτονα της γερμανικής ενοποίησης και της νέας ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής Χέλμουτ Κολ, που αναδείχθηκε σε ηγέτη διαμετρήματος statesman για τη Γερμανία και την Ευρώπη.

Θέση 1η: Η ανάδειξη σε ηγέτη ενός πολιτικού προκύπτει ex post. Ηγέτης (ευτυχώς!) δεν γίνεται εκείνος που έχει κάποια τυπικά προσόντα για μια τέτοια θέση, αλλά είναι οι απαιτήσεις του αξιώματος, την επάρκεια ανταπόκρισης στις οποίες θα κρίνει η ιστορία, η προϋπόθεση για την ανάδειξη ενός ατόμου σε ηγέτη.

Στις ημέρες μας διαπιστώνεται έλλειμμα ευρωπαϊκής και εγχώριας ηγεσίας. Η ορθότητα της διαπίστωσης θα κριθεί εκ των υστέρων, αν και σε παρόντα χρόνο οι πολιτικοί αρχηγοί της Ευρώπης φάνηκαν υπεύθυνοι στη διαχείριση της ελληνικής κρίσης. Πάντως, ό,τι καθιστά το αίτημα για αποτελεσματικότερη ηγεσία διατυπώσιμο δεν είναι, σε πρώτο επίπεδο, η έλλειψή της, αλλά η αναποτελεσματικότητα των θεσμών και η έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών στους διαμεσολαβητικούς θεσμούς της δημοκρατίας. Για να το διατυπώσουμε διαφορετικά: Το ρήγμα στις σχέσεις κοινωνίας και πολιτικής και η αποστασιοποίηση των πολιτών από τους πολιτικούς θεσμούς είναι που υπερφορτώνει με επιπλέον ευθύνες την πολιτική ελίτ. Τη σημασία της είχε εξάρει στην ανάλυσή του για τη χαρισματική ηγεσία ο Μαξ Βέμπερ· μόνο που ο Βέμπερ ανέθετε στον χαρισματικό ηγέτη τη διαχείριση των πολιτικών υποθέσεων σε στιγμές εξαιρετικές, όταν οι καταστάσεις οδηγούσαν σε υπέρβαση της δημοκρατικά νομιμοποιημένης εξουσίας.

Θέση 2η: Οι δημοκρατίες στηρίζονται στην αλληλεξάρτηση κοινωνίας και πολιτικής. Οταν η πρώτη εξατομικεύεται, η δεύτερη υπερφορτώνεται και αδυνατεί να ανταποκριθεί στα κοινωνικά αιτήματα. Ο χαρισματικός ηγέτης δεν είναι η λύση στο πρόβλημα της χαμηλής παραγωγής πολιτικής, αλλά η εμφάνισή του συνιστά πρόβλημα, καθώς η χαρισματική ηγεσία αυτονομείται από την κοινωνική και θεσμική της βάση. Για να το πούμε διαφορετικά: σε περιόδους κρίσης των θεσμών καλύτερα τις τύχες μας να διαχειρίζονται «καθημερινοί» πολιτικοί παρά λαοπλάνοι δημαγωγοί και χαρισματικοί ηγέτες.

Ωστόσο η νοσταλγία για λαοπλάνους δημαγωγούς και χαρισματικούς ηγέτες τείνει να εξαπλωθεί. Κάθε φορά που τα πράγματα γίνονται σοβαρά, τα προβλήματα παγκοσμιοποιούνται και πολυπλοκοποιούνται, όπως τώρα με την οικονομική κρίση, η αναζήτηση ενός υπερ-ηγέτη έρχεται στο προσκήνιο. Μόνο που η πολιτική απέχει πολύ από τη μαγεία. Προτού βιαστούμε να θεωρήσουμε αδαείς τους αρχηγούς της παγκόσμιας, ευρωπαϊκής και εγχώριας πολιτικής σκακιέρας, ας λάβουμε υπόψη μας ότι τα δαιδαλώδη πλοκάμια της κρίσης χρειάζονται νηφάλιους πολιτικούς χειρισμούς, αλλά και θετική κοινωνική συμβολή για να ξεμπλεχτούν.

Θέση 3η: Ο Ντε Γκωλ, ο Αντενάουερ, ο Σμιτ, η Θάτσερ, ο Κολ ανήκουν στο παρελθόν. Προτού εξαγγελθεί το «τέλος των ηγετών», ας παραδεχτούμε ότι σήμερα, αν είχαμε ηγέτες σαν και αυτούς, μάλλον δεν θα τους θέλαμε· δεν θα θέλαμε πολιτικούς που αγνοούν συνειδητά τη δημοσκοπικά διαπιστωμένη θέληση του λαού και πάνε κόντρα σε οργανωμένα συμφέροντα και στην κοινή γνώμη.

Στη μεταδημοκρατική συγκυρία που διανύουμε η πολιτική υποχωρεί έναντι της οικονομίας και των ΜΜΕ. Οσο τα περιθώρια δράσης της πολιτικής περιορίζονται τόσο ο τύπος του πολιτικού που υιοθετεί εκλογοτροπικό ήθος και πρακτικές των μίντια κερδίζει την κοινωνική αποδοχή (και τις εκλογές). Ιδίως στη μεταδημοκρατική συγκυρία της κρίσης, πολιτικοί που δίνουν λυτρωτικές υποσχέσεις αποκτούν προβάδισμα έναντι εκείνων που απαξιωτικά χαρακτηρίζονται «μονότονοι διαχειριστές». Ή, για να το διατυπώσουμε διαφορετικά, ολοένα συχνότερα οι εκάστοτε Μπερλουσκόνι αποκτούν προβάδισμα έναντι κάποιου Πρόντι. Η ιταλική εμπειρία καταδεικνύει πάντως ότι η επιπόλαιη αναζήτηση ηγέτη εύκολα καταλήγει σε φιάσκο. Αν μη τι άλλο, μετά την εμπειρία της Ιταλίας, δεν μπορούμε να υποκρινόμαστε ότι δεν γνωρίζαμε τις συνέπειες τέτοιων επιλογών.

Η κυρία Βασιλική Γεωργιάδου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ