Θα θυµάµαι για πολύ καιρό τη δήλωση που έκανε ο δικηγόρος Κένεθ Π. Τόµσον σε µια οµάδα δηµοσιογράφων, στο πεζοδρόµιο έξω από το Ανώτατο Δικαστήριο της Πολιτείας της Νέας Υόρκης, γύρω στο µεσηµέρι της προηγούµενης Παρασκευής. Ετυχε να είµαι στη Νέα Υόρκη εκείνη την ηµέρα και τον είδα σε απευθείας µετάδοση από την τηλεόραση. Ο Τόµσον εκπροσωπεί τη γυναίκα από τη Γουινέα η οποία λέει ότι τη βίασε ο Ντοµινίκ Στρος-Καν σε µια σουίτα του ξενοδοχείου Sofitel της Νέας Υόρκης, τον Μάιο.

Ο δικηγόρος είχε µόλις δει το κατηγορητήριο να αρχίζει να καταρρέει, καθώς η Εισαγγελία οµολόγησε ότι υπάρχουν πολλές αντιφάσεις και ψέµατα στην ιστορία της γυναίκας.

Ο Τόµσον, ο οποίος ειδικεύεται σε υποθέσεις διακρίσεων στον χώρο εργασίας και σεξουαλικής παρενόχλησης, µίλησε µε λεπτοµέρειες για τα αναµφισβήτητα, κατά τη γνώµη του, γεγονότα της επίθεσης: τη βία που σχεδόν εξάρθρωσε τον ώµο της γυναίκας (ο συνήγορος άγγιξε τον δικό του ώµο για να ενισχύσει τα λεγόµενά του), τα τραύµατα στον κόλπο της, το σχισµένο καλσόν της.

Και µετά αυτό: «Το επόµενο που θέλω να σας πω είναι ότι όταν πάλευε για να ξεφύγει, όταν είχε πέσει στα τέσσερα και εκείνος την κακοποιούσε σεξουαλικά, αφότου τελείωσε, εκείνη σηκώθηκε όρθια και άρχισε να τρέχει προς την πόρτα και άρχισε να φτύνει το σπέρµα του Ντοµινίκ ΣτροςΚαν από το στόµα, αηδιασµένη, σε όλο το δωµάτιο του ξενοδοχείου. Ετσι όταν ακούσετε για τα στοιχεία από την ιατροδικαστική έρευνα, τα στοιχεία από το DNA, έφτυσε το σπέρµα του στον τοίχο, το έφτυσε στο πάτωµα – και ξέρετε κάτι; Μόλις η προϊσταµένη της έφτασε επάνω, το είδε. Το προσωπικό ασφαλείας στο Sofitel το είδε. Οι αστυνοµικοί το είδαν. Και υπήρξε δίωξη από το γραφείο του γενικού εισαγγελέα του Μανχάταν, που πήγε σε αυτό το δωµάτιο του ξενοδοχείου την ηµέρα που συνέβη, και εκείνη του έδειξε πού ήταν το σπέρµα».

Αν η γυναίκα και ο δικηγόρος της λένε την αλήθεια, τότε έχουµε µια εικόνα για το πώς µοιάζει µια βίαιη σεξουαλική επίθεση από έναν ισχυρό άνδρα σε µια ευάλωτη γυναίκα. Αν όµως δεν λένε την αλήθεια, τότε αυτή ήταν η εκτέλεση της προσωπικότητας ενός ανθρώπου, µέρα µεσηµέρι, σε ένα πεζοδρόµιο της Νέας Υόρκης.

Ο άνθρωπος ο οποίος θα µπορούσε να έχει γίνει πρόεδρος της Γαλλίας δεν µπορεί να κάνει τίποτε τώρα για να αποκαταστήσει την υπόληψή του. Οποτε αναφέρεται το όνοµά του, το πρώτο πράγµα που θα σκέφτονται οι πάντες θα είναι αυτή η υπόθεση.

Καθώς η υπόθεση κατά του DSK αµφισβητείται, και ίσως το κατηγορητήριο να καταρρεύσει τις επόµενες εβδοµάδες, τόσο οξύνεται η γαλλοαµερικανική διαµάχη. «Ασχέτως από το αν απελευθερωθεί ο DSK, η υπόθεσή του ήταν λαµπρό παράδειγµα ισότητας ενώπιον του νόµου» γράφει ο αµερικανός δηµοσιογράφος Πίτερ Μπέιναρτ στο «Daily Beast».

Στην άλλη πλευρά, ογάλλος φιλόσοφος Μπερνάρ-Ανρί Λεβί καταφέρεται κατά «του κανιβαλισµού της Δικαιοσύνης του πεζοδροµίου» και δηλώνει ότι ο φίλος του DSK δεν πρέπει να κερδίσει «µόνο την ελευθερία του, αλλά – ακόµη πιο σηµαντικό – την αποκατάσταση της τιµής του».

Αυτό που έχουµε εδώ είναι η ηχώ µιας βαθιάς διαφοράς ανάµεσα στη γαλλική και στην αµερικανική νοοτροπία σε ζητήµατα ιδιωτικής ζωής και υπόληψης. Ο Τζέιµς Γουίτµαν, καθηγητής Νοµικής στο Γέιλ, ισχυρίζεται ότι η ουσία της αµερικανικής παράδοσης είναι να ρίχνει τους πάντες προς τον χαµηλότερο κοινό παρονοµαστή, ενώ η γαλλική (και η γερµανική) παράδοση είναι να ανεβάζει τους πάντες στον υψηλότερο παρονοµαστή.

«Είµαστε όλοι αριστοκράτες τώρα» λέει το πνεύµα των Παρισίων. Ακόµη και η πιο φτωχή µετανάστρια αξίζει ευγένεια, σεβασµό και, ναι, τιµή. «Δεν υπάρχουν πια αριστοκράτες» κραυγάζει το πνεύµα της Νέας Υόρκης, και όλοι θα πρέπει να αντιµετωπίζονται µε ισότιµη έλλειψη σεβασµού. Η ανάλυση του Γουίτµαν είναι ιδιοφυής, αλλά αναγκάζοµαι να αναφωνήσω: Μακάρι! Μακάρι να ήταν αλήθεια ότι στην ηπειρωτική Ευρώπη συµπεριφέρονται στους φτωχούς µετανάστες ή στις γυναίκες των Ροµά µε τον σεβασµό και την ευγένεια που κάποτε προορίζονταν για τους ευγενείς. Μπορεί αυτό να αποτελεί την ιδανική βάση του γαλλικού και του γερµανικού νόµου, όπως υποστηρίζει ο Γουίτµαν, όµως η πραγµατικότητα είναι ότι µια φτωχή γυναίκα, για παράδειγµα από τη Γουινέα, είναι το ίδιο πιθανό να πέσει θύµα καταπίεσης, εκµετάλλευσης και κακοποίησης τόσο στο Παρίσι όσο και στη Νέα Υόρκη. Οπως µάθαµε ως αποτέλεσµα αυτού του σκανδάλου, οι ισχυροί άνδρες περιµένουν σεξουαλικές χάρες από λιγότερο ισχυρές γυναίκες στη Γαλλία όπως ακριβώς – ίσως και περισσότερο – οπουδήποτε αλλού.

Μακάρι να ήταν αλήθεια ότι οι ισχυροί και οι ανίσχυροι είναι πραγµατικά ίσοι απέναντι στον νόµο στις Ηνωµένες Πολιτείες. Πρώτον, δεν είναι αλήθεια ότι ο εξευτελισµός κατανέµεται ισόποσα σε όλους. Πλούσιοι, ισχυροί και µε διασυνδέσεις συχνά αποφεύγουν τη διαπόµπευση και ξοδεύουν πολύ χρόνο και χρήµα για να το πετύχουν. Δεύτερον, στον σηµερινό κόσµο των ΜΜΕ, όπου η εικόνα είναι πολύ πιο ισχυρή από τις λέξεις, ισοδυναµεί µε καταδίκη χωρίς δίκη και χωρίς δυνατότητα έφεσης.

Οταν αρχικά υπερασπίστηκε το γεγονός ότι ο DSK αναγκάστηκε να εµφανιστεί αξύριστος, µε τσαλακωµένα ρούχα και χειροπέδες, ο δήµαρχος της Νέας Υόρκης Μάικλ Μπλούµπεργκ είπε στους δηµοσιογράφους: «Αν δεν θέλεις να “παρελάσεις”, µην κάνεις το έγκληµα». Αν όµως αποδειχτεί ότι δεν έκανες το έγκληµα; Α, ονειροπόλησε ο Μπλούµπεργκ, «τότε η κοινωνία θα πρέπει να κοιτάξει στον καθρέφτη και να πει ότι την επόµενη φορά θα πρέπει να είµαστε πιο προσεκτικοί». Πιο πρόσφατα άλλαξε τις απόψεις του λέγοντας ότι πάντοτε θεωρούσε «εξωφρενική» αυτή τη διαπόµπευση. Τώρα µας το λέει. Τα σεξουαλικά ήθη στην κορυφή της γαλλικής κοινωνίας αποκαλύπτονται κάτω από ένα σκοτεινό φως. Η διαπόµπευση του κατηγορουµένου είναι µια παρωδία αυτού που θα έπρεπε να είναι η δικαιοσύνη…

O κ. Τίμοθι Γκάρτον Ας είναι καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ