Οταν ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Θόδωρος Πάγκαλος στη διάρκεια της σοβαρότερης µάλλον κοινοβουλευτικής διαδικασίας (παροχή ψήφου εµπιστοσύνης στην κυβέρνηση) δηλώνει ότι οι εκλογές του 1981 (στις οποίες εξελέγη ο ίδιος πρώτη φορά βουλευτής) «ήταν η πρώτη ανεµπόδιστη έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας από τη σύσταση του ελληνικού κράτους» – όταν ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης ακυρώνει µε αυτόν τον πρωτόγονο τρόπο την ελληνική πολιτική ιστορία από το 1821 ως σήµερα, γιατί ο κάθε «Αγανακτισµένος» δεν δικαιούται να πιστεύει ότι «η χούντα δεν τελείωσε το ‘73»; Μήπως η 17Ν δεν υποστήριζε ακριβώς το ίδιο, για να δικαιολογήσει τις δολοφονίες που διέπραττε; Γιατί ο κάθε πονεµένος του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής (του Αλέκου Αλαβάνου) να µην ελπίζει ότι «η συγκέντρωση του Συντάγµατος µπορεί να εξελιχθεί σε εξωσυστηµικό δηµοκρατικό υποκείµενο» που θα επιβάλει «µια µεταπολίτευση του λαού»;

Η χούντα δεν τέλειωσε για την περιθωριακή Αριστερά – αλλά µήπως τέλειωσε το Βυζάντιο; Η κρατική Εκκλησία της Ελλάδος αποτελεί τη ζωντανή συνέχειά του µε την ιεραρχία της, τους τίτλους της, την αµφίεσή της, τη γλώσσα της. Μήπως τέλειωσε η Αρχαία Ελλάδα; Τα αρχαία ελληνικά βασανίζουν τα παιδιά στα σχολεία, ο ∆ηµήτρης Αβραµόπουλος ως δήµαρχος Αθηναίων υπέγραψε µε τον αντίστοιχο της Σπάρτης Συνθήκη Ειρήνης για το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέµου, οι σηµερινοί Σπαρτιάτες πορεύονται αλληλέγγυοι µε τους Αθηναίους προς το Σύνταγµα. Για το ΚΚΕ δεν έχει τελειώσει ο Εµφύλιος, πρέπει πάντα το κόµµα να κρύβει τα οικονοµικά του και τις λειτουργίες του από τις δυνάµεις καταστολής. Για τους δωδεκαθεϊστές δεν έχει εκπέσει το ∆ωδεκάθεο: χάριν της θρησκευτικής ελευθερίας τους ο σταθµός του µετρό στο Μοναστηράκι δεν θα λειτουργεί ώσπου να αποφασίσει η ελληνική ∆ικαιοσύνη (που ζει στην εποχή του αραµπά) για την τύχη του ναού που βρίσκεται στις γραµµές του.

Οι αναγνώσεις του παρελθόντος είναι πάντοτε ενεστωτικές, για το παρόν µιλούν και ενδιαφέρονται, αυτό θέλουν να ερµηνεύσουν, αυτό επηρεάζουν. Η µερική απόρριψη της περιόδου 1974-2011 από τον Θόδωρο Πάγκαλο θέλει να µας πείσει ότι η Ν∆ είναι αντιδηµοκρατικό κόµµα και η συνολική της από τους «Αγανακτισµένους» δηλώνει ότι αυτό ισχύει για το σύνολο των κοµµάτων. Μπορεί να έχει γίνει πια κοινή συνείδηση η αθλιότητα του ελληνικού πολιτικού συστήµατος, αλλά αυτό δεν αναιρεί ότι 37 συνεχή χρόνια χωρίς πολέµους, πραξικοπήµατα, εµφύλιες συρράξεις δεν έχουν προηγούµενο στην ελληνική ιστορία. Και όµως, η µεταπολιτευτική περίοδος γίνεται αντικείµενο κατεδαφιστικής κριτικής ως περίοδος ανοµίας, βίας, πελατειακών σχέσεων, κατασπατάλησης του δηµόσιου πλούτου – σαν να µην ενδηµούσαν τα φαινόµενα στην Ελλάδα µε απείρως µεγαλύτερη ένταση πριν από το 1974.

Γεννήθηκα στη διάρκεια του εµφυλίου πολέµου, στο πανεπιστήµιο µε βρήκε η δικτατορία. Και τα δύο ήσαν δηµιουργήµατα της γενιάς των γονιών µου, που είχαν γεννηθεί την εποχή του διχασµού και της Μικρασιατικής Καταστροφής και στη νεότητά τους είχαν πέσει πάνω στον πόλεµο, στην Κατοχή, στον Εµφύλιο. ∆ηλαδή, οι παππούδες µας προκάλεσαν τον διχασµό και τη Μικρασιατική Καταστροφή, οι γονείς µας τον Εµφύλιο και τη χούντα, η δική µας γενιά ευθύνεται για την άνθηση της τροµοκρατίας, τον θάνατο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και για τα 350 δισεκατοµµύρια του χρέους. Αν η νέα συνεχίσει στον δρόµο των ∆εκεµβριανών και των Πλατειών, θα αποδειχθεί χειρότερη από τη δική µου.

Η σηµερινή κρίση επιβεβαιώνει ότι η Ιστορία και οι ζωές µας δεν είναι γραµµικά προοδευτικές, πως οι καταστροφές περιµένουν στη γωνία. Αλλά µου φαίνεται υπήρξε πρόοδος: ο Εµφύλιος ήταν µικρότερο κακό από τη Μικρασιατική Καταστροφή, η δικτατορία µικρότερο από τον Εµφύλιο, η σηµερινή οικονοµική καταστροφή ελαφρύτερη δοκιµασία από τη χούντα και την εισβολή στην Κύπρο.

Αξίζει όµως να συναγάγουµε συµπεράσµατα από την πορεία: η Μεταπολίτευση απέδειξε πως η χώρα δεν µπορούσε να ζει µε τους τρόπους του εµφυλίου πολέµου, η χρεοκοπία αποδεικνύει ότι δεν µπορούµε να συνεχίσουµε να ζούµε µε τους τρόπους της Μεταπολίτευσης. Η µεγάλη ευθύνη της γενιάς που ετοιµάζεται να αποχωρήσει σήµερα, της Γενιάς του Πολυτεχνείου µε την ηλικιακή έννοια, είναι ότι δεν αξιοποιήσαµε τις δυνατότητες που µας έδωσε η κατοχύρωση της δηµοκρατίας το 1974 και των ευρωπαϊκών δρόµων που άνοιξαν το 1980 και το 2001: πολιτιστικά και πολιτικά αντισταθήκαµε στην ένταξη στην ΕΕ, οικονοµικά αντισταθήκαµε στην ένταξη στο ευρώ. Η δήθεν αντίσταση στον νεοφιλελευθερισµό δεν είναι παρά αντίθεση στην Ευρώπη, τα δήθεν ιδιαίτερα εθνικά προβλήµατα δεν είναι παρά ο βαλκανικός εθνικισµός που κυριαρχεί ιδεολογικά, αντλώντας επιχειρήµατα από βάθος χιλιάδων χρόνων. Οι σχέσεις µας µε τους γείτονες, η συµπεριφορά απέναντι στους µετανάστες, στις εθνικές και θρησκευτικές µειονότητες δεν είναι παρά όψεις αυτού του εθνικισµού. Και δεν πρέπει να ξεχνάµε πως οι εξοπλισµοί έχουν παίξει σηµαντικότατο ρόλο, µάλλον τον καθοριστικό, για την οικονοµική καταστροφή.

Για να προχωρήσουµε, η νέα γενιά πρέπει να απεγκλωβιστεί από τις συγκρουσιακές αναγνώσεις της Ιστορίας που ανακαλύπτουν συνεχώς εχθρούς µέσα και έξω από τη χώρα. Τούτη η κληρονοµιά είναι βαρύτερη από το χρέος και ίσως η γενιά που φεύγει έχει ακόµη τη δυνατότητα να την ελαφρύνει, αν στοχαστεί πάνω στις θεωρίες της και στις πρακτικές της.

Psychoyos@tovima.gr
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ