Μια φορά κι έναν καιρό η Ευρώπη έχτιζε αποικίες στην Κίνα. Στις µέρες µας η Κίνα αποικεί τµήµατα της Ευρώπης. Ανεπίσηµα βεβαίως και πολύ πιο ευγενικά από όταν η µπότα βρισκόταν στο άλλο πόδι. Η άνοδος της Κίνας φωτίζει και παράλληλα ενισχύεται από τη σχετική πτώση της Ευρώπης. Κατά την πρόσφατη περιοδεία του στην Ευρώπη ο πρωθυπουργός Γουέν Ζιαµπάο είχε προγραµµατισµένους σταθµούς στη Γερµανία, στη Βρετανία και στην Ουγγαρία. Γιατί στην Ουγγαρία; Εν µέρει γιατί διατηρεί την κυλιόµενη προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ), αλλά και διότι η Κίνα έχει µεγάλες επενδύσεις εκεί και σκοπεύει να κάνει περισσότερες – όπως και αλλού στη Νοτιοανατολική και στη Νότια Ευρώπη. Εκτιµάται ότι το 40% των κινεζικών επενδύσεων στην ΕΕ βρίσκεται στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, στην Ιταλία, στην Ελλάδα και στην Ανατολική Ευρώπη. Τον τελευταίο χρόνο κινέζοι πολιτικοί ηγέτες επισκέφθηκαν επίσης την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα.

Γιατί οι Κινέζοι δίνουν τόσο µεγάλη σηµασία στην περιφέρεια; Εκεί υπάρχουν πολλά υποσχόµενες επενδύσεις και αυτές οι µικρές περιφερειακές οικονοµίες είναι ένας εύκολος τρόπος εισόδου σε µια ενιαία ευρωπαϊκή αγορά 500 εκατοµµυρίων καταναλωτών. Η ευρωπαϊκή αγορά είναι πολύ πιο ανοιχτή για τους κινέζους επενδυτές από ό,τι η κινεζική για τους Ευρωπαίους. Οι µεγάλες επενδύσεις σε αυτές τις χώρες έχουν και πολιτικές απολαβές. Οσο περισσότερο εξαρτώνται οικονοµικά από την Κίνα τόσο µειώνονται οι πιθανότητες να υποστηρίξουν κοινές ευρωπαϊκές δράσεις τις οποίες η Κίνα θεωρεί επιβλαβείς για τα ζωτικά της συµφέροντα.

Με την ευρωζώνη στην Εντατική, χώρες όπως η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία πολύ θα ήθελαν να αγοράσει η Κίνα µερικά από τα «αποµονωµένα» κρατικά τους οµόλογα. Οι διαχειριστές του κινεζικού πλούτου έχουν αρχίσει διακριτικά να διαφοροποιούνται από τα οµόλογα του αµερικανικού ∆ηµοσίου, ενώ οι πολιτικοί ηγέτες δηλώνουν πρόθυµοι να βοηθήσουν την ευρωζώνη. Είναι ξεκάθαρο ότι αν η ευρωπαϊκή οικονοµία κατακρηµνιστεί, η κινεζική οικονοµία θα υποφέρει.

Με ένα από τα µεγαλύτερα αποθεµατικά στον κόσµο – γύρω στα 3 τρισ. ευρώ –, η Κίνα θα µπορούσε να αγοράσει τη µισή δηµόσια περιουσία που θα αποκρατικοποιηθεί ώσπου να πει κανείς «Πεκίνο». Θα πρέπει οι Ελληνες να φοβούνται τους Κινέζους που φέρουν δώρα; Οι ζητιάνοι δεν έχουν περιθώριο επιλογής.

Θα πρέπει να είναι κανείς παρανοϊκός ή υποκριτής για να θεωρεί ότι η Ευρώπη δεν χρειάζεται τα κινεζικά χρήµατα. Αν πιστεύουµε στο ελεύθερο εµπόριο και τις αγορές, τότε πρέπει να κάνουµε όσα κηρύττουµε. Το πρόβληµα δεν έγκειται στο ότι παραείναι εύκολο για τους Κινέζους να επενδύσουν εδώ, αλλά στο ότι είναι πολύ δύσκολο για εµάς να επενδύσουµε εκεί. Ωστόσο δεν υπάρχει αµφιβολία ότι η κινεζική οικονοµική δύναµη ήδη εισχωρεί βαθιά στην Ευρώπη – και αυτή η οικονοµική εµπλοκή µεταφράζεται σε πολιτική επιρροή.

Ορισµένοι από τους ασιάτες γείτονες της Κίνας έχουν νιώσει µια πολύ σκληρότερη πλευρά της κινεζικής ανόδου. Καθώς η Κίνα αξιώνει επεκτατικά τον έλεγχο της Νότιας Κινεζικής Θάλασσας, κινεζικά πλοία έχουν κόψει δύο φορές τους κάβους βιετναµέζικων πλοίων που αναζητούσαν πετρελαϊκά κοιτάσµατα.

Η γεωπολιτική της Ασίας µοιάζει όλο και περισσότερο µε εκείνη της Ευρώπης στα τέλη του 19ου αιώνα παρά στα τέλη του 20ού. Ανήσυχες κρατικές δυνάµεις αναπτύσσουν στρατούς και στόλους, αµφισβητώντας τον έλεγχο εδαφών (όπως το Κασµίρ) και χωρικών υδάτων. Τα εθνικά συµφέροντα υπερβαίνουν την οικονοµική αλληλεξάρτηση.

Οι µεγάλες µεταφορές ισχύος συνοδεύονται πάντοτε από έναν πόλεµο. Ας ελπίσουµε η Ιστορία να µην επαναληφθεί. ∆εν θα προκαλούσε έκπληξη όµως αν η άνοδος της Κίνας συνοδευόταν – κάποια στιγµή εντός των επόµενων δύο δεκαετιών – από ένοπλη σύρραξη µε έναν από τους µικρότερους γείτονές της.

Πέρα από την οικονοµική και στρατιωτική διάσταση της ανερχόµενης κινεζικής δύναµης, υπάρχει και µια τρίτη: η πολιτική, πολιτιστική ή «ήπια ισχύς». Eνας από τους σηµαντικότερους κινέζους συγγραφείς σε θέµατα διεθνών σχέσεων, ο Γιαν Σιουετόνγκ, µόλις εξέδωσε ένα συναρπαστικό βιβλίο µε τίτλο «Αρχαία κινεζική σκέψη, µοντέρνα κινεζική δύναµη». Είναι αφιερωµένο στην εξερεύνηση των µαθηµάτων της πολιτικής σκέψης της προ Κιν (προ 221 π.Χ.) περιόδου για τον ρόλο της Κίνας στον σηµερινό κόσµο. Ο Γιαν υποστηρίζει ότι οι αρχαίοι κινέζοι διανοούµενοι διακρίνουν δύο αντικρουόµενες ιδέες για την κρατική εξουσία: την ηγεµονία ή αυτό που αποκαλούν «ανθρώπινη εξουσία». Με την «ανθρώπινη εξουσία», η σοφία, η αρετή και η αγαθοεργία των ηγετών όχι µόνο θα ικανοποιούν τους λαούς τους αλλά θα προσελκύουν και άλλους, επεκτείνοντας εκτός των συνόρων τον τρόπο που γίνονται τα πράγµατα.

Η Κίνα του 2011 απέχει πολύ από µια τέτοια «ανθρώπινη εξουσία». Ξεκινώντας µε τον µεγάλο µεταρρυθµιστή Ντενγκ Ξιαοπίνγκ, µπορεί να επαίρεται ότι έβγαλε εκατοντάδες εκατοµµύρια άτοµα από τη φτώχεια. Στα µάτια των αναπτυσσόµενων χωρών, το µοντέλο του κρατικού καπιταλισµού αποτελεί µια ιδεολογική πρόκληση για το δοκιµαζόµενο µοντέλο του καπιταλισµού της ελεύθερης αγοράς. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια ένα νευρικό κοµµουνιστικό κόµµα έχει περιέλθει σε µια κατάσταση που δεν είναι καθόλου ανθρώπινη – από τον τρόπο που συµπεριφέρεται στις εθνικές µειονότητες της χώρας ως την κράτηση του καλλιτέχνη A ϊ Γουεϊγουέι. Η αντίδρασή του στην Αραβική Ανοιξη ήταν πολύ πιο αγωνιώδης από ό,τι θα είχε λόγο να είναι σύµφωνα µε τους αναλυτές.

Αυτά τα τρία πρόσωπα της κινεζικής ισχύος – οικονοµική, στρατιωτική και πολιτική – είναι αξεχώριστα. Ολα αλλάζουν. Είναι σκόπιµες και κρίσιµης σηµασίας οι διαπραγµατεύσεις που επιθυµούν να έχουν ο Ντέιβιντ Κάµερον και η Ανγκελα Μέρκελ µε την κινεζική ηγεσία. Ωστόσο η σκληρή αλήθεια είναι ότι η επιρροή των ξένων στην εξέλιξη αυτής της ανερχόµενης υπερδύναµης θα είναι περιορισµένη. Πρέπει λοιπόν πρώτα να συµµαζέψουµε τα των οίκων µας, να παρακολουθούµε προσεκτικά και να ελπίζουµε.

O κ. Τίμοθι Γκάρτον Ας είναι καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ