Αν ο νέος υπουργός των οικονομικών κ. Ε. Βενιζέλος έδινε χθες εξετάσεις στη Βουλή τότε ασφαλώς τις πέρασε πανηγυρικά. Όχι φυσικά γιατί εισηγήθηκε μια διαφορετική οικονομική πολιτική. Το αντίθετο. Αλλά γιατί για πρώτη φορά με τρόπο ολοκληρωμένο έβαλε τα πραγματικά πολιτικά διλήμματα που έχει μπροστά του ο τόπος.

Μέχρι σήμερα ο δημόσιος διάλογος έχει επικεντρωθεί στο Μνημόνιο και αν είναι καλό για την οικονομία ή όχι. Ο κ. Βενιζέλος υποστήριξε ότι στην πραγματικότητα το Μνημόνιο είναι η δανειακή μας σύμβαση μέσα στην οποία περιλαμβάνονται μια σειρά από αλλαγές τις οποίες εμείς οι ίδιοι – τουλάχιστον η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων- θεωρούμε αναγκαίες. Μπήκαν στο χαρτί ακριβώς γιατί οι Ευρωπαίοι δεν εμπιστεύονται ότι θα τις πραγματοποιήσουμε.

Το πραγματικό μας πρόβλημα, υπενθύμισε ο υπουργός των Οικονομικών, είναι η βιωσιμότητα του χρέους και η ανάγκη μας για πρόσθετα δάνεια από την Ευρώπη αν δεν θέλουμε να χρεοκοπήσουμε. Για να το πετύχουμε όμως θα πρέπει να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων. Πράγμα που σημαίνει βέβαια ότι δεν μπορούμε να συζητάμε σαν να είμαστε μόνοι μας στον κόσμο αλλά αντίθετα οφείλουμε να είμαστε «μέσα στο παιχνίδι», να παίρνουμε υπ’ όψη μας τους προβληματισμούς και τις συζητήσεις που γίνονται στην Ένωση και φυσικά να απαντάμε στις ανησυχίες που εκφράζονται.

Μέσα από ένα τέτοιο πρίσμα, η ίδια η λογική της συναίνεσης ανατρέπεται. Το να τσακωνόμαστε μεταξύ μας για το αν το ένα ή το άλλο μέτρο είναι αναγκαίο, έχει νόημα μόνο για εσωτερική κατανάλωση. Αν πράγματι επιθυμούμε τη διάσωση της οικονομίας τότε οι προτάσεις μας για τις όποιες αλλαγές θα πρέπει να γίνονται με τους όρους του ευρωπαϊκού διαλόγου. Κι είδαμε όλοι πολύ καθαρά πώς έγιναν δεκτές οι προτάσεις του κ. Σαμαρά από την Ευρώπη.

Ο κ. Βενιζέλος έδωσε ιδιαίτερο βάρος και στο «εσωτερικό μέτωπο» αναγνωρίζοντας ότι οι γενικές συζητήσεις για την οικονομία έχουν μικρή αξία για τον πολίτη που αντιμετωπίζει την πραγματικότητα της λιτότητας. Αναγνώρισε ακόμα ότι υπάρχει πρόβλημα δικαιοσύνης στα μέτρα που υιοθετούνται όσο δεν αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της φοροδιαφυγής κι έδειξε διατεθειμένος να αναζητήσει τρόπους δικαιότερης κατανομής των βαρών.

Λόγια και πάλι λόγια θα αντιτάξεις κανείς. Και θα έχει δίκιο. Το πραγματικό τεστ του κ. Βενιζέλου θα είναι ασφαλώς οι πράξεις. Κι εκεί το κρίσιμο δίλημμα παραμένει: να πείσουμε τους Ευρωπαίους ότι θα προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις και ταυτόχρονα να εξασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή κοινωνική συναίνεση από τους πολίτες.

Με μια μόνο διαφορά: Ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση και τα λόγια- η αίσθηση δηλαδή ότι υπάρχει μια σαφής και ολοκληρωμένη κατανόηση των προβλημάτων και των προτεραιοτήτων από την πολιτική ηγεσία- μετράνε. Κι όσο είναι ανάγκη να κερδηθεί η εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων άλλο τόσο και περισσότερο ίσως σημαντικό είναι να εμπιστευτούν το οικονομικό πρόγραμμα οι έλληνες πολίτες. Αν «βγάλουμε το κεφάλι μας από το νερό», αν πιστέψουμε ότι μπορούμε να ξεπεράσουμε την κρίση, τότε θα σπάσει πολύ πιο εύκολα ο φαύλος κύκλος τη μιζέριας και της ύφεσης!