Η πεπατημένη των άρθρων μας στο BHMAscience είναι να «μεταβολίζουμε» την επικαιρότητα των επιστημονικών ειδήσεων σε κείμενα που αναδεικνύουν τη χρησιμότητα των επιτευγμάτων για την κοινωνία. Ομως, όταν η κοινωνία στην οποία απευθύνονται τα άρθρα αυτά φτάνει στην «ώρα μηδέν» και όταν τα μηνύματα που έχουν φθάσει ως εμάς από τις εξελίξεις των τελευταίων ετών αποθησαυρίζονται σε μία διασταυρωμένη γνώση, τότε είναι χρέος μας να τολμήσουμε τη διατύπωση ακόμη και μιας ριζοσπαστικής οπτικής, εφόσον αυτή κρίνουμε ότι μπορεί να συμβάλλει ουσιαστικά στο σταμάτημα της πτώσης.

Για την αίσθηση της «ώρας μηδέν» είναι μάλλον περιττό να παραθέσουμε επιχειρήματα. Οπότε, ας περάσουμε στην παράθεση των σημαινόντων «μηνυμάτων».

ΑΕΙ, όπως Αεί Ετεροχρονιζόμενη Ισοπέδωση
Στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης, στην Ελλάδα των χρεωκοπημένων αξιών και των φαύλων ονείρων, στην παραλυτική χώρα που ζούμε σήμερα, συνηθίσαμε πρόσφατα να ανακαλύπτουμε την μία μετά την άλλη «φούσκες», χρηματιστηριακές, στεγαστικές κ.ά., ή να εντοπίζουμε «κρυμμένα ελλείμματα» και «διογκωμένα προνόμια». Πανικόβλητοι τα συναθροίζουμε όλα αυτά και πασχίζουμε να καταλάβουμε πώς έσκαψαν την απύθμενη τρύπα του χρέους που μας πνίγει. Κάπου, στην κοινή συνείδηση όλων μας, υφέρπει η γνώση πως το μεγαλύτερο «μαγνητικό βαρίδι» όλων των δικαιολογημένων και αδικαιολόγητών χρεώσεών μας υπήρξε διαχρονικά – από το… 1821 – η επιβεβλημένη υπέρμετρη δαπάνη μας για την εθνική άμυνα. Αυτή υπήρξε διαχρονικά και η μέγιστη αιτιολόγηση της απαράδεκτα χαμηλής δαπάνης μας για την παιδεία. Ομως, ακριβώς εδώ ξεκινάει το χτίσιμο της πιο επικίνδυνης φούσκας όλων σε αυτή την κοινωνία: Την κρατική ανεπάρκεια στη χρηματοδότηση μιας ανταγωνιστικής παιδείας ανέλαβε να καλύψει ο κάθε έλληνας γονιός, με ολέθρια αφαίμαξη του εισοδήματός του. Ολέθρια όχι μόνον διότι αυτή ισοδυναμεί με διπλάσια από την τυπική φορολόγησή του, αλλά και διότι εν πολλοίς κατέληγε – εξίσου διαχρονικά – σε «μαύρες τσέπες».

Ως εδώ, τα πράγματα είναι γνωστά και στις προηγούμενες γενιές. Τι άλλαξε τώρα τελευταία και προκαλεί την εγερτήρια αντίδρασή μας; Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στο μεταλυκειακό τοπίο που απλώνεται γύρω μας σήμερα: Χιλιάδες νέων παιδιών διαγωνίζονται, για άλλη μία χρονιά, για την είσοδό τους στα ελληνικά ΑΕΙ. Αριθμητικά, οι συνθήκες εισόδου είναι πολύ ευμενέστερες από παλιά. Πάμπολλα ΑΕΙ και ΤΕΙ, σε κάθε γωνιά της χώρας, εγγυώνται την αποδοχή ακόμη και όσων πάρουν βαθμούς… κάτω από τη βάση. Θα μπουν σε σχολές, είτε εκείνες που θέλουν είτε άλλες που τους χωρούν. Κι έπειτα από λίγο καιρό θα γίνουν έτι περισσότεροι, καθώς πάμπολλοι νέοι φοιτητές θα πλημμυρίσουν τις σχολές αυτές, μέσω μεταγραφών. Και θα ανακαλύψουν, αυτοί οι πρώτοι που τόσες ώρες και χρήματα ξόδεψαν σε φροντιστήρια και ιδιαίτερα για την πολυπόθητη είσοδο, ότι σπουδάζουν σε σχολές με αναλογία έως και ενός καθηγητή για κάθε 1000 φοιτητές! Και, απηυδισμένοι, σύντομα θα αρχίσουν «να μην πατάνε στο μάθημα» – όπως τους το επιτρέπουν – και η «καλή αναλογία» θα επιστρέψει μέσω του ιδιότυπου αυτού εξοστρακισμού της πλειοψηφίας. Και θα τελειώσουν κάποτε τις σπουδές τους – όσοι τις τελειώσουν – με την μεγάλη πλειοψηφία να κρατάει ένα πτυχίο με βαθμό «βάσης». Και μ’ αυτό το πτυχίο θα βγουν στην αγορά εργασίας, για να «φάνε πόρτα» οσονούπω – κατά τη γνωστή τους έκφραση. Κι όσοι εξ αυτών έχουν ακόμη ρανίδα αυτογνωσίας, θα ψάξουν για δουλειές πολύ ταπεινότερες των όσων υποσχόταν το βαρύγδουπο πτυχίο τους. Οι περισσότεροι, κρύβοντας από τον εαυτό τους και τους άλλους τις περγαμηνές στο «γράψιμο σκονακίων» που τους χάρισε η 4χρονη, 5χρονη, 6χρονη κλπ. εμπειρία, θα συνεχίσουν να αποτελούν τον κύριο λόγο οικονομικής αφαίμαξης των γονιών τους.

Κι αυτά είναι ήδη γνωστά, από την προηγούμενη δεκαετία. Τι εκτραχήλισε – θα πείτε – την κατάσταση τώρα;
Ας δούμε ένα ένα τα «κουκιά μετρημένα»: Κατά πρώτον, έχουμε μια οικονομία σχεδόν ολότελα υπηρεσιών, με κάθε πρωτογενή παραγωγή και βιομηχανία περιορισμένο στο ελάχιστο. Κατά δεύτερον, έχουμε ένα κράτος εγκληματικά γραφειοκρατικό, με τέτοια δημοσιοϋπαλληλική δομή που… αιτιολογεί την ύπαρξή της παράγοντας εμπόδια σε όσους πασχίζουν να δημιουργήσουν πρωτογενώς. Κατά τρίτον, έχουμε ανακυκλώσει αυτήν τη σχιζοφρένεια, εγκολπώνοντας στο σύστημα ως συντηρητές του τους πάμπολλους αποφοίτους των νομικών σχολών μας. Ετσι, μια στρατιά δικηγόρων βρίσκει αίτιο ύπαρξης και έδαφος βιοπορισμού είτε νομοθετώντας το πώς δεν θα παράγουν οι υπόλοιποι ή διώκοντας όποιον επιχειρεί «χωρίς αυτούς».

Με αυτά τα τρία «κακά της μοίρας μας», το ζητούμενο των δανειστών μας να κάνουμε την οικονομία μας τάχιστα ανταγωνιστική δείχνει ήδη εξαρχής ναρκοθετημένο. Ομως, σε αυτά ήρθε να προστεθεί και μια διεθνής εξέλιξη, που αποκαλύπτει πλέον ότι η «φούσκα της παιδείας μας» είναι το χειρότερο κακό. Μια εξέλιξη εν πρώτοις άσχετη με όλα όσα προείπαμε και γνωρίζαμε: Η εκτίναξη των τιμών των αγροτικών προϊόντων, από 35% έως και 112%!

Τα πτυχία της πείνας

Ακούγοντας στις απανωτές ειδήσεις των τελευταίων ετών την όλο και συχνότερα επαναλαμβανόμενη έκφραση «βιβλική καταστροφή», εύκολα ο κάθε λογικός νους αντιλαμβάνεται πως ο επόμενος σπασμένος κρίκος της αλυσίδας είναι ο διατροφικός: Η κλιματική αλλαγή, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, η εξαφάνιση των εποχών… όλα καταλήγουν σε μειωμένες σοδειές. Αρα, οι τιμές των τροφίμων στα ύψη. Και τα μεγαλύτερα θύματα; Οι οικονομίες υπηρεσιών. Μας το είχε πει ο γνωστός αμερικανός οικονομολόγος Γκαλμπρέιθ, από τότε που πρωτοεκδηλώθηκε η οικονομική κρίση, πριν τρία χρόνια στις ΗΠΑ: «Η κρίση αυτή είναι μόνον η αρχή. Θα εκδηλωθεί νέα, σφοδρότερη, από την οποία θα επιβιώσουν μόνον οι οικονομίες που θα αποδειχθούν αυτάρκεις».

«Αυτάρκεις» σημαίνει οτιδήποτε… μη ελληνικόν, υπό τις παρούσες συνθήκες. Το αποδεικνύει περίτρανα το πιο πρόσφατο «εξωτικό φρούτο» που εμφανίστηκε στα ράφια των υπεραγορών του κλεινού άστεος: Κρεμμύδια από την Ινδία! Γιατί; Δεν χρειάζονται εξηγήσεις στην παγκοσμιοποιημένη «ελεύθερη αγορά». Το πραγματικό ερώτημα που ενεδρεύει είναι ως πότε θα μπορούμε όλοι οι μετέχοντες σε μια οικονομία υπερχρεωμένων υπηρεσιών να αγοράζουμε κι αυτά τα φθηνά κρόμμυα Ινδιών.

Η συσχέτιση του αγοραστικού άγχους τροφίμων με την παιδεία συνίσταται στον εξής παράλογο συνδυασμό: Από τη μια, ετεροχρονίζουμε την είσοδο μεγάλου τμήματος της νέας γενιάς στην αγορά εργασίας, ωθώντας το σε ακριβοπληρωμένες – έμμεσα – σπουδές, ενώ από την άλλη δεν κάνουμε τίποτε για να κατευθύνουμε αυτή τη νεολαία σε σπουδές που θα έχουν αντίκρισμα εργασίας όταν αποφοιτήσουν, πολύ δε περισσότερο σε αντίκρισμα συμμετοχής σε «εναρμονισμένη στους καιρούς» ανάπτυξη αυτής της χώρας. Ετσι, εθελοτυφλούμε όλοι μαζί – κυβερνώντες και κυβερνώμενοι, γονείς και φοιτητές – όταν συγκρίνουμε τον τωρινό δείκτη ανεργίας στη χώρα μας με εκείνους της Ευρώπης. Η ωμή πραγματικότητα του αύριο θα είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία όσων μπουν φέτος στα ΑΕΙ μας προαλείφονται να μείνουν χωρίς εργασία!

Το μήνυμα μιας «άλλης παιδείας»
Η πρόταση λύσεων στο πεδίο μιας καλύτερης εκπαιδευτικής πολιτικής ακολουθούσε, στο παρελθόν, μια διαδικασία σύνθετη: Οι καθ’ ύλην αρμόδιοι επεξεργάζονταν τις εκπαιδευτικές αλλαγές που είχαν υλοποιηθεί σε πιο προηγμένες οικονομικά χώρες και εισηγούνταν, με μπόλικο διάλογο και συνδικαλιστικά πάρε-δώσε, την όποια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και στη δική μας χώρα. Ομως, για πρώτη ίσως φορά στα χρονικά του νεοελληνικού κράτους, η ιστορία μάς εξωθεί στο πρωτόγνωρο: Να αποφασίσουμε άμεσα εμείς οι ίδιοι το μοντέλο που θα διαρρήξει τη φούσκα της παιδείας μας. Διότι, πολύ απλά, δεν υπάρχει άλλος στο χάλι μας!

Τα «μηνύματα» που μπορούν να μας βοηθήσουν, ώστε το στήσιμο στον τοίχο να μας ξυπνήσει, υπάρχουν: Στις ίδιες τις ΗΠΑ, των καλύτερων διεθνώς πανεπιστημίων, κυοφορείται αυτή τη στιγμή μια εξέγερση στο μοντέλο των υπερχρεωμένων σπουδών χωρίς εργασιακό αντίκρισμα, καθώς αφενός έφθασαν να εισάγονται στα ΑΕΙ οι 70% των αποφοίτων λυκείων τους, αφετέρου οι σπουδές τους κοστίζουν γύρω στα 200.000 δολάρια χωρίς το ελάχιστο πλέον εχέγγυο εύρεσης εργασίας. Στην άλλη άκρη του πλανήτη, 500.000 Ινδοί έλαβαν φέτος το πτυχίο τους από τηλε-πανεπιστήμια, χωρίς σχεδόν να ξοδέψουν ρουπία!

Το τι σημαίνουν αυτές οι δύο ακραίες εμπειρίες είναι κάτι που αξίζει να μελετηθεί από τους εδώ καθ’ ύλην αρμόδιους της παιδείας. Επειδή όμως «ο τοίχος μάς τρώει στην πλάτη», θα αποτολμήσω ως κοινός νους γονιού να ξεστομίσω το δικό μου συμπέρασμα:
·Βάλτε το κάθε ΑΕΙ και ΤΕΙ αυτής της χώρας να κάνει δύο μελέτες: Μία αναπτυξιακή της τοπικής οικονομίας όπου εδρεύει και μία βιωσιμότητας του ιδίου αν τεθεί υπό την οικονομική κηδεμονία της εκεί περιφέρειας.
·Ζητήστε τους, βάσει των πορισμάτων των μελετών τους, να επαναχαράξουν το εκπαιδευτικό τους προϊόν, ώστε να στοχεύσει στην εξυπηρέτηση οικονομίας παραγωγής στην περιφέρειά τους πρώτιστα και δευτερευόντως υπηρεσιών.
·Συμπτύξτε τα αλληλεπικαλυπτόμενα τμήματα των διαφόρων ΑΕΙ-ΤΕΙ και ζητήστε από όλα να τεκμηριώσουν ένα στόχο αριστείας έκαστο, για τα επόμενα πέντε χρόνια.
·Μπολιάστε τη διδακτέα ύλη των λυκείων – αρχίζοντας από τα νυν ανασυστηνόμενα πειραματικά- πρότυπα σχολεία – με μαθήματα/παιχνίδια ανάπτυξης της δημιουργικότητας και της επιχειρηματικότητας, πετώντας έξω από αυτήν κάθε παπαγαλία ιστορίας και θρησκευτικών!
·Μετατρέψτε την πλειοψηφία των σχολών των πανεπιστημίων μας σε «on line σχολές», που θα παρέχουν τα προγράμματα σπουδών τους μέσω διαδικτύου.
·Επιδοτήστε τους νέους που μπαίνουν στην αγορά εργασίας παρακολουθώντας παράλληλα τηλε-σπουδές.
·Επιχορηγήστε αδρά την ανάπτυξη από τους φοιτητές καινοτομιών για την γεωργία, την κτηνοτροφία και την «πράσινη οικονομία».

Η λίστα αυτή μπορεί να εξειδικευθεί και να μακρύνει αν αναλάβουν να καταθέσουν ιδέες και άλλοι, πιο γνώστες των πραγμάτων. Ομως, με τίποτε, δεν μας περισσεύει χρόνος για άλλη μία παραπομπή στις καλένδες. Η φούσκα της παιδείας θα σκάσει ούτως ή άλλως από μόνη της, αν και πάλι «λακίσουμε». Αλλά τότε… θα μας πάρει και θα μας σηκώσει όλους μας και κανένα «σκονάκι» δεν θα γλυτώσει πτυχιούχους και μη άφρονες.