Μέσα σε μια εβδομάδα ο «Ομπάμα-που-έπιασε-τον-Οσάμα» έχει προγραμματίσει δύο μεγάλες ομιλίες για την εξωτερική πολιτική. Η πρώτη, το βράδυ της περασμένης Πέμπτης, είχε θέμα τη Μέση Ανατολή. Μετά τη διάσημη ομιλία του στο Κάιρο το 2009 προς τον μουσουλμανικό κόσμο, αυτή ονομάστηκε «Κάιρο 2». Πρόθεσή του ήταν να εκθέσει ένα όραμα και μια στρατηγική για την αμερικανική πολιτική προς ολόκληρη την περιοχή και να το κάνει προτού επισκεφθεί την Ουάσιγκτον ο ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου. Πληροφορούμαι ότι η δεύτερη ομιλία, που θα εκφωνήσει στο Λονδίνο την ερχόμενη Τετάρτη, θα είναι για την Ευρώπη και τις διατλαντικές σχέσεις. Θα την εκφωνήσει στο μέσον μιας ευρωπαϊκής περιοδείας που περιλαμβάνει μια επίσκεψη στη γενέτειρα του προ-προ-προ προπάππου του στο Μάνεϊγκαλ στην Ιρλανδία, όλο το πρωτόκολλο μιας επίσημης επίσκεψης στη Βρετανία ως προσκεκλημένος της βασίλισσας, τη σύνοδο του G8 στην Ντοβίλ στη Γαλλία και δύο ημέρες στην Πολωνία: εκεί σίγουρα οι ειδικοί στη γενεαλογία από τον Λευκό Οίκο θα μπορέσουν να εντοπίσουν κάποια «προ-προ-προ θεία» σε κάποια μικρή πόλη, ας πούμε το Ουστρίκι Ντόλνε, η οποία θα ενισχύσει την πολωνοαμερικανική ψήφο, όπως συνέβη με την ιρλανδοαμερικανική στις εκλογές του 2012.

Απ΄ ό,τι καταλαβαίνω, οι δύο ομιλίες δεν θεωρούνται ακόμη ένα στρατηγικό ζεύγος. Θα έπρεπε να είναι. Δεν υπάρχει σχέδιο για το οποίο να απαιτείται πιο επιτακτικά η στρατηγική συμμαχία μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ όσο η ανταπόκριση στην πιο σημαντική πολιτική εξέλιξη των αρχών του 21ου αιώνα: την αραβική άνοιξη.

Δεν το προτείνω αυτό για να βρούμε κάτι που τα δύο μέρη της πάλαι ποτέ «Δύσης» του Ψυχρού Πολέμου μπορούν να κάνουν μαζί. Το λέω επειδή είναι γεγονός ότι καμία πλευρά του Ατλαντικού δεν μπορεί να το πετύχει αυτό από μόνη της.

Μόνον οι ΗΠΑ μπορούν να πείσουν το Ισραήλ να ενστερνιστεί μια λύση των δύο κρατών. Μόνον οι Ευρωπαίοι μπορούν να προσφέρουν τη βοήθεια, την τεχνογνωσία, το εμπόριο και τις επενδύσεις για να οικοδομηθεί ένα βιώσιμο παλαιστινιακό κράτος. Μόνον οι ΗΠΑ έχουν αρκετή επιρροή στον στρατό της Αιγύπτου ώστε να τον αποτρέψουν απ΄ το να στραγγαλίσει εν τη γενέσει της τη νέα δημοκρατία στη χώρα. Αυτή η νεαρή δημοκρατία δεν μπορεί όμως να αναπτυχθεί χωρίς πρόσβαση στις ευρωπαϊκές αγορές, στην εκπαίδευση και στη στήριξη από την άλλη πλευρά της Μεσογείου. Το ίδιο ισχύει σε κάθε περίπτωση από το Μαρόκο ως το Πακιστάν- αν συμπεριλάβουμε το Πακιστάν σε έναν γενναιόδωρο ορισμό της ευρύτερης Μέσης Ανατολής.

Ετσι η ευρωατλαντική συμμαχία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά το αναγκαίο μέσο προς έναν κοινό στόχο. Κοινός σκοπός μας πρέπει να είναι να βοηθήσουμε την «αραβική άνοιξη» ώστε να γίνει ένα διαρκές καλοκαίρι ελευθερίας για ολόκληρο τον ισλαμικό κόσμο. Αυτό θα πρέπει να είναι το τρίτο μεγάλο σχέδιο της διατλαντικής συμμαχίας μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Το πρώτο ήταν η ανασυγκρότηση της Δυτικής Ευρώπης μετά το 1945, όπως την όρισαν το Σχέδιο Μάρσαλ, η ίδρυση του ΝΑΤΟ, του Συμβουλίου της Ευρώπης και των θεσμών που εξελίχθηκαν στη σημερινή Ευρωπαϊκή Ενωση. Εδώ, οι ΗΠΑ ήταν μακράν ο πιο ισχυρός εταίρος.

Το δεύτερο ήταν η ενσωμάτωση της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης σε αυτό που Ευρωπαίοι όπως ο Βάτσλαβ Χάβελ βάφτισαν «ευρωατλαντικές δομές». Εδώ, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη ήταν ισότιμοι εταίροι. Οι πιο συμβολικές στιγμές ήταν η προς ανατολάς διεύρυνση του ΝΑΤΟ το 1999 και της ΕΕ το 2004.

Σε αυτό το τρίτο σχέδιο η δύναμη της ΕΕ να επιφέρει ειρηνική αλλαγή είναι κάπως μεγαλύτερη από αυτήν των μακρινών και σχετικώς αποδυναμωμένων ΗΠΑ. Η Βόρεια Αφρική και η Μέση Ανατολή είναι στο κάτω κάτω της γραφής το εγγύς εξωτερικό της Ευρώπης. Σε σχέση με τα κινήματα απελευθέρωσης, οι οικονομικές, κοινωνικές, νομικές, διοικητικές και πολιτισμικές διαστάσεις της ισχύος- στις οποίες η Ευρώπη είναι πλούσια- είναι πιο σχετικές από τις σκληρές στρατιωτικές διαστάσεις στις οποίες υπερέχουν οι ΗΠΑ.

Η εξωτερική πολιτική του Ομπάμα χαρακτηρίστηκε ως τώρα από αυτό που αποκαλούμε με ευγενικό τρόπο «ρεαλισμό». Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του είπε ότι «η αλήθεια είναι πως η εξωτερική πολιτική μου είναι στην πραγματικότητα επιστροφή στην παραδοσιακή ρεαλιστική πολιτική του Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου, του Τζον Φ. Κένεντι και, κατά κάποιον τρόπο, του Ρόναλντ Ρίγκαν». Ως τώρα οι προτεραιότητές του ήταν: αρχικά η ασφάλεια, μετά η ανάπτυξη και εν συνεχεία η δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Τα πάθη της νεότητάς του- η πολιτική αντίσταση στην παράδοση του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, η κοινωνική αυτοοργάνωση, η απελευθέρωση- είναι σχεδόν αόρατα στις πράξεις του προέδρου. Ενας αμερικανός πρόεδρος σήμερα δεν μπορεί να μιλήσει στον ισλαμικό κόσμο ή στην Ευρώπη, όπως έκανε ο Τρούμαν πριν από 65 χρόνια στον κομμουνιστικό κόσμο και στη Δυτική Ευρώπη.

Ούτε οι Ευρωπαίοι ούτε οι Αραβες είναι έτοιμοι να λάβουν οδηγίες από την Ουάσιγκτον. Οταν ρώτησα τον Γαέλ Γκονίμ, τον οργανωτή της κοινότητας του Facebook που έπαιξε κρίσιμο ρόλο στην αρχή της επανάστασης στην Αίγυπτο, τι θα έπρεπε να πει ο Ομπάμα στη δεύτερη ομιλία του από το Κάιρο, παρατήρησε ότι «ο κόσμος στη Μέση Ανατολή θέλει να ακούσει περισσότερο για αξίες παρά για συμφέροντα».

Οσο για την Ευρώπη, δεν είναι έτοιμη να λάβει οδηγίες για το τι πρέπει να πράξει, ούτε από τον Ομπάμα. Αλλά είναι βέβαιο ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ μπορεί να βρει έναν τρόπο να μιλήσει για τον ρόλο της Αμερικής στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, δείχνοντας τι ελπίζει ότι μπορεί να κάνει η Ευρώπη- σε μια στρατηγική συμμαχία μεταξύ ίσων.

Ελάτε, λοιπόν, κύριε πρόεδρε, και βοηθήστε μας να καθορίσουμε αυτό το τρίτο μεγάλο διατλαντικό σχέδιο του μεταπολεμικού κόσμου.

Ο κ. Τίμοθι Γκάρτον Ας είναι καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ