Ο κ. Μίμης Ανδρουλάκης έχει με τον πρωθυπουργό την οικειότητα του καμπινέ. Δεν το λέμε για να τον υποτιμήσουμε απλώς αναφερόμαστε σε πρόσφατο βιβλίο του βουλευτή, όπου μαθαίνουμε τιείπαν οι δυο άνδρες με ξεκούμπωτα τα παντελόνια. Στο «Ε, πρόεδρε» αποτυπώνεται επακριβώς μια στιχομυθία σε ουρητήρια. Δεν ξέρουμε αν κάποιοι βρίσκουν τη σκηνή γαργαλιστική ή τον συγγραφέα πρωτοποριακό (σιγά την πρωτοπορία δηλαδή). Σε κάθε περίπτωση από μια ανάλογη άκομψη περιγραφή δίδεται το πρώτο δείγμα για την επιθυμία αποδόμησης ενός δημοσίου προσώπου. Όχι, δεν διατεινόμαστε ότι ο κ. Γ. Παπανδρέου είναι άγιος άνθρωπος και σούπερ ηγέτης. Το μόνο που λέμε είναι ότι ο κ. Μ. Ανδρουλάκης στην πρόσφατη ραδιοφωνική εκπομπή δεν έκανε κάτι καινούργιο. Προσβάλλοντας τους και υποτιμώντας τους συναδέλφους του ήταν ο γνώριμος εαυτός του, με παλαιομοδίτικο χιούμορ αλλά καινοφανή ηθική στάση απέναντι στην ομάδα.

Κάποιες επισημάνσεις από αυτά που καταλογίζει ο κ. Ανδρουλάκης στην «πρωθυπουργική ομάδα». Ξεφύτρωσαν, λέει, από το πουθενά, εννοώντας ότι είχαν δουλειές κάπου εκεί έξω, στον αληθινό κόσμο. Δεν υπήρξαν τα γνωστά φυτά εσωτερικού χώρου, που συσκέπτονται ολημερίς για εσωκομματικά ζητήματα, δεν μάζεψαν ένσημα αφισοκολλητή και παράσημα κομματικής ανδρείας. Για τους γηραιότερους αυτά είχαν αξία: να παραφουσκώνουν το βιογραφικό τους με τη συμμετοχή σε κάτι απίθανες κομματικές επιτροπές. Εν ολίγοις ο κ. Ανδρουλάκης καταλογίζει στα νέα πρόσωπα ότι δεν πάσχουν από πασοκίλα και κουκουεδίλα, δεν ήσαν φίρμες, δεν κουβαλούσαν βαρύ όνομα, δεν έσερναν προσωπικό μηχανισμό.

Μια ακόμη χαρακτηριστική αποστροφή του κ. Μίμη Ανδρουλάκη αφορά τις ηλικίες. Το «παιδί» είναι ένας χαρακτηρισμός που αρθρώνεται υποτιμητικά για τον κ. Γ. Ραγκούση ο οποίος είναι σήμερα είναι 46 ετών. Η επισήμανση αφορά και τα άλλα πιτσιρδέλια: ο κ. Δ. Δρούτσας είναι 43 ετών, ο κ. Π. Γερουλάνος είναι 45, η κυρία Τίνα Μπιρμπίλη είναι 42. Λέει λοιπόν ο κ. Ανδρουλάκης γιατον κ. Ραγκούση: «Την πρώτη μέρα τον άδειασαν πέντε – έξι»_ ήταν μικρός οπότε ουδόλως αξιοσέβαστος. Το βαθύτερο πρόβλημα είναι ότι η νέα γενιά πολιτικών λόγω ηλικίας δεν έχει κάποιο έπος να επιδείξει. Δεν βγήκε στα βουνά με τα όπλα, δεν έγραψε συνθήματα σε τοίχους επί χούντας. Αυτό στο σύμπαν του κ. Ανδρουλάκη τους καθιστά ασήμαντους. Δεν διατεινόμαστεότι η ομάδα του πρωθυπουργού αποτελείται από πεφωτισμένα άτομα, ότι μας εντυπωσίασε με τις πολιτικές δεξιότητες όμως από κάποιον σύντροφό τους που θέλει να τους επιτεθεί θα περιμέναμε πιο ουσιαστικές επισημάνσεις: η ηλικία και η γοργή ανέλιξη δεν μπορούν να αποτελούν μειονεκτήματα.

Ποια είναι τα συμπεράσματα που βγαίνουν από την επίθεση Ανδρουλάκη στον πρωθυπουργό; Σε πρώτη ανάγνωση θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για το ανικανοποίητο του βουλευτή αλλά έτσι παρασυρόμαστε σε μια συζήτηση υποθετικής ψυχανάλυσης. Τέτοιες συζητήσεις έχουν πλάκα κατ’ ιδίαν αλλά δεν αφορούν τον δημόσιο διάλογο. Ακριβώς εκεί, στην αντίληψη περί δημόσιας συζήτησης βρίσκεται το πρόβλημα του κ. Μίμη Ανδρουλάκη. Ένα κόμμα που βρίσκεται σε κρίση, σε μια χώρα που περνά κρίση, δεν ωφελείται από ανοίκειες επιθέσεις πόσω μάλλον όταν αυτές αφορούν τα φρου φρου και όχι την πολιτική. Υπάρχουν κομματικά όργανα στα οποία θα μπορούσε να απευθυνθεί ο κ. Ανδρουλάκης (αν δεν λειτουργούν τα όργανα θα μπορούσε να ζητήσει την επαναλειτουργία τους). Δεν βοηθά ξεμπροστιάζοντας στα ραδιόφωνα το κόμμα του. Τι λέμε όμως τώρα. Ο κ. Ανδρουλάκης έχει την δική του αντίληψη για το προσωπικό και το δημόσιο. Θεωρεί δημοσίου ενδιαφέροντος την πρωθυπουργική διούρηση.