Αν τα πράγματα συνεχίσουν ως έχουν και ο πρίγκιπας Κάρολος διαδεχθεί τη μητέρα του και βασιλεύσει ως τον θάνατό του σε μεγάλη ηλικία, τότε κάποια στιγμή γύρω στο 2040 το νεαρό ζευγάρι που παντρεύτηκε χθες στο Αββαείο του Γουέστμινστερ θα είναι ο βασιλιάς Γουίλιαμ Ε΄ και η βασίλισσα Κάθριν. Ο Γουίλιαμ θα είναι τότε επικεφαλής του κράτους που θα έχει απομείνει από το σημερινό Ηνωμένο Βασίλειο. Θα είναι εντάξει αυτό; Η απάντησή μου είναι: θεωρητικώς, όχι – αλλά στην πράξη, μάλλον ναι.

Αν ο Γουίλιαμ και η Κέιτ συμπεριφερθούν καθώς πρέπει, αντίθετα από άλλα, πιο ζωηρά μέλη της βασιλικής οικογένειας της Βρετανίας, και συνεισφέρουν στην ανάπτυξη μιας εκσυγχρονισμένης συνταγματικής μοναρχίας, κάτι τέτοιο μπορεί να είναι καλύτερο από τις πιθανές εναλλακτικές λύσεις. Καθώς κοιτάζω προς την Ευρώπη, δεν πιστεύω ότι χώρες όπως η Σουηδία, η Ολλανδία, η Δανία και η Ισπανία, που έχουν όλες τους μονάρχες, τα πάνε χειρότερα από εκείνες που έχουν πολιτικούς εκλεγμένους άμεσα ή έμμεσα στο προεδρικό αξίωμα. Ή θα προτιμούσατε να έμενε στα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ ένας πρόεδρος Μπλερ; Με ένα σύντομο διάλειμμα, όταν άγγλοι επαναστάτες πειραματίστηκαν αποκεφαλίζοντας έναν βασιλιά, βασιλείς και βασίλισσες κυβερνούν τους Αγγλους για περισσότερα από 1.000 χρόνια. Αυτό είναι ένα εκπληκτικό πράγμα, σχεδόν ποιητικό. Φανταστείτε τον Σαίξπηρ χωρίς καμία αναφορά σε βασιλιάδες. Προτού εγκαταλείψετε 1.000 χρόνια ποίησης, θα πρέπει να είστε πολύ βέβαιοι ότι θα τα πάτε καλύτερα με την πρόζα.

Οπως βλέπουμε πάλι με την εισβολή των παγκόσμιων ΜΜΕ στο Λονδίνο για τον βασιλικό γάμο, αυτή η ιστορία και ο θρύλος είναι επίσης μια σημαντική συνεισφορά στην ήπια ισχύ της Βρετανίας (στην έλξη που ασκεί) και στα κέρδη της από τον τουρισμό. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει κανείς που να πηγαίνει στο Βερολίνο για να παρακολουθήσει την αλλαγή φρουράς στο Προεδρικό Μέγαρο ή για να δει τον πρόεδρο και τη φράου Βουλφ, και τους μικρούς Βουλφ. «Ποιον πρόεδρο;» θα ρωτούσε ο περισσότερος κόσμος, αν γινόταν αναφορά στον επικεφαλής του κράτους της πιο ισχυρής χώρας της Ευρώπης. Αυτό είναι ΟΚ, αν φτιάχνεις πολλές ΒΜW, Μερτσέντες και εργαλεία για εξαγωγές στην Κίνα. Η Βρετανία δεν φτιάχνει. Αντ΄ αυτών έχει τη βασίλισσα, τον Γουίλιαμ και την Κέιτ.

Αυτά τα επιχειρήματα από την Ιστορία, την ποίηση και την ήπια ισχύ θα κατέπιπταν αν η ύπαρξη μιας συνταγματικής μοναρχίας διαστρέβλωνε σοβαρά τη δημοκρατική διαδικασία, καθιστούσε αδύνατη μια ανοιχτή κοινωνία με ευκαιρίες για όλους και κρατούσε τη χώρα όμηρο ενός πνιγηρού παρελθόντος ιεραρχίας και προνομίων.

Θεωρητικώς, τα κάνει όλα αυτά. Και αυτοί είναι μερικοί από τους λόγους για τους οποίους ο «Guardian» και πολλοί αναγνώστες του – αν και όχι η πλειονότητα των Βρετανών, όπως αποκάλυψε πρόσφατη δημοσκόπηση του «Guardian», τάσσονται υπέρ της κατάργησης της μοναρχίας. Στην πράξη όμως πιστεύω ότι κάνει αυτά τα κακά πράγματα μόνο περιθωριακά, και σε πολύ μικρότερο βαθμό απ΄ όσο πριν από 30 χρόνια, όταν ο Κάρολος και η Νταϊάνα γιόρτασαν τον παραμυθένιο γάμο τους. Υπάρχουν βλαβερά αντιδημοκρατικά στοιχεία στο βρετανικό πολιτικό σύστημα – πάνω απ΄ όλα, η Βουλή των Λόρδων – αλλά η μοναρχία δεν βρίσκεται ψηλά στον κατάλογο. Αν μιλάμε για την εξουσία ενός μη εκλεγμένου ατόμου, ο Ρούπερτ Μέρντοκ είναι πολύ μεγαλύτερη απειλή για τη βρετανική δημοκρατία απ΄ ό,τι η βασίλισσα.

Σύμφωνα με τον συνταγματολόγο Βέρνον Μπόγκντανορ, κανείς μονάρχης δεν έχει αρνηθεί τη συγκατάθεσή του σε νομοθεσία από το 1707. Και ο δικηγόρος Ρίτσαρντ Γκόρντον έχει δείξει πώς θα μπορούσε να αποκτήσει το Ηνωμένο Βασίλειο ένα εντελώς σύγχρονο γραπτό Σύνταγμα, θεμελιωμένο στη λαϊκή κυριαρχία, και να διατηρήσει ταυτοχρόνως έναν κληρονομικό μονάρχη στην κεφαλή του κράτους.

Η βασίλισσα μπορεί να έχει κάποια περιορισμένη πολιτική επιρροή, αλλά δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι την έχει χρησιμοποιήσει με χειρότερο τρόπο απ΄ όσο κάποιοι πρόεδροι σε άλλες χώρες. Χώρες που ταλανίζονται από συγκρούσεις «συγκατοίκησης» ανάμεσα σε προέδρους από ένα κόμμα και σε πρωθυπουργούς από ένα άλλο – και υπάρχουν πολλές τέτοιες στην Ευρώπη – πρέπει να εύχονται συχνά να είχαν έναν γνήσια ουδέτερο επικεφαλής του κράτους, που θα ενσάρκωνε την εθνική ενότητα. Βεβαίως αυτό σημαίνει ότι δεν θα μπορέσεις να έχεις ποτέ έναν Νέλσον Μαντέλα ή Βάτσλαβ Χάβελ επικεφαλής του κράτους σου. Για να παραφράσω τον Μπέρτολντ Μπρεχτ: «Δυστυχισμένη η χώρα που δεν έχει Μαντέλα; Δυστυχισμένη η χώρα που έχει ανάγκη έναν Μαντέλα». Και υπάρχει τουλάχιστον ένα μεγάλο παράδειγμα ευρωπαίου μονάρχη που υπερασπίστηκε τη δημοκρατία. Πριν από 30 χρόνια ο βασιλιάς Χουάν Κάρλος της Ισπανίας έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην πάταξη απόπειρας πραξικοπήματος του στρατού εις βάρος τής ακόμη εύθραυστης νεαρής δημοκρατίας της χώρας.

Οσο για τον ισχυρισμό ότι η βρετανική μοναρχία είναι η κορυφή μιας καταπιεστικής πυραμίδας ταξικής διαστρωμάτωσης και προνομίων, μου φαίνεται σήμερα λιγότερο αληθινός απ΄ ό,τι ήταν πριν από 30 χρόνια. Στη σημερινή Βρετανία, μη εκλεγμένοι τραπεζίτες είναι πιο ισχυροί από κληρονομικούς αριστοκράτες, και αστέρες του ποδοσφαίρου τόσο διάσημοι όσο τα μέλη της βασιλικής οικογένειας.

Τα άλλα ευρωπαϊκά παραδείγματα- η Σουηδία, η Δανία, η Ισπανία, η Ολλανδία- δείχνουν ότι αυτά δεν είναι απαραίτητα στοιχεία μιας συνταγματικής μοναρχίας. Αν ο Γουίλιαμ και η Κέιτ συμπεριφερθούν καλά, θα αποτελέσουν υπόδειγμα μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής μοναρχίας. Αν όχι, ή αν ο Κάρολος και η Καμίλα δεν τους αφήσουν, τότε περί το 2040 – ακόμη και στη συντηρητική Αγγλία – η δουλειά μπορεί να μην υπάρχει πια για να την κληρονομήσουν.

Ο κ. Τίμοθι Γκάρτον Ας είναι καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.



ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ