Είτε μας αρέσει είτε όχι η Γερμανία παραμένει το παγκόσμιο μέτρο σύγκρισης του πολιτικού κακού. Ο Χίτλερ είναι ο διάβολος της κοσμικής Ευρώπης. Ο ναζισμός και το Ολοκαύτωμα αγγίζουν τους πάντες. Και οι σημερινοί Γερμανοί πρέπει να ζήσουν με αυτό.
Υπάρχει όμως και μια φωτεινή πλευρά σε αυτό το νόμισμα. Γιατί μέσα από την εμπειρία δύο δικτατοριών, μιας φασιστικής και μιας κομμουνιστικής, η σύγχρονη Γερμανία έχει γίνει το χρυσό πρότυπο και για τη συλλογική αντιμετώπιση, το «ξεπέρασμα» όπως το λένε ενός δύσκολου παρελθόντος.
Χρησιμοποιώντας τεχνικές και μεθόδους που αναπτύχθηκαν για να αντιμετωπιστεί η σκοτεινή κληρονομιά του ναζισμού και τελειοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια με το «ξεπέρασμα» της εποχής της Στάζι, η Γερμανία έχει ουσιαστικά δημιουργήσει τις απαραίτητες αυστηρές προδιαγραφές- όπως κάνει με τα περισσότερα βιομηχανικά προϊόντα της- για το «αυτομαστίγωμα» γύρω από το παρελθόν της.
Τα αραβικά έθνη, που αγωνίζονται να βγουν από μια ολόκληρη εποχή σκοτεινών δικτατοριών, έχουν λοιπόν πολλά να μάθουν από τη Γερμανία. Πέρα από τα σημαντικά ζητήματα όπως είναι η επανόρθωση και η αποζημίωση των θυμάτων, το «αυτομαστίγωμα» παίρνει συνήθως τρεις μορφές: δίκες, εκκαθαρίσεις και μαθήματα Ιστορίας.
Οι ιδέες μας για το πώς η ηγεσία μιας χώρας μπορεί να δικαστεί για «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» πηγάζουν από τις δίκες των ναζιστών στη Νυρεμβέργη, που ωστόσο είχαν δύο σοβαρά προβλήματα: πρώτον, το Διεθνές Δίκαιο της εποχής δεν αναγνώριζε ξεκάθαρα ως τέτοια τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διαπράχθηκαν στον πόλεμο, και δεύτερον, μεταξύ των δικαστών υπήρχαν και εκπρόσωποι της Σοβιετικής Ενωσης, που επίσης διέπραξαν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας την ίδια περίοδο. Ετσι, η δίκη της Νυρεμβέργης μπορεί να κατηγορηθεί ως αναδρομική και επιλεκτική επιβολή μιας «δικαιοσύνης των νικητών».
Ευτυχώς, το σημερινό Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου μπορεί να βρεθούν οι άραβες ηγέτες εάν διαπράξουν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, αποφεύγει σε μεγάλο βαθμό αυτά τα λάθη. Το Διεθνές Δίκαιο είναι σαφές και τα πλαίσια της λειτουργίας του ΔΠΔ ξεκάθαρα- όσο και αν, δυστυχώς, δεν συμμετέχουν σε αυτό ΗΠΑ, Κίνα και Ρωσία.
Αν οι «διεθνείς» δίκες είναι προβληματικές, οι «εθνικές» δίκες είναι ακόμη προβληματικότερες.
Τον περασμένο μήνα τρεις ευνοούμενοι του καθεστώτος Μουμπάρακ- ο μεγιστάνας της χαλυβουργίας Αχμέντ Εζ και δύο πρώην υπουργοί- οδηγήθηκαν στο δικαστήριο του Καΐρου με περιπολικά που λιθοβολήθηκαν από το συγκεντρωμένο πλήθος. Ντυμένους με τις λευκές στολές φυλακισμένων τους έκλεισαν σε ένα μεταλλικό κλουβί. Δεν έχω καμία αμφιβολία για το ότι οι άνδρες αυτοί είναι βαθιά διεφθαρμένοι: πόσο πιο διεφθαρμένοι είναι όμως από κάποιους αιγύπτιους στρατηγούς, οι οποίοι τώρα τους θυσιάζουν ως εξιλαστήρια θύματα στο εξαγριωμένο πλήθος;
Σε τέτοιες συνθήκες ένα γρήγορο διοικητικό «ξεκαθάρισμα» των κρατικών υπηρεσιών μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικό, και από μια άποψη δικαιότερο, από μερικές επιλεκτικές δίκες για επίδειξη. Μια χώρα που αποτινάσσει τη δικτατορία αποφασίζει απλώς πως το να κρατά ανθρώπους στενά συνδεδεμένους με τα κακά καθεστώτα του παρελθόντος σε θέσεις-«κλειδιά» της δημόσιας ζωής μπορεί να υπονομεύσει τη νέα πολιτική τάξη.
Κάτι τέτοιο έγινε, επιλεκτικά και όχι πάντα επιτυχημένα, στη Γερμανία μετά τον πόλεμο, αλλά και στο Ιράκ (με την «απο-Μπααθ-οποίηση» του κράτους) και την Ανατολική Ευρώπη μετά το 1989. Πιο συστηματική και επιτυχημένη, αν και κάπως άδικη για πολλά «μικρά ψάρια», ήταν αντίθετα η δίωξη όσων Ανατολικογερμανών είχαν «διασυνδέσεις» με τη μυστική αστυνομία Στάζι.
Η Γερμανία αντίθετα αριστεύει σε αυτό που αποκαλώ «ιστορικά μαθήματα». Επειτα από μια περίοδο «κουκουλώματος» και σιωπής για το ναζιστικό παρελθόν, στις δεκαετίες του 1950 και ΄60, η Δυτική Γερμανία συστηματικά μελέτησε, τεκμηρίωσε και δίδαξε αυτή την άβολη ιστορία. Μαθαίνοντας από τα μεταπολεμικά λάθη, η ενωμένη Γερμανία τα πήγε ακόμη καλύτερα με το «ξεπέρασμα» της σκοτεινής κομμουνιστικής κληρονομιάς. Μέχρι και «επιτροπή αλήθειας» δημιουργήθηκε, η Εnquete Κommission.
Είναι βέβαια μάλλον απίθανο πως κάποια μετά δικτατορική αραβική κυβέρνηση θα πράξει κάτι ανάλογο σε κλίμακα και ποιότητα. Πέρα από το ότι δεν υφίσταται η νομική, διοικητική, ακαδημαϊκή και δημοσιογραφική κουλτούρα που απαιτείται για μια γερμανικού τύπου «κάθαρση», χρειάζονται και πολλά λεφτά. Οι άνεργοι νεαροί άραβες ίσως νιώσουν πως οι κυβερνήσεις τους θα ήταν καλύτερο να ξοδέψουν χρήματα σε πιο βασικές ανάγκες και προτεραιότητες.
Ας είμαστε εξάλλου προσεκτικοί. Πολλές φορές τις τελευταίες εβδομάδες έχω ακούσει Ευρωπαίους με καλές προθέσεις, αλλά διάθεση να «ευλογήσουν τα γένια τους», να λένε ότι «πρέπει να προσφέρουμε στους άραβες φίλους μας την πλούσια εμπειρία μας από τη μετάβαση στη δημοκρατία». Καλά θα κάνουμε, για αρχή, να ακούσουμε πρώτα τους απλούς ανθρώπους στη Βόρεια Αφρική και στη Μέση Ανατολή: οι προτεραιότητες και οι ανάγκες τους μπορεί να είναι διαφορετικές από τις δικές μας. Δεν πρέπει να προσφέρουμε στους Αραβες ένα πρότυπο, αλλά μια εργαλειοθήκη δημοκρατίας, που να περιλαμβάνει και ορισμένα «made in Germany» εργαλεία «αυτομαστιγώματος».

Ο κ.Τίμοθι Γκάρτον Ας είναι καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ