Οι μύθοι διδάσκουν. Να, για παράδειγμα, ο ηρωικός Αχιλλέας: ήταν ολόκληρος άτρωτος, εκτός από μια φτέρνα του που ήταν… προβληματική κι ακόμα θυμόμαστε πόσο του κόστισε.

Η κυβέρνηση, όχι φτέρνα, αλλά ολόκληρο μπούτι, για να μην πει κανείς πόδι από κάτω μέχρι πάνω έχει που δεν δουλεύει. Στην πραγματικότητα, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα: όχι μόνον το ένα αλλά και τα δύο της πόδια έχουν το ίδιο ακριβώς πρόβλημα. Γιατί τίποτε από τα δύο στα οποία όφειλε να πατάει δεν έχει αποδώσει μέχρι σήμερα: ούτε ο πυλώνας των εσόδων λειτουργεί, ούτε ο πυλώνας της ανάπτυξης κουνιέται. Ολόκληρο το κινητικό της σύστημα βρίσκεται περίπου σε αναπηρία.

Αυτή η ανεπάρκεια την κάνει να παραπατάει ανάμεσα σε δύο κόσμους στο ενδιάμεσο κενό των οποίων βαλτώνουμε και δυστυχώς δείχνουμε αργά αλλά σταθερά να βουλιάζουμε. Στο σκοτεινό κενό ανάμεσα στον κόσμο που ζούμε και σε εκείνον που διακηρύσσει η κυβέρνηση ότι δημιουργεί για το αύριο.

Όμως, το αύριο δεν είναι μια νεφελώδης και απόμακρη εικόνα. Το αύριο έχει πλέον συγκεκριμένες προδιαγραφές. Και αυτές, σίγουρα δεν είναι απλώς το συμμάζεμα του χρέους που ήδη προκαλεί ίλιγγο. Αυτό είναι μόνον η προυπόθεση. Η αναγκαία, αλλά όχι ικανή συνθήκη.

Το αύριο είναι, το θέλουμε δεν θέλουμε, η συμβατότητά μας με το νέο περιβάλλον που δημιουργεί το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας, από το οποίο απέχουμε πολύ περισσότερο απ΄ ότι απέχουμε απ’ την εκπλήρωση των όρων του Μνημονίου, ή από το συμμάζεμα του χρέους και των ελλειμάτων.

Μπροστά σε όλα αυτά, η κυβέρνηση και, μαζί της η χώρα, κουτσαίνουν δραματικά. Τα πόδια δεν πατούν γερά στη γη. Και δεν πατούν, επειδή οι στόχοι εθνικής επιβίωσης και ανόρθωσης τους οποίους πρώτη η ίδια η κυβέρνηση λέει ότι έχει θέσει δεν υπηρετούνται με επάρκεια. Αραγε γιατί;

Τους φοβάται για το βαθύτερο πολιτικό τους κόστος; – όχι το επιφανειακό, που ξεπερνιέται, αλλά για τον κλονισμό των ουσιαστικών κοινωνικών συμμαχιών της, όπως φάνηκε να συμβαίνει με τους δικηγόρους πριν τα Χριστούγεννα.

Ή μήπως, επειδή, κακά τα ψέματα, το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας προφανώς δεν είναι παιδί του Μαρξ, του σοσιαλισμού ή του «Τρίτου δρόμου», τελικά η κυβέρνηση δεν πιστεύει αληθινά σε αυτό το δρόμο και απλώς της επιβάλλεται; Αυτό το «στα όρια της φυσιογνωμίας μας» που έλεγε ο Γιώργος Παπανδρέου μήπως είναι ήδη πέρα από τα όρια και δεν μπορεί; Ή ενδεχομένως λείπουν τα πρόσωπα που θα παλέψουν όσο πρέπει;

Ότι κι αν είναι απ΄ όλα αυτά, ή κάτι άλλο, ή όλα αυτά μαζί και κάτι άλλο, η ουσία παραμένει: η αποτελεσματικότητα, που είναι σήμερα το μοναδικό ζητούμενο μαζί με τη διατήρηση μιας στοιχειώδους κοινωνικής ειρήνης, δεν προκύπτει.

Εκτός κι αν είναι κάτι χειρότερο απ’ όλα αυτά μαζί: μήπως οι στόχοι που έχουμε μπροστά μας είναι απλώς αδύνατο να επιτευχθούν; Μήπως η ζημιά που έχει ήδη συντελεστεί στην Ελλάδα είναι πλέον απλώς ανεπίστρεπτη;

Την περασμένη εβδομάδα, πήραμε μια πολύ γερή ανάσα απομάκρυνσης από τα σενάρια της πτώχευσης. Ηταν σημαντικό και αναμένεται να «επικυρωθεί» και στην Κορυφή της 25ης Μαρτίου. Γι αυτό ακριβώς και είναι τώρα η μόνη στιγμή στην οποία πρέπει να βρεθεί ο τρόπος να γατζωθούμε από αυτή την ανάσα και να γίνουν όχι τα βήματα, αλλά τα άλματα πάνω απ’ το μεγάλο κενό. Μη χάνουμε τη μεγάλη εικόνα: χρόνος δεν υπάρχει. Ούτε εναλλακτικές. Πρέπει να έρθουν απτά και άμεσα αποτελέσματα.

Όμως, για να συμβούν αυτά, πρέπει πρώτα να επιδιωχθεί και να επιτευχθεί, σήμερα κι όλας μια πραγματική, ουσιαστική κι έμπρακτη εθνική συνεννόηση. Αυτήν την προσπάθεια πρέπει να ξεκινήσει αμέσως πρώτη και ειλικρινά η κυβέρνηση, αφού εκείνη «κρατά τα κλειδιά». Και να την κάνει χωρίς προσχήματα, χωρίς παιχνίδια και χωρίς άλλοθι. Αυτό το έλλειμμα εθνικής συνεννόησης είναι η βαθύτερη πληγή που κακοφορμίζει, η αληθινή μας κι όχι μυθική αχίλλειος πτέρνα.

Το διπλό βουνό, του χρέους και της ανταγωνιστικότητας, που έχουμε μπροστά μας, κανείς δεν μπορεί να το ανέβει μόνος του. Ούτε οι σημερινοί, ούτε οι επόμενοι. Ή παρέα θα το ανέβουμε, ή θα μείνουμε όλοι στους πρόποδες, περιμένοντας την καταστροφή.

gmalouchos@tovima.gr