Πριν από επτά-οκτώ χρόνια, όταν ο Κώστας Σημίτης ήταν πρωθυπουργός, κάποιος τυφεκιοφόρος έφθασε με μηχανάκι μπροστά στο σπίτι του, στην οδό Αναγνωστοπούλου, και άδειασε το όπλο του επάνω στο κτίριο διαμαρτυρόμενος για την επιδείνωση της προσωπικής οικονομικής του κατάστασης, για την οποία θεωρούσε υπεύθυνο τον κ. Σημίτη. Προχθές κάποιοι άλλοι που πιστεύουν ότι είναι υπεύθυνος για τη σημερινή τραγική κατάσταση της χώρας οργάνωσαν μάλλον αποτυχημένη συγκέντρωση στο ίδιο σημείο για να καταγγείλουν τον πρώην πρωθυπουργό. Προσωπικά θεωρώ ότι ο Κώστας Σημίτης είναι ο τελευταίος πολιτικός που θα μπορούσε να θεωρηθεί συνυπεύθυνος για τη χρεοκοπία της Ελλάδας αλλά αναγνωρίζω στον καθένα το δικαίωμα να έχει την αντίθετη άποψη και να την εκφράζει με ειρηνικό τρόπο, ακόμη και αν η επιχειρηματολογία είναι λαϊκιστική και ασυνάρτητη. Το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου και το δικαίωμα της συνάθροισης πολιτών είναι θεμελιώδη για τη δημοκρατία και κατά κανέναν τρόπο δεν επιτρέπεται ο περιορισμός τους, έστω και αν εκφέρονται κραυγές και όχι επιχειρήματα.
Θα πρόσθετα μάλιστα ότι τέτοιου τύπου εκδηλώσεις συνιστούν πρόοδο για τα πολιτικά μας ήθη. Αντιθέτως, η ένοπλη βία, που χρησιμοποίησε ο προ επταετίας διαμαρτυρόμενος, ανήκει στις μακραίωνες αντιδημοκρατικές παραδόσεις μας που διαιωνίζονται είτε με την ένοπλη βία των τρομοκρατών, είτε με τη βία που ασκούν διαδηλωτές και καταληψίες, είτε με την υπέρμετρη βία καταστολής που ασκεί ενίοτε εναντίον των προηγουμένων η Αστυνομία. Πρόοδο εισαγόμενη αποτελεί και η ειρηνική απεργία πείνας των απελπισμένων μεταναστών, αν θυμηθούμε μάλιστα ότι κάποιοι ημεδαποί τοποθέτησαν βόμβες στο κτίριο της Νομικής από όπου είχαν ξεκινήσει τη σιωπηλή διαμαρτυρία τους οι «αλλοδαποί».
Η ελευθερία του λόγου ισχύει προφανώς και στις δημόσιες εκδηλώσεις που οργανώνονται για να εκφωνήσουν λόγους πολιτικοί- υπό τον όρο ότι δεν θίγεται η ελευθερία λόγου του ομιλητή. Φοιτητές του Βερολίνου κατηγορούνται ότι έπαιξαν ρόλο αντίστοιχο των εγκάθετων «αγανακτισμένων πολιτών» (παρακρατικών συμμοριών που διέλυαν βίαια συγκεντρώσεις κατά τη δεκαετία του ΄60) επειδή πήγαν στην αίθουσα που θα μιλούσε ο Γιώργος Παπανδρέου και ξεδίπλωσαν πανό. Οι ίδιοι διευκρίνισαν, με συνέντευξη εκπροσώπου τους στο «Βήμα» της περασμένης Κυριακής, ότι σκόπευαν να κρατούν σιωπηλοί το πανό τους στη διάρκεια της εκδήλωσης και στη συνέχεια να ζητήσουν τον λόγο. Δεν βλέπω κάτι το αθέμιτο στην πρόθεσή τους και δεν κατανοώ γιατί τους απέπεμψαν βίαια από την αίθουσα οπαδοί του ΠαΣοΚ που ανέλαβαν, αυτόκλητοι, ρόλο παπανδρεοφρουρών. Είχε δίκιο ο Πρωθυπουργός όταν τους είπε ότι με τις διαμαρτυρίες δεν λύνονται τα προβλήματα- οι διαμαρτυρίες όμως βοηθούν τους πολιτικούς να κατανοήσουν καλύτερα τα προβλήματα.
Η περίπτωση με την εκδήλωση στο Παρίσι όπου παρευρισκόταν ο αντιπρόεδρος Θόδωρος Πάγκαλος είναι διαφορετική: οι διαμαρτυρόμενοι απαιτούσαν να φύγει από την αίθουσα, κραυγάζοντας μάλιστα «d gage» (φύγε, δίνε του), τοσύνθημα που χρησιμοποιούσαν στην Τυνησία οι διαδηλωτές κατά του δικτάτορα Μπεν Αλί, μπερδεύοντας πιθανόν τον κ. Πάγκαλο με τον παππού του. Πρόκειται προφανώς για αντιδημοκρατική εκδήλωση διαμαρτυρίας που ξεπερνά τα όρια της ελευθερίας του λόγου και δεν σέβεται το δικαίωμα των οργανωτών της εκδήλωσης να συναθροίζονται με όποιους θέλουν.
Απαράδεκτη προφανώς ήταν και η επίθεση τραμπούκων στον βουλευτή Κώστα Χατζηδάκη και η αντίστοιχη απόπειρα κατά του Κώστα Σημίτητέτοιου τύπου ενέργειες και άλλες ακόμη βιαιότερες και αιματηρές έχουν κάνει την Ελλάδα να διεκδικεί, δυστυχώς, ευρωπαϊκά πρωτεία στην πολιτική βία.
Συγκριτικά με την πρόσφατη ιστορία μας ειρηνικές εκδηλώσεις όπως αυτές στο Βερολίνο ή στην Αναγνωστοπούλου δεν συνιστούν «εκμαυλισμό της πολιτικής ζωής», όπως υποστήριξε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Πεταλωτής, αλλά άσκηση δημοκρατικών δικαιωμάτων. Το πολιτικό έργο του Κώστα Σημίτη έπρεπε να υπερασπιστεί και όχι το πεζοδρόμιο της κατοικίας του.
Είναι αλήθεια ότι οι πολιτικοί είναι εθισμένοι όχι μόνο στην ανεξέλεγκτη χρήση του δημοσίου χρήματος που μας έφερε εδώ που μας έφερε, αλλά και στις επαινετικές κραυγές των οπαδών και στη δική τους δυνατότητα να λοιδορούν και να χλευάζουν όποιον θέλουν χωρίς να υφίστανται συνέπειες, προστατευμένοι από τους κανόνες περί ασυλίας βουλευτών και ευθύνης υπουργών, καθώς και από τον περί συκοφαντικής δυσφήμησης νόμο, που τον χρησιμοποιούν συχνότατα εναντίον των δημοσιογράφων. Φοβούνταν μόνο τους τρομοκράτες, με αποτέλεσμα η προστασία των «υψηλών προσώπων» να αποδυναμώνει την προστασία των πολιτών, όπως δείχνει ο τραγικός απολογισμός δολοφονιών αστυνομικών. Θα βοηθήσει να περάσουμε από τις βίαιες στις ειρηνικές μορφές διαμαρτυρίας το να πάψουν οι πολιτικοί να θεωρούν εαυτόν (και να αντιμετωπίζονται από τους θεσμούς) ως ιερές αγελάδες- που επιπλέον δικαιούνται να διαχειρίζονται το δημόσιο χρήμα σαν να ήταν ο σανός τους.
Ρsychoyos@tovima.gr
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ