ΤΟ ΒΗΜΑ – NEW YORK TIMES

Το βιβλίο του Εβγένι Μορόζοφ «The Net Delusion: The Dark Side of Internet Freedom» («Η πλάνη του Δικτύου: Η σκοτεινή πλευρά της ιντερνετικής ελευθερίας») κυκλοφόρησε ακριβώς τη στιγμή που νεαροί Τυνήσιοι και Αιγύπτιοι, «οπλισμένοι» από το Facebook, ξεσηκώνονταν δείχνοντας την απελευθερωτική δύναμη των κοινωνικών δικτύων.

Ο Μορόζοφ _ που γεννήθηκε στη Λευκορωσία, σπούδασε στη Βουλγαρία και ζει στην Καλιφόρνια _ είναι ένας διοπτροφόρος 26χρονος χωρίς δίπλωμα οδήγησης και με υπερμεγέθη εγκέφαλο. Εχει χιούμορ και μιλάει πολύ γρήγορα. Στο βιβλίο του υποστηρίζει ότι οι κυβερνο-ουτοπιστές διέδωσαν μια επικίνδυνη αυταπάτη λέγοντας ότι τα μπλογκς, το Twitter, το Facebook, το YouTube και το Google μπορούν να οδηγήσουν τον κόσμο προς τη δημοκρατία και την ελευθερία.

Σε μια εποχή που «οι καλύτεροι και οι εξυπνότεροι είναι συγχρόνως και οι πιο σπασίκλες», το αποκαλούμενο «δόγμα του Google» έχει γίνει, κατά την άποψη του συγγραφέα, μια ελκυστική παγίδα. Στην πραγματικότητα, λέει, το Ιντερνετ πολύ συχνά «ενισχύει τον ισχυρό και αποδυναμώνει τον αδύναμο». Αντί να ευνοεί τον καταπιεσμένο, παρέχει νέα εργαλεία στον καταπιεστή προκειμένου να πατάξει τους αντιπάλους του _ «Ενα κλεμμένο password ανοίγει πόρτες στοιχείων» _ και ωθεί τους υπόλοιπους στην παθητικότητα _ «Συνδέονται μόνο για να βρουν πιθανούς εραστές, πορνογραφία και κουτσομπολιά για διασημότητες».

Πιστεύω ότι ο Μορόζοφ είναι εξαιρετικός και το βιβλίο του μια χρήσιμη πρόκληση. Πιστεύω όμως ότι είναι και τελείως λάθος.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, οι επικεφαλής καταπιεστικών καθεστώτων έμαθαν να εκμεταλλεύονται ή να πατάσσουν την επαναστατική τεχνολογία που τους απειλεί. Ομως κολυμπούν αντίθετα στο ρεύμα. Η ελευθερία σύνδεσης αποτελεί εργαλείο απελευθέρωσης _ και είναι ισχυρό.

Γράφω αυτές τις γραμμές άρτι αφιχθείς από την Τυνησία, όπου το Facebook πρόσφερε στους νεαρούς διαδηλωτές το συνδετικό στοιχείο για να ανατρέψουν τον δικτάτορα, και ενώ παρακολουθώ στο YouTube εικόνες θαρραλέων νεαρών Αιγυπτίων αντιμέτωπων με τους «φουσκωτούς» του προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ.

Κυρίως όμως το Ιντερνετ εξέθεσε την μεγάλη πλάνη που ωθεί τις δυτικές κυβερνήσεις στο να στηρίζουν τους άραβες δικτάτορες: ότι η μοναδική εναλλακτική προς αυτούς είναι οι ισλαμιστές τζιχαντιστές. Οχι, η τυνησιακή επανάσταση ήταν της μεσαίας τάξης, φιλοδυτική και όχι ισλαμική. Οι διαδηλωτές στους δρόμους του Καΐρου είναι νέοι, συνδεδεμένοι, μη ιδεολογικοί και πραγματιστές: επιθυμούν να μην κατέβει στις φετινές προεδρικές εκλογές ο Μουμπάρακ, ούτε να παραδώσει την εξουσία στον γιο του Γκαμάλ.

Αν η Χίλαρι Κλίντον σοβαρολογούσε όταν ανακοίνωσε ότι προτεραιότητα των ΗΠΑ είναι πλέον «να δαμάσουμε τη δύναμη της ιντερνετικής τεχνολογίας και να την εφαρμόσουμε στους διπλωματικούς μας στόχους» και αν πραγματικά βλέπει τις βάσεις του αραβικού κόσμου «να βυθίζονται στην άμμο», έφθασε η στιγμή να υποστηρίξει την αλλαγή στο Κάιρο.