Από την πολιτική ανηθικότητα της κυβέρνησης Κωλέττη του 1844, «το πάθος των τρικουπικών προς πλουτισμόν», το «Κάτω οι κλέφτες» των εκλογών του 1932-33 (παρατίθενται από Α. Λάσκαρη, διδ. διατριβή, Πάντειο) μέχρι το σημερινό «φέρτε πίσω τα κλεμμένα», τα ίδια θέματα, οι ίδιοι ένοχοι και το ίδιο αίτημα τιμωρίας επιστρέφουν με επιμονή στη νεοελληνική επικαιρότητα. Ο κύκλος της πολιτικής διαφθοράς και της κρατικής αναποτελεσματικότητας συντηρείται στην Ελλάδα περισσότερο από 170 χρόνια.

1. Σε έναν φαύλο κύκλο μακράς διαρκείας ελάχιστη σημασία έχει το «τις πρώτος φταίει», ποια είναι δηλαδή η ιδρυτική αιτία του κακού. Είναι η ανθρωπολογική και η πολιτισμική συνθήκη (ο «καθυστερημένος» λαός) που ωθούν την πολιτική τάξη και τη διοίκηση στην ευνοιοκρατία και στην παράβαση καθήκοντος ή είναι η πολιτική εξουσία που εκμαυλίζει την κοινωνία; Στους κύκλους μακράς διαρκείας, τα αίτια μετατρέπονται αενάως σε αποτελέσματα και τα αποτελέσματα σε αίτια. Αρα, σημασία έχει μόνο η τελική αλυσίδα συνεπειών, με δύο κρίσιμες συνιστώσες:

α) Σταδιακός αξιακός εκπεσμός και διαταξική διάχυση της διαφθοράς.

β) Σταδιακή επίταση- μέχρι παράλυσης- της αναποτελεσματικότητας της κρατικής δράσης.

Η αναποτελεσματικότητα, ακριβώς επειδή υπονομεύει τη διευθυντική, την οικονομική-δημοσιονομική και την στρατιωτική ικανότητα του κράτους, αποτελεί με διαφορά την πιο επικίνδυνη των επικίνδυνων συνεπειών.

2. Πώς σταματάει αυτό; Σε έναν φαύλο κύκλο μακράς διαρκείας ελάχιστη σημασία έχει το αν οι περισσότεροι, ή και όλοι, συμφωνούν ότι ο κύκλος του κακού πρέπει να «σπάσει». Στην πραγματικότητα, αν οι περισσότεροι συμφωνούν, αυτό είναι ισχυρή ένδειξη για το αντίθετο, ότι δηλαδή το «κακό» θα συνεχιστεί. Οσο περισσότεροι στρέφονται ενάντια στη διαφθορά τόσο πιο δύσκολα ο κύκλος θα σπάσει, διότι τόσο περισσότεροι είναι αυτοί που έχουν συμμετάσχει σε αυτόν (ως θύτες, ως θύματα ή και τα δύο) και, άρα, τόσο πιο βαθιά είναι ριζωμένος ο κύκλος. Το παράδοξο είναι παλαιό και γνωστό. Ας δούμε το παράδειγμα της αξιοκρατίας. Σε χώρες ή θεσμούς χωρίς αξιοκρατία, «όλοι» δηλώνουν υπέρμαχοί της. Μα αφού όλοι είναι υπέρ της αξιοκρατίας, πώς γίνεται να μην υπάρχει αξιοκρατία; Στην πραγματικότητα, η διαδεδομένη ισχυρή πεποίθηση ότι δεν υπάρχει αξιοκρατία ανατροφοδοτεί το έλλειμμά της, διότι ακόμη και οι πιο ικανοί και πιο αξιοκράτες, φοβούμενοι την εγγενή δύναμη του συστήματος, δηλαδή την παντοδυναμία των αναξιοκρατών, λειτουργούν προληπτικά: συμπεριφέρονται συχνά και οι ίδιοι χωρίς κανόνες, δηλαδή «αναξιοκρατικά»- με σκοπό να προστατεύσουν τον ρόλο που δικαιούνται ή τις αξιοκρατικές ιδέες που τω όντι υπηρετούν.

Κάλπη στη Βουλή για τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής για διερεύνηση των ευθυνών πολιτικών προσώπων

3. Πώς «σπάει», συνεπώς, αυτός ο πανίσχυρος σχιζοφρενικός κύκλος; Μόνον από πάνω. Μόνον από την πολιτική εξουσία. Μόνο με τη βολονταριστική δράση των πολιτικών ηγεσιών και, ως συνέχειά της, μόνο με την «τρομερή» δύναμη του κράτους. Γιατί το κράτος, ακόμη και το σημερινό ελληνικό αναποτελεσματικό κράτος, κατέχει ισχύ συντριπτικά ανώτερη των ιδιωτών. Αρκεί να την χρησιμοποιήσει. Αρκεί δηλαδή να πάει κόντρα στις επικρατούσες ιδεολογίες, είτε συντεχνιακές είτε φιλελεύθερες, οι οποίες βολεύονται με τη διαιώνιση ενός ασθενικού και «αστρατηγικού» κράτους.

4. Η πολιτική διαφθορά και η κρατική αναποτελεσματικότητα δεν είναι φαινόμενα ταξικά ουδέτερα. Δεν επωφελούνται όλοι («μαζί τα φάγαμε»), ούτε στον ίδιο βαθμό. Από την ένδεια του κράτους και τις ανεπάρκειες της «φατριαστικής υπαλληλίας» θίγονται προπάντων όσοι εξαρτώνται περισσότερο από δημόσιους πόρους: οι οργανισμοί δημοσίου συμφέροντος (νοσοκομεία, ασφαλιστικά ταμεία, πανεπιστήμια κτλ.), οι φτωχότερες κοινωνικές ομάδες και οι αουτσάιντερ.

5. Στο νοσηρό αυτό πλαίσιο, η περίφημη «τιμωρία», το να μπουν, για παράδειγμα, κάποιοι στη φυλακή, ικανοποιεί το δημόσιο αίσθημα, όχι όμως το δημόσιο συμφέρον. Δεν μπορείς να πάρεις πίσω τα «κλεμμένα», γιατί δεν μπορείς να «τρέξεις» ανάποδα το νήμα της πολιτικής και οικονομικής ιστορίας και να αναιρέσεις τις επιπτώσεις της (διαχρονικής) φοροδιαφυγής, της (διαχρονικής) ευνοιοκρατίας ή της (διαχρονικής) σπατάλης. Το έγκλημα επί του κράτους είναι, εν τέλει, ένα έγκλημα χωρίς τιμωρία. Οσοι έφαγαν έφαγαν, όσοι έχασαν έχασαν. Το αποτέλεσμα είναι τελικό και αμετάκλητο. Και τα κορόιδα είναι αμετακλήτως κορόιδα.

6. Υπάρχουν «κλειδιά» για το παρόν και το μέλλον; Η στρατηγική για το χρέος (δηλαδή το μνημόνιο) όχι μόνον υπονομεύει, ελλείψει πόρων, τη στρατηγική μεταρρύθμισης του κράτους, αλλά και την περιορίζει, λόγω του δημοσιονομικού τραύματος, στο αναγκαίο αλλά ανεπαρκές «ποτέ ξανά». Το ζητούμενο όμως σήμερα για το ελληνικό κράτος- και για κάθε κράτος- είναι πιο φιλόδοξο και μοντέρνο από την αποκατάσταση του ορθολογισμού και της αποτελεσματικότητας της διοίκησης.

7. Χωρίς μια στρατηγική μείωσης της «δομικής εξάρτησης» του κράτους (και της κοινωνίας) από τις αγορές, χωρίς τη διεύρυνση της οικονομικής περιμέτρου δράσης και της ικανότητας κοινωνικής και προνοιακής καινοτομίας των δημόσιων αρχών, η επιβεβλημένη μάχη για την αναμόρφωση της διοίκησης κινδυνεύει να είναι μάχη καθυστερημένης οπισθοφυλακής. Το ότι τα σημερινά διακυβεύματα περί κρατικής οργάνωσης δεν διαφέρουν πολύ από τα αντίστοιχα της βαυαροκρατίας και των περιόδων Τρικούπη και Ελ. Βενιζέλου αποτελεί καμπανάκι αναχρονισμού, ένδειξη ενός κλειστού μεταρρυθμιστικού ορίζοντα.

Συνοψίζοντας, τα έθνη που «κινούνται γρήγορα» είναι εκείνα που επιλύουν ταυτόχρονα τα προβλήματα του προηγούμενου ιστορικού κύκλου και εκείνα του επόμενου. Χωρίς την ταυτόχρονη επίλυση, θα παραμείνουμε, όπως έγραφε ο σατιρικός του 19ου αιώνα (παρατίθεται από Λ. Λούβη), περικλεισμένοι στη μικρή μας λίμνη, χωρίς έξοδο στη θάλασσα, «κοάζοντες βάτραχοι εις το τέλμα τους».

Ο κ. Γεράσιμος Μοσχονάς είναι αναπληρωτής καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.