Στο περιοδικό « The Economist» περιέχονται κάθε εβδομάδα οικονομικοί δείκτες (χρηματιστήριο από 31.12.09, εμπορικό ισοζύγιο και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, δημόσιο έλλειμμα, βιομηχανική παραγωγή, πληθωρισμός, ανεργία ) για 42 επιλεγμένες χώρες. H Ελλάδα βρίσκεται στη λίστα παντού στις τελευταίες θέσεις. Επιπροσθέτως, η κατάταξη της χώρας στους διεθνείς δείκτες ανταγωνιστικότητας, επιχειρηματικότητας και καινοτομίας είναι από κακή έως κάκιστη, οπότε δικαιολογημένα διερωτάσαι γιατί πρόσφατα ευδαιμονούσαμε και γιατί κανείς πολιτικός δεν είχε από χρόνια προειδοποιήσει τους πολίτες για την επερχόμενη καταστροφή. Αυτά δε ενώ άλλες μικρές και χωρίς πλουτοπαραγωγικές πηγές χώρες της Ευρώπης ευημερούν με βάση κυρίως τη γνώση των πολιτών τους. Έτσι η Σουηδία και η Ολλανδία το 2009 είχαν κατά κεφαλή θετικό ισοζύγιο 3110€ και 2820€ αντίστοιχα ( ενώ η Γερμανία είχε μόνο 2180€ ), παρά την ασυγκρίτως καλύτερη κοινωνική πρόνοια που παρέχουν. Εμείς μπήκαμε μέσα 3270€! Πως λοιπόν και το World Economic Forum μας συγκαταλέγει στα οικονομίες έντασης γνώσης; Τι καλό έχει δει η ανάπτυξη της χώρας από τη γνώση των Ελλήνων ερευνητών;

Και με τα παραπάνω σε όλους γνωστά, οι πολιτικοί μας ερίζουν μεταξύ τους και ελάχιστα ασχολούνται με την ανάπτυξη. Οι ίδιοι πολιτικοί που μας κατάντησαν έσχατους, με την αμέριστη φυσικά βοήθεια του άρχοντα λαού, των συνδικαλιστών, αλλά και του επιχειρηματικού κόσμου, κονταροχτυπιούνται για το ποιος θα συνεχίσει να κυβερνά. Να κυβερνά τι; τα οικονομικά ερείπια, τις ασήμαντες εξαγωγές ή την αποπληρωμή των 330 δις € που φάγαμε, που απαιτεί ετησίως το 7% του Α.Ε.Π. μόνο για τόκους;

Περί του πρακτέου, που προφανώς δεν μπορεί να είναι άλλο από την ανάπτυξη και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της χώρας(σε συνδυασμό με τη μείωση του κόστους λειτουργίας του-στενού και ευρύτερου- δημόσιου και άκρως αντιπαραγωγικού τομέα), ουσιαστική κουβέντα δε γίνεται. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει τώρα να δραστηριοποιηθεί η φιλοπατρία των Ελλήνων, ανάλογα με τις γνώσεις και τις δεξιότητές του καθενός και προσωπικά κάτι έχω να πω για την Εθνική Στρατηγική Έρευνας του υπουργείου Παιδείας (και έρευνας), αρχίζοντας με κάποιες διαπιστώσεις σχετικά με την ιστορία της Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης ( ΕΤΑ) στην Ελλάδα.

Οι Ελληνικές κυβερνήσεις δεν έχουν ποτέ χρηματοδοτήσει ΕΤΑ που θα βοηθούσε την ανάπτυξη με πόρους του προϋπολογισμού, μόνο τσόντες στα λεφτά της Ε.Ε. βάζουν. Έχω δε την πεποίθηση ότι οι Έλληνες πολιτικοί είναι ανίκανοι να κατανοήσουν το πρόβλημα. Έτσι, για ΕΤΑ η χώρα (λέει ότι) διαθέτει το 0.6% του Α.Ε.Π. στο οποίο ο ιδιωτικός τομέας (λέει ότι) συμμετέχει με το 30%. Φυσικά, οι ευημερούσες Ν. Κορέα και Σουηδία ξοδεύουν το 3.5% του Α.Ε.Π. τους για ΕΤΑ με τον ιδιωτικό τομέα να βάζει το 70%!

Παρά τα αρκετά δις € που έχουν διατεθεί τα τελευταία 20 χρόνια, δεν υπάρχει ούτε ένα στοιχείο συσχετισμού της ερευνητικής προσπάθειας και της ανάπτυξης της χώρας.

* Το σύνολο των εξαγωγών της χώρας του 2009 ήταν μόνο 14.3 δις € σε Α.Ε.Π. 260 δις €. Τα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας έδωσαν το 3% των εξαγωγών και η γεωργία μόνο το 9%! Αντιπαραθετικά μια εταιρία παραγωγής μετάλλου (Βιοχάλκο) είχε το 7% με μόνο 8000 εργαζόμενους απέναντι στους 500χιλ. αγρότες! Ποιού κλάδου συνεπώς ηανάπτυξη προέχει;

Και έρχομαι στις εξαγγελίες του προγράμματος Εθνικής Στρατηγικής Έρευνας, που διατυμπανίζει ότι η έρευνα και η τεχνολογία είναι βασικοί μοχλοί ανάπτυξης:

* Δεν πρόκειται για ΕΣΕ, αλλά για καλό (εκ πρώτης όψεως λόγω ελλείψεως υποστηρικτικών στοιχείων) πρόγραμμα Έρευνας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Καινοτομίας, που υπόκειται στην εξαιρετικά στριφνή διαχείριση (π.χ. μια επιχείρηση για να πάρει προκαταβολή πρέπει να καταθέσει ισόποση εγγυητική επιστολή-που να τη βρει στην Ελλάδα σήμερα;) που απαιτεί η Ε.Ε. Ένα πραγματικά εθνικό πρόγραμμα θα περιείχε ΕΤΑ για την εντόπια παραγωγή μέρους έστω των τεράστιων προμηθειών των Ενόπλων Δυνάμεων και επαρκή αγροτική έρευνα, ώστε να μειωθεί το ετήσιο έλλειμμα αγροτικών εισαγωγών-εξαγωγών που είναι 3 δις €! Το προτεινόμενο δεν προβλέπει τίποτε ούτε για τον τεράστιο τομέα της κατασκευής.

Η δημόσια δαπάνη είναι 572,8εκ. € δηλαδή μόνο το 1.77% των κοινοτικών και εθνικών πόρων του ΕΣΠΑ 2007-2013 και μέχρι σήμερα έχουν εκταμιευτεί μόνο 5 εκ. € (ελέω Ν.Δ.)!

Έχουν τώρα ενεργοποιηθεί περίπου 230 εκ. €, δύσκολη όμως θα είναι η πλήρης απορρόφηση, όσο και αν προσπαθήσει το προσωπικό της ΓΓΕΤ.

Το κείμενο διαβούλευσης του Υπ. Παιδείας (23.7.10) λέει και διάφορα ελπιδοφόρα, όπως ότι η έρευνα πρέπει να εξυπηρετεί την παραγωγή. Δεν προβλέπει όμως κάποια δράση για την πρόσβαση της παραγωγής στις διαθέσιμες υπηρεσίες των ερευνητικών φορέων.

Το κείμενο διαβούλευσης ευαγγελίζεται ανάπτυξη, με την (πιθανή) όμως διάθεση 190 εκ. € το χρόνο για τρία χρόνια, μακάρι να βγει έστω και λίγο αληθινό!

Ο κ. Θόδωρος Λουκάκης είναι τ. καθηγητής του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ