Εβδομήντα χρόνια πριν, την περιπετειώδη δεκαετία του 1930, η μία μετά την άλλη χώρα της Ευρώπης εγκατέλειπε το Σύστημα του Χρυσού Κανόνα με τις σταθερές ισοτιμίες, έκανε δραστική υποτίμηση στο ελεύθερο πλέον νόμισμά της και πίστευε πως έτσι θα έβγαινε από τη μεγάλη ύφεση που είχε προκαλέσει το κραχ της Αμερικής. Επειδή όμως το ίδιο έκαναν και οι γειτονικές χώρες των ΗΠΑ, το μόνο που απέμενε σε καθεμιά χωριστά ήταν μεγαλύτερος πληθωρισμός και ακόμη μεγαλύτερη αβεβαιότητα για το μέλλον. Αρκετοί πολίτες άρχισαν να θαυμάζουν την περιχαρακωμένη Γερμανία, που είχε απαρνηθεί τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και είχε πετύχει εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη – αν και λίγοι τότε υποπτεύονταν τον φόρο αίματος που είχε επιβληθεί και τον πολύ μεγαλύτερο που ερχόταν.

Σε λίγα χρόνια ήρθε ο πόλεμος και οι ισοτιμίες έπαψαν να έχουν μεγάλη σημασία, αφού οι διωγμοί και οι εκατόμβες είχαν πρακτικά «εξαλείψει» το πρόβλημα της ανεργίας. Οταν τελείωσε η μεγάλη σφαγή, οι ηγέτες της Ευρώπης συμφώνησαν πάνω στα ερείπια ένα πράγμα: ότι δεν θα αφήσουν ποτέ ξανά τα νομίσματά τους να μπουν σε έναν συναλλαγματικό πόλεμο, γιατί αυτός μπορεί να ξαναφέρει τα φαντάσματα που αγωνίζονταν να εξορκίσουν. Το δίδαγμα είχε επιτέλους αφομοιωθεί. Επειτα από μισόν αιώνα πολύπλοκων σχεδιασμών, διεθνών διαταραχών αλλά και συλλογικού ιστορικού πείσματος, η Ευρώπη απέκτησε το ευρώ ως το δικό της κοινό νόμισμα και έθεσε σε κίνηση μια από τις πιο φιλόδοξες προσπάθειες να συγκροτηθεί ως ενιαία οικονομική οντότητα- αργότερα, ίσως, και ως ενιαίος πολιτικός χώρος.

Ακριβώς μια δεκαετία μετά την εισαγωγή του ευρώ έχουν φουντώσει τα σενάρια των καλοθελητών ότι ήλθε η στιγμή της διάλυσής του και η επιστροφή στα παλιά εθνικά νομίσματα για να μπορέσει τάχα η Ευρώπη να βγει από την κρίση και να ξαναμπεί σε τροχιά ανάπτυξης. Η συνταγή σωτηρίας, αν και σπανίως ομολογείται, βασίζεται στις αλυσιδωτές υποτιμήσεις του κάθε νομίσματος για να τονωθεί η παραγωγικότητα και να ξεπληρωθούν τα μεγάλα κρατικά χρέη. Ξεχνούν όμως πολύ βολικά όλοι οι επίδοξοι σωτήρες ότι οι υποτιμήσεις θα ρημάξουν την αγοραστική δύναμη μισθωτών και συνταξιούχων, ενώ θα φουσκώσουν ακόμη περισσότερο το δημόσιο χρέος σε κάθε χώρα που θα καταφύγει σε αυτήν την πολιτική.

Σε συνθήκες διεθνούς ύφεσης η κατάρρευση της κατανάλωσης όχι μόνο δεν θα ανορθώσει τις οικονομίες αλλά θα έχει ακριβώς τα ίδια προπολεμικά αποτελέσματα του μεγάλου πληθωρισμού και μόνο. Στην πραγματικότητα η εγκατάλειψη του ευρώ θα οδηγήσει κάθε κράτος χωριστά σε ακόμη μεγαλύτερη ύφεση και όλα μαζί σε αμοιβαία εχθρικές οικονομικές πολιτικές. Ετσι θα υπονομευθούν η ευρωπαϊκή συνύπαρξη και το κοινό μέλλον που με τόσο κόπο άρχισε να οικοδομείται μετά τον πόλεμο.

Ο Μαρξ συμβούλευε ότι όποτε εμφανίζεται κάποιος σωτήρας, πρέπει

Το γλυπτό με το σήμα του ευρώ δεσπόζει στον περίβολο του κτιρίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στη Φραγκφούρτη. Η διάλυση του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος θα ωφελήσει όσους έχασαν από την εισαγωγή του

να ψάχνουμε για το τι ωφελείται ο ίδιος, αν εφαρμοστούν τα κηρύγματά του. Ποιοι λοιπόν υποδαυλίζουν σήμερα τα σενάρια διάλυσης του ευρώ; Μα φυσικά όσοι έχασαν από την εισαγωγή του. Πρώτον, οι μεγάλοι ατλαντικοί χρηματοπιστωτικοί μηχανισμοί που με ανησυχία είδαν να κλονίζεται η πρωτοκαθεδρία του λονδρέζικου Σίτι και της Νέας Υόρκης στις διεθνείς αγορές, ιδιαίτερα μάλιστα μετά το 2008 όταν το ευρώ κράτησε άμυνα πολύ καλύτερα από την παταγώδη κατάρρευση των αγγλοαμερικανικών τραπεζών. Δεύτερον, όσοι ποτέ δεν χώνεψαν κοινωνικά και πολιτικά την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, από τη Λίγκα του Βορρά και τους νοσταλγούς της πρωσικής ηγεμονίας ως τα πάλαι ποτέ φιλοσοβιετικά κόμματα. Τρίτον, όσοι έχουν εκπατρίσει τα κεφάλαιά τους και περιμένουν μαζική υποτίμηση για να αγοράσουν μισοτιμής τον εθνικό πλούτο κάθε χώρας, όπως έκαναν με την κατάρρευση της Αργεντινής το 2002.

Τέλος υπάρχουν και αυτοί που ο Λένιν αποκαλούσε «βολικούς ηλιθίους» και είναι έτοιμοι να αναπαραγάγουν κάθε λογής καταστροφικό σενάριο για τη χώρα τους και την Ευρώπη, αρκεί κάποιος να τους προσέξει. (Είναι βέβαια αλήθεια ότι μερικοί εξ αυτών δεν είναι και τόσο ηλίθιοι και ακριβοπληρώνονται για να μας πουν με ποιον τρόπο θα καταστραφούμε πιο γρήγορα βγαίνοντας από το ευρώ.) Απέναντι σε όλη αυτή την- ηθελημένη ή αθέλητη- αντιευρωπαϊκή συμπαιγνία ποιος άραγε υπερασπίζεται το ευρώ; Λίγοι και όχι και τόσο ένθερμοι, όπως είπε και ο Χέλμουτ Σμιτ σε μια συγκλονιστική συνέντευξη τις προηγούμενες ημέρες. Γι΄ αυτό χρειάζεται επειγόντως ένα νέο κύμα ιστορικής συνείδησης στην Ευρώπη και σε κάθε χώρα που θα υπερασπιστεί το συμφέρον των πολλών, θα δώσει ξανά πνοή στο κοινό οικοδόμημα και θα αποτρέψει την επικίνδυνη πλάνη της επιστροφής στα προπολεμικά αδιέξοδα.

Ο κ. Νίκος Χριστοδουλάκης είναι πρώην υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ