Προς τι οι πανηγυρισμοί όταν η αποχή είναι ο αναμφισβήτητος νικητής αυτής της αναμέτρησης; Προς τι οι ιαχές όταν για παράδειγμα στην Αθήνα μισοί και πλέον ψηφοφόροι απείχαν; Και αν δεν ήταν ο Καμίνης που πέτυχε να ενεργοποιήσει την ελπίδα ότι «μια άλλη πόλη είναι εφικτή», έχω την αίσθηση ότι η απροθυμία να προσέλθουν στις κάλπες θα ήταν στην Αθήνα ακόμη μεγαλύτερη. Ενας στους δύο λοιπόν έμεινε στο σπίτι του. Δεν πήγε για καφέ, ή για ούζα, δεν άφησε άλλους να αποφασίσουν για την τύχη του, δεν ήταν μια συνηθισμένη απολιτική στάση «ωχαδερφισμού» και αδιαφορίας για τα τεκταινόμενα. Κάνει, νομίζω, λάθος όποιος θελήσει να απαξιώσει τη σημασία αυτής της συγκεκριμένης στάσης. Το πλαίσιο τη νοηματοδοτεί. Κάνει λάθος όποιος δεν δει (και δεν συλλογιστεί) το νόημά της. Οποιος δεν προσλάβει τη σημασία της δυσφορίας, της απόγνωσης (βλέπε: απελπισίας) που αυτή εκφράζει. Κάνει λάθος όποιος δεν δει την αποχή (τουλάχιστον εκ μέρους πάρα πολλών) ως μια συνειδητή πράξη απο-νομιμοποίησης των πολιτικών, ίσως δε και μιας πολιτικής που φαίνεται να απομακρύνεται από τα αξιακά και ηθικά της πρότυπα.

Πράγματι η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα. Οσοι όμως υποχρεώθηκαν να ψηφίσουν, ζουν ένα διπλό αδιέξοδο. «Να ψηφίσεις επειδή υπάρχει και το χειρότερο». Ο φόβος όμως του χειρότερου, ο φόβος δηλαδή μιας ακόμη χειρότερης εκδοχής ζωής, ποτέ δεν ωφέλησε τη δημοκρατία. Η δημοκρατία δεν θέλει φοβισμένους, παγωμένους στο συναίσθημα και στη σκέψη πολίτες. Ο φόβος (βλέπε: ο τρόμος) μόνο ανελεύθερους πολίτες εκτρέφει. Πολίτες έτοιμους να ενδώσουν στην όποια ψευδαίσθηση πρόσκαιρου όσο και διάτρητου εφησυχασμού.

Χώρα ανελεύθερων φοβισμένων πολιτών. Δεν είναι αυτό το όραμα για την Ελλάδα μας.

Η κυρία Φωτεινή Τσαλίκογλου είναι συγγραφέας, καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.