Επιστρέφοντας στη Βρετανία ύστερα από τρεις μήνες στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι ωραίο που γυρίζω σε μια χώρα στην οποία μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση υλοποιεί όσα είχε υποσχεθεί. Αν όμως έχει λάβει εσφαλμένες αποφάσεις;

Μετά την Τετάρτη 20 Οκτωβρίου οι Βρετανοί δεν ζουν απλώς στη Βρετανία. Ζουν το βρετανικό πείραμα. Το πείραμα αυτό συνίσταται στη μείωση των δημοσίων δαπανών κατά 20% σε διάστημα πέντε ετών, με την πιθανότητα να χαθούν περίπου 500.000 θέσεις εργασίας στον δημόσιο τομέα και με την ελπίδα ότι ο ιδιωτικός τομέας θα αναπληρώσει το κενό. Σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην Ελλάδα ή στην Ιρλανδία, στη Βρετανία δεν υπήρχε ανάγκη για τόσο δραστικές περικοπές.

Ουδείς γνωρίζει επακριβώς με ποιες περικοπές θα μείνουν ευχαριστημένοι οι παντοδύναμοι θεοί της εποχής μας- οι αγορές ομολόγων-, αλλά η βρετανική κυβέρνηση το παράκανε με τις θυσίες στον βωμό τους. Σύμφωνα με την τελευταία αξιολόγηση της Standard & Ρoor΄s για το χρέος της βρετανικής κυβέρνησης, η οργή των θεών έχει κοπάσει. Για την ώρα.

Ουδείς γνωρίζει αν ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να επαναφέρει τη βρετανική οικονομία σε ρυθμούς ζωηρής ανάπτυξης, παρά τη μείωση του δημόσιου τομέα. Αυτό θα εξαρτηθεί από παράγοντες που δεν μπορεί να ελέγξει η κυβέρνηση και που βρίσκονται μακριά από τη χώρα. Αν δεν τα καταφέρει, τα προβλήματα θα είναι πολύ μεγαλύτερα. Αν τα καταφέρει, τότε η βρετανική οικονομία θα μπει πάλι σε τάξη.

Πολλοί άνθρωποι, και κυρίως όσοι προέρχονται από τα φτωχότερα στρώματα της κοινωνίας και εξαρτώνται από το κράτος, θα περάσουν δύσκολα. Με λίγη τύχη, κάποιες αδικίες θα εξαλειφθούν. Πιθανότατα όμως να τις αντικαταστήσουν κάποιες άλλες. Το βρετανικό κράτος θα είναι λίγο μικρότερο και ελαφρώς διαφορετικό στη μορφή σε σχέση με σήμερα.

Οι δημόσιες δαπάνες θα συνεχίσουν να κυμαίνονται γύρω στο 40% του ΑΕΠ. Τα περισσότερα από αυτά τα χρήματα θα δαπανηθούν στην Υγεία, στην εκπαίδευση, στην κοινωνική πρόνοια και στις συντάξεις. Η Βρετανία θα καταστεί άλλη μια συνισταμένη στη διευρυμένη οικογένεια των προηγμένων καπιταλιστικών δημοκρατιών, πηγαίνοντας λίγο καλύτερα σε κάποιους τομείς, λίγο χειρότερα σε κάποιους άλλους. Αυτή είναι η πραγματικότητα της εποχής μας.

Ξεχάστε την κομματική ρητορική. Η ιδεολογική απόσταση μεταξύ των βρετανικών πολιτικών κομμάτων είναι πολύ μικρότερη από ό,τι θα παραδέχονταν δημοσίως. Πάρτε, για παράδειγμα, τα συνθήματα του Ντέιβιντ Κάμερον για τη «μεγάλη κοινωνία». Σε ομιλία του το καλοκαίρι δήλωσε: «Πείτε το φιλελευθερισμό. Πείτε το ενδυνάμωση. Πείτε το ελευθερία. Πείτε το υπευθυνότητα. Εγώ το λέω Μεγάλη Κοινωνία». Μέσα στην ευαγγελική του ασυναρτησία αυτό το απόσπασμα είναι αντάξιο ενός Τόνι Μπλερ. Είναι σαν να λέει κανείς: «Πείτε το γάλα. Πείτε το τυρί. Πείτε το κάλτσες. Πείτε το εσωτερική καύση. Εγώ το λέω Βραστά Φασόλια». Αν την απογυμνώσουμε από την μπλερική της μπουρδολογία, η βασική ιδέα είναι ότι οι πολίτες δεν θα έπρεπε να εξαρτώνται από μια βαθιά συγκεντρωτική κυβερνητική γραφειοκρατία, υπονομεύοντας τη λήψη πρωτοβουλιών και πολιτικής δράσης. Ως μη κομματικοποιημένος κεντροαριστερός συμφωνώ με αυτήν την άποψη. Αλλά πάλι και ποιος δεν θα συμφωνούσε; Μήπως θα ήθελε ο ηγέτης των Εργατικών Εντ Μίλιμπαντ να υπερασπιστεί τη βαθιά συγκεντρωτική κυβερνητική γραφειοκρατία;

Η βρετανική συμμαχική κυβέρνηση κατέληξε σε μια σημαντική απόφαση όσον αφορά την κλίμακα και τη ταχύτητα των περικοπών στις δημόσιες δαπάνες. Πρόκειται για απόφαση μακροοικονομικής διαχείρισης, όχι ιδεολογική. Εκτός από αυτό οι τρόποι με τους οποίους το βρετανικό κράτος θα μειωθεί και θα επαναδιαμορφωθεί αντανακλούν συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές- χωρίς ιδιαίτερη ιδεολογική συνοχή μεταξύ τους. Επομένως, σε αντίθεση με τους ευρωπαίους εταίρους, η Βρετανία αποφάσισε να προστατεύσει την άμυνα από μεγάλες περικοπές και να προχωρήσει σε ένα από τα ακριβότερα στρατιωτικά έργα. Το πώς αυτό θα βοηθήσει τη χώρα να ανταποκριθεί στις νέες απειλές για την ασφάλεια που η ίδια η κυβέρνηση αναγνώρισε στη στρατηγική αμυντική επιθεώρηση (τρομοκρατία, κυβερνοπόλεμος), δεν είναι σαφές.

Αυτή ήταν μια επιλογή στην οποία προέβη η συντηρητικο-φιλελεύθερη βρετανική κυβέρνηση, τη δεδομένη στιγμή. Πιστεύω ότι ήταν εσφαλμένη επιλογή. Θεωρώ ότι η βρετανική επιρροή δεν θα αυξηθεί, αποδεικνύοντας στις Ηνωμένες Πολιτείες ότι η χώρα παραμένει κυρίαρχη στρατιωτική δύναμη αλλά διατηρώντας και διευρύνοντας την παγκόσμια παρουσία του ΒΒC, των πανεπιστημίων μας, του Βρετανικού Συμβουλίου και του Βασιλικού Θιάσου του Σαίξπηρ. Ωστόσο υποστηρίζω την «προοδευτική» επιλογή της κυβέρνησης να αυξήσει την εξωτερική βοήθεια. Η ομοιόμορφη σύνταξη μού φαίνεται εξαιρετική ιδέα. Το «ελεύθερο σχολείο» θα είναι καλό εφόσον προάγει τις εκπαιδευτικές ευκαιρίες και την ισότητα, κακό αν δεν το κάνει.

Αγνοήστε τα συνθήματα- κρίνετε βάσει αποτελεσμάτων. Πρόκειται για έναν συνδυασμό πραγμάτων. Αυτή είναι η αληθινή πολιτική της εποχής μας.

Ο κ. Τίμοθι Γκάρτον Ας είναι καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.