Τα ταμειακά προβλήματα που ταλανίζουν από ετών τους φορείς επικουρικής ασφάλισης είναι λίγο-πολύ γνωστά. Η αντίληψη όμως που διακατέχει τους φορείς εκπροσώπησης δεν είναι ταυτόσημη. Κατ΄ αρχάς, το σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης στη χώρα μας διακρίνεται για τον αναδιανεμητικό αντί για τον πρέποντα ανταποδοτικό του χαρακτήρα.

Στα περισσότερα των Ταμείων η ανταπόδοση των κρατήσεων εργαζομένων και εργοδοτών δεν συσχετίζεται άμεσα:

– Με το σύνολο του δημιουργηθέντος ασφαλιστικού «κεφαλαίου», την ασφαλιστική «ηλικία», την απόδοση βάσει αναλογιστικής μελέτης σε καθέναν από τους ασφαλισμένους, το λειτουργικό κόστος των φορέων και τη σχέση μεταξύ ενεργών και συνταξιούχων ασφαλισμένων.

Οι εξελίξεις στο ασφαλιστικό «μέτωπο» με την αθρόα συνταξιοδότηση προσωπικού βάσει «ωρίμων» δικαιωμάτων επιτείνουν ακόμη περισσότερο τις χρηματοοικονομικές πιέσεις.

Το πρόβλημα δεν είναι του αυτού μεγέθους στο σύνολο των επικουρικών ταμείων.

Υπάρχουν σχέσεις της μορφής 10: 1 ως και 0,8:1 (ενεργοί/συνταξιούχοι) με ανάλογες διακυμάνσεις των απολαβών από 40%-50% της καταβαλλόμενης σύνταξης ως και «φιλοδώρημα», ασχέτως των καταβολών βάσει ύψους αποδοχών και ασφαλιστικού χρόνου. Δεν είναι προφανώς τυχαίο ότι το Ταμείο των εμποροϋπαλλήλων, διαθέτοντας μία από τις καλύτερες σχέσεις (8:1) και εκατοντάδες χιλιάδες μέλη, καταβάλλει επικουρικές συντάξεις που, σε αντίθεση με άλλα σαφώς προβληματικά ως και χρεοκοπημένα στην πράξη Ταμεία, είναι πολύ χαμηλές.

Ισως το αντιπροσωπευτικότερο επικουρικό ταμείο που υφίσταται σήμερα είναι το ΤΕΑΔΥ. Στον φορέα ασφαλίζονται οι «γνήσιοι» δημόσιοι υπάλληλοι, δηλαδή με σχέση κατοχυρωμένης θεσμικής «μονιμότητας». Εδώ έχουμε έναν συνδυασμό αρνητικών δεδομένων όπως:

Κακή σχέση ασφαλισμένων/συνταξιούχων που επιδεινώνεται προϊόντος του χρόνου.

Εισφορές σε τμήμα μόνο των αποδοχών (εξαιρουμένων των «επιδομάτων»).

Σχετικά υψηλές επικουρικές συντάξεις. Η «λύση» ή μάλλον η σταθεροποίηση της κατάστασης ενδεχομένως να εντοπίζεται μέσω:

Επιβολής εισφορών στο σύνολο των αμοιβών.

Σχηματισμού ισόποσου κεφαλαίου από την εργοδοτική πλευρά (εννοείται εις βάρος της καταβαλλόμενης αμοιβής).

Θέσπισης συντελεστών «αναπλήρωσης» βάσει συνολικού κεφαλαίου, διάρκειας ασφαλιστικής σχέσης και αποδόσεων της σχηματιζόμενης περιουσίας.

Εξυπακούεται ότι πρέπει να υπάρξει ένα ελάχιστο όριο ανταπόδοσης στη βάση ενός «εγγυημένου» ποσοστού που θα ορίζεται από αναλογιστικές μελέτες και κοινωνικούς λόγους.

Ο κ. Δ. Ν. Πατσάκης είναι οικονομολόγος.