Ας χρησιμοποιήσω κι εγώ τις γνωστές παραβολές. Η πλώρη του καραβιού μας είχε πάρει επικίνδυνη κλίση προς τον βυθό. Το μνημόνιο απέτρεψε τον βέβαιο καταποντισμό αλλά φυσικά δεν μας έβγαλε στην ξηρά. Βολοδέρνουμε στα ανοιχτά με χιλιάδες τρύπες που μπάζουν νερά: Ασφαλιστικό, Υγεία, Παιδεία, Δικαιοσύνη, διοίκηση, κρατικές επιχειρήσεις, κλειστά επαγγέλματα κτλ. Στην πραγματικότητα, για να σωθούμε χρειάζεται να φτιάξουμε νέο σκαρί.

Το κάνουμε, δηλαδή αλλάζουμε; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάποιες τρύπες προσπαθούμε να τις κλείσουμε: δαπάνες, φορολογία, Ασφαλιστικό, «Καλλικράτης» και φορτηγατζήδες είναι μερικά από τα πράγματα που έχουν προχωρήσει και ο ΟΣΕ, η ΔΕΗ και άλλοι δημόσιοι οργανισμοί έχουν πάρει σειρά. Απέχουμε όμως πάρα πολύ από την πραγματοποίηση των αλλαγών που έχουμε ανάγκη. Για πολύ καιρό θα παλεύουμε χωρίς να είναι καθόλου βέβαιον ότι θα τα καταφέρουμε.

Βασική αιτία του σκεπτικισμού δεν είναι οι όποιες καθυστερήσεις, οι κακοί χειρισμοί ή η διστακτικότητα που επιδεικνύουμε. Στα ζητήματα αυτά υπάρχει πεδίο λαμπρό για κριτική της κυβέρνησης και σκληρή αντιπολίτευση. Η κριτική όμως που γίνεται δεν συζητά για τις τρύπες που πρέπει να κλείσουν. Στην πραγματικότητα, αντιστέκεται σε κάθε αλλαγή και την αντίσταση αυτή την εκφράζει με τη ρητορεία κατά του μνημονίου. Η αξιωματική αντιπολίτευση, η Αριστερά, τα συνδικάτα και ένα σημαντικό μέρος του ΠαΣοΚ ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον σε αναθέματα. Ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Αλλος για να μη χάσει την ψυχή του, άλλος γιατί βλέπει τον ιμπεριαλισμό να συνωμοτεί κατά των ελλήνων εργαζομένων, άλλος γιατί δεν ξέρει άλλη αντιπολίτευση από το να λέει «όχι» σε όλα. Δεν αναμασούν απλώς πολιτικές που έχουν χρεοκοπήσει. Ή δεν καταλαβαίνουν το βάθος της κρίσης ή προσποιούνται ότι δεν το καταλαβαίνουν.

Η κοινή γνώμη μάλλον δεν πείθεται από παρωχημένα λόγια, από τον στόμφο και την κενολογία. Η πληροφόρησή της όμως για την κατάσταση που βρισκόμαστε δεν είναι επαρκής. Βομβαρδίζεται όχι μόνο από τους πολιτικούς αλλά και από τους τηλεοπτικούς αστέρες των δελτίων ειδήσεων με ανούσια ζητήματα. Οποιος εκστομίζει ανοησίες εξασφαλίζει δημοσιότητα, όποιος μιλάει με αριθμούς και στοιχεία μπαίνει στο περιθώριο. Κάποιοι πιστεύουν ότι απεχθανόμαστε τους αριθμούς, γι΄ αυτό βρίσκουν πετυχημένο το ευφυολόγημα «οι αριθμοί ευημερούν αλλά οι άνθρωποι δυστυχούν». Δεν ξέρω αν δυστυχούν οι άνθρωποι όταν οι δείκτες ευημερούν. Βέβαιο πάντως είναι ότι δεν μπορεί να ευτυχούν όταν οι αριθμοί είναι καταστροφικοί. Γράψτε σε μια κόλλα χαρτί τον αριθμό 350 δισ. ευρώ, δηλαδή το ποσό του χρέους μας. Μετατρέψτε τον αν θέλετε και σε δραχμές, προσπαθήστε να συλλάβετε το μέγεθος του ποσού και αναρωτηθείτε πόση ευημερία μάς αναλογεί.

Με χρέος 350 δισ. ευρώ, ούτε οι αριθμοί ευημερούν ούτε οι άνθρωποι ευτυχούν

Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από την υποτίμηση της κρίσης. Μερικοί λένε ότι κι άλλοι είναι σαν και μας, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, δεν μπορεί να μας αφήσουν όλους να βουλιάξουμε. Στην πραγματικότητα, κανένας δεν είναι σαν και μας. Κανένας δεν έχει τη φαύλη και σπάταλη διοίκησή μας, κανείς δεν έχει τη φοροδιαφυγή μας, κανένας δεν έχει κρατική επιχείρηση σαν τον ΟΣΕ. Σε καμία χώρα της Ευρώπης η οικονομική κρίση δεν συνοδεύεται από τόσο βαθιά κοινωνική κρίση σαν και τη δική μας. Κανένας δεν υποχρεώνει όλους τους μαθητές να αποστηθίσουν τα μαθήματα σαν να ήταν ποιήματα του Δροσίνη για να αποκτήσουν πρόσβαση στο Πανεπιστήμιο, σε καμία χώρα οι πεζόδρομοι και τα πεζοδρόμια δεν φτιάχτηκαν για τα αυτοκίνητα και τα μηχανάκια, πουθενά δεν θεωρούνται προσωπικά δεδομένα οι δικαστικές αποφάσεις ή οι απολαβές των υπαλλήλων του Δημοσίου, πουθενά δεν υπάρχει κίνημα υπέρ του καπνίσματος. Δεν έχουμε μόνο μια οικονομία στα πρόθυρα της χρεοκοπίας αλλά και μια κοινωνία στα πρόθυρα της αποσύνθεσης. Αρα δεν μπορεί παρά να βουλιάξουμε; Δεν κερδίζουμε τίποτε με το να θέτουμε αυτό το ερώτημα και να κάνουμε υποθέσεις. Ακόμη κι αν ήταν βέβαιον ότι τελικά θα βουλιάξουμε, και πάλι θα έπρεπε να συνεχίζουμε με μανία να πετάμε τα βαρίδια που μας βυθίζουν. Οσο πιο πολλά πετάξουμε τόσο λιγότερο θα μείνουμε στον πάτο.

Ο κ. Σταύρος Τσακυράκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Αθηνών.