Για όσους επιμένουν ότι η καλή λογοτεχνία πάει με το κιλό, ότι δηλαδή όσο λιγότερα γράφει κανείς τόσο πιο επιμελημένα είναι τα βιβλία του, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα απαντά με τον όγκο της παραγωγής του. Μόνο κατά τη δεκαετία του ΄90 εξέδωσε 14 βιβλία, ενώ παράλληλα αρθρογραφεί σε εφημερίδες.

Συγγραφέας με μεγάλη απήχηση, είχε την τύχη να γίνει γνωστός από το πρώτο του μυθιστόρημα «Η πόλη και τα σκυλιά». Ο περουβιανός συγγραφέας δεν συμμερίζεται την άποψη ότι το πρώτο βιβλίο του είναι και το κορυφαίο ούτε τον συγκινεί το ότι παραμένει το γνωστότερο. Η ιστορία εκτυλίσσεται σε μια αυστηρή στρατιωτική σχολή της Λίμας και έχει πολύ αυτοβιογραφικά στοιχεία, καθώς και ο συγγραφέας υποχρεώθηκε να φοιτήσει σε στρατιωτικό γυμνάσιο όταν οι χωρισμένοι γονείς του επανασυνδέθηκαν. Οι σπουδαστές της σχολής αντιλαμβάνονται με τον δικό τους τρόπο την τιμή και τη φιλία. Ολα τίθενται υπό αμφισβήτηση όταν έρχονται ο έρωτας και ο θάνατος.

Εκτοτε ο Μάριο Βάργκας Λιόσα κάνει κύκλους γύρω από τα ίδια θέματα, αλλάζοντας βέβαια χαρακτήρες, πλοκή, ρυθμό αφήγησης. Σε συνέντευξή του στο «Βήμα» το 2001 είχε αναφέρει ποια θεωρεί τα αγαπημένα του θέματα: «Την εξουσία, την αντίσταση στην εξουσία, τη δημιουργικότητα, την τέχνη. Οχι όμως το σεξ». Η Σουηδική Ακαδημία τού απένειμε το Νομπέλ Λογοτεχνίας «για τη χαρτογράφηση των δομών της εξουσίας και τις διεισδυτικές του εικόνες της ατομικής αντίστασης, της εξέγερσης και της ήττας». Πράγματι, το επίθετο «διεισδυτικός» είναι εκείνο που ταιριάζει περισσότερο από όλα τα άλλα στον περουβιανό συγγραφέα. Εχει εκείνο το εξαιρετικό ταλέντο να βουτάει τον αναγνώστη του μέσα στους ήρωές του. Ο αναγνώστης αισθάνεται και κατανοεί καταστάσεις που είναι ίσως ξένες, ακραίες, διαφορετικές και αυτό γιατί ο Λιόσα πιάνει το μικρό και το μετατρέπει σε παγκόσμιο.

Ο νέος νομπελίστας δεν αναφέρει τον έρωτα ως ένα από τα κυρίαρχα θέματα της λογοτεχνίας του, εν τούτοις είναι έντονος ο ερωτισμός των ηρώων του.

Ανεκπλήρωτες ή παθιασμένες αγάπες, δραστήριοι εραστές και ιστορίες αγάπης καταλαμβάνουν πολλές από τις σελίδες που έχει γράψει. Στην ίδια συνέντευξη εξηγεί: «Θεωρώ ότι ο ερωτισμός είναι πολύ σημαντικός στη ζωή επειδή και το σεξ είναι πολύ σημαντικό. Αλλά δεν νομίζω ότι είναι το μόνο σημαντικό. Πρέπει να τοποθετείται στη θέση του. Ερωτισμός είναι ο εμπλουτισμός του σεξ με την κουλτούρα, με την τέχνη, τη λογοτεχνία.

Ερωτισμός είναι μια εκλεπτυσμένη όρεξη για σεξ, οπότε με αυτή την έννοια είμαι κοντά στον δον Ριγοβέρτο. Το σεξ χωρίς πολιτισμό είναι κάτι κτηνώδες και πρωτόγονο αλλά μπορεί να αναχθεί και σε σύμβολο πολιτισμού. Δεν νομίζω όμως ότι είναι το κυρίαρχο θέμα της λογοτεχνίας μου».

Ο Μάριο Βάργκας Λιόσα συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους συγγραφείς της λατινοαμερικανικής παράδοσης, μαζί με τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και τον Κάρλος Φουέντες. Δεν είναι κανένας ψευδοσεμνός, οπότε έχουμε κάθε λόγο να πιστέψουμε ότι εξεπλάγη με το βραβείο: «Δεν πίστευα καν ότι θα είμαι μεταξύ των υποψηφίων» δήλωσε από τη Νέα Υόρκη, μία από τις πόλεις όπου μοιράζει τον χρόνο του μαζί με το Λονδίνο, τη Μαδρίτη και τη Λίμα. Δεν κρατά το βραβείο για τον εαυτό του: «Πιστεύω ότι είναι μια αναγνώριση της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας και της ισπανόφωνης και αυτό πρέπει όλους να μας χαροποιεί».

Το κοντέρ του Μάριο Βάργκας Λιόσα έχει καταγράψει μισόν αιώνα στη λογοτεχνία. Δεν πήρε το Νομπέλ λόγω ηλικιακής επετηρίδας ούτε λόγω του τεράστιου όγκου των γραπτών του. Είναι ένας συγγραφέας που δεν προδίδει το απαιτητικό κοινό του.