H συγκλίνουσα εκτίμηση για τη διετία 2010-2011 είναι ότι η οικονομία θα παρουσιάσει συνολική συρρίκνωση ως και 7% και ότι η ανεργία θα ξεπεράσει το 13%. Οι δείκτες οικονομικής εμπιστοσύνης, ως βαρόμετρο των προσδοκιών των Ελλήνων για το τι μέλλει γενέσθαι, καταγράφουν σημαντική πτώση, κάτι που απεικονίζεται στην καταναλωτική τους διάθεση και συμπεριφορά. Πράγματι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, η ιδιωτική καταναλωτική δαπάνη αναμένεται να παρουσιάσει μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης της τάξεως του 4% τη διετία 2010-2011, σε αντίθεση με την προηγούμενη δεκαετία, κατά την οποία κατέγραψε μέσους ετήσιους ρυθμούς αύξησης ως και 5%. Με την ιδιωτική κατανάλωση σε τέτοια αρνητικά επίπεδα και τη δημόσια κατανάλωση (λόγω της αυστηρής δημοσιονομικής προσαρμογής) να εμφανίζει συνολική πτώση ως και 20% τη διετία 2010-2011, η μόνη λύση γρήγορης εξόδου από την ύφεση θα μπορούσε να προέλθει από τον τομέα των επενδύσεων. Εκεί τα πράγματα εμφανίζονται εξίσου αποκαρδιωτικά, καθώς εκτιμάται ότι οι επενδύσεις θα παρουσιάσουν συνολική πτώση της τάξεως του 25%.

Η ελεύθερη πτώση στον τομέα των επενδύσεων δεν πρέπει να δημιουργεί έκπληξη. Η οικονομική αβεβαιότητα, σε συνδυασμό με τη διατήρηση της διαφοράς (spread) μεταξύ των 10ετών ελληνικών ομολόγων και των αντίστοιχων γερμανικών σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, κάνει απαγορευτικό το κόστος δανεισμού των ελληνικών επιχειρήσεων και αποθαρρύνει τις όποιες επενδυτικές σκέψεις. Με το κόστος δανεισμού σε τόσο υψηλά επίπεδα και την πιθανότητα χρεοκοπίας της ελληνικής οικονομίας να εκτιμάται στο 50% εντός 5ετίας, αναρωτιέται κανείς τι κίνητρα μπορούν να δοθούν για τη δημιουργία νέων επενδύσεων, οι οποίες με τη σειρά τους θα αμβλύνουν τις συνέπειες της οικονομικής ύφεσης, δημιουργώντας πληθώρα νέων θέσεων εργασίας.

Μια πιθανή λύση βρίσκεται στην ελάφρυνση φορολογικών βαρών και εισφορών, ειδικά για επιχειρήσεις που δημιουργούν απασχόληση και προχωρούν σε επενδύσεις. Πρόσφατες επιστημονικές έρευνες επιβεβαιώνουν ότι μια δραστική μείωση του συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων ως και 10 ποσοστιαίες μονάδες είναι ικανή να αυξήσει τις επενδύσεις, ως ποσοστό του ΑΕΠ, ως και 2 ποσοστιαίες μονάδες, και να οδηγήσει στη σύσταση νέων επιχειρήσεων σε ποσοστό που προσεγγίζει το 20%.

Η βρετανική κυβέρνηση, παρά την εν εξελίξει αυστηρή δημοσιονομική προσαρμογή, προχώρησε σε δραστική μείωση της φορολόγησης των επιχειρήσεων. Κάτι ανάλογο θα μπορούσε να αποφασίσει και το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης σε μια τολμηρή προσπάθεια προσέλκυσης επενδυτικών δραστηριοτήτων και αναθέρμανσης της οικονομικής δραστηριότητας.

Ο κ. Κώστας Μήλας είναι καθηγητής των Χρηματοοικονομικών στο University of Κeele και ο κ. Θεόδωρος Παναγιωτίδης είναι λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.