Η ελληνική οικονομία παρουσίασε συνεχή ανάπτυξη τα τελευταία 16 χρόνια, με την τελευταία χρονιά όπου παρατηρήθηκε αρνητικό πρόσημο στον ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ να είναι το 1993. Από εκείνη τη χρονιά και μετά είχαμε συνεχείς αυξήσεις, που στην πλειονότητά τους υπήρξαν αρκετά υψηλότερες του μέσου όρου της ευρωζώνης. Αυτή η ανάπτυξη έφερε την Ελλάδα ανάμεσα στις 25 πλουσιότερες χώρες στον κόσμο. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας είναι υψηλότερο από αυτό του Ισραήλ (95% του μέσου ελληνικού εισοδήματος), της Σαουδικής Αραβίας (77%), της Πορτογαλίας (73%), της Ρωσίας (49%) και της Τουρκίας (μόλις το 41% του μέσου ελληνικού εισοδήματος), για να αναφέρουμε ενδεικτικά μόνο μερικές χώρες (στοιχεία από ΔΝΤ και Διεθνή Τράπεζα). Δεδομένης της σχετικής ευημερίας που παρατηρήθηκε τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, λογικό είναι το ερώτημα: Πότε θα βγει η ελληνική οικονομία από το σημερινό τούνελ; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έχει δύο σκέλη. Το πρώτο έχει να κάνει με τις επιλογές της κυβέρνησης και τον τρόπο με τον οποίο θα επηρεάσουν την οικονομία. Εδώ θα σταθούμε στο δεύτερο, το οποίο σχετίζεται περισσότερο με την κατάσταση της διεθνούς οικονομίας και με το πόσο γρήγορα θα επανακάμψουν οι εμπορικοί εταίροι μας. Ενα από τα εργαλεία που χρησιμοποιούμε για να προβλέπουμε την πορεία της οικονομίας είναι η παρακολούθηση των διαφημιστικών δαπανών. Οι διαφημιστικές δαπάνες είναι από τις πρώτες που μειώνονται όταν διαβλέπεται ύφεση στην οικονομία, αλλά ανακάμπτουν πολύ γρήγορα όταν η ανάκαμψη είναι προ των πυλών. Η παρακολούθηση αυτού του ευέλικτου εργαλείου μάς επιτρέπει να προβλέπουμε αρκετά γρήγορα μεταβολές στο πρόσημο του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ. Τα στοιχεία για το 2010 είναι ενθαρρυντικά: ο ρυθμός μεταβολής των παγκόσμιων διαφημιστικών δαπανών θα φθάσει το 3,5%, αρκετά υψηλότερος από την τελευταία πρόβλεψη που ήταν 2,2%. Για τη Βόρεια Αμερική η αρχική πρόβλεψη ήταν αρνητική για το τρέχον έτος (-1,5%) αλλά τελικά αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,3%. Για τη Δυτική Ευρώπη αναμένουμε αύξηση της διαφημιστικής δαπάνης κατά 2,2% από 0,4% που ήταν η αρχική πρόβλεψη. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η διεθνής ανάκαμψη θα επιτευχθεί σταδιακά και αυτό θα επηρεάσει θετικά και την ελληνική οικονομία. Η πραγματική πρόκληση για την ελληνική οικονομία δεν είναι πολύ διαφορετική από αυτήν που αντιμετωπίζουν οι αντίστοιχες της Δυτικής Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής: πώς θα καταφέρουμε να αυξήσουμε μαζί με το ΑΕΠ και την απασχόληση.

Ο κ. Κώστας Μήλας είναι καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο University of Κeele και ο κ. Θεόδωρος Παναγιωτίδης είναι λέκτωρ στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.