Μια που οι «Αχαρνής», με τις- επικαιροποιημένες- αριστοφανικές καταγγελίες κατά των πολιτικών, ενθουσίασαν το κοινό στην Επίδαυρο, αξίζει να θυμηθούμε ένα άλλο αρχαίο κείμενο. Είναι πιο δύσπεπτο και λιγότερο κολακευτικό για τον λαό (αν και δεν χαρίζεται στους πολιτικούς), αλλά ίσως διδακτικότερο:

« Πιο επικίνδυνοι όμως απ΄ όλους είναι όσοι κατηγορούν τους άλλους ότι μιλούν με σκοπό το χρηματικό όφελος. Γιατί, αν τους κατηγορούσαν για αμάθεια, όποιος (ενν. από τις δύο πλευρές) δεν έπειθε, θα αποχωρούσε έχοντας κριθεί ανόητος, όχι ασυνείδητος. Οταν όμως αποδοθεί σε κάποιον η μομφή της ασυνειδησίας, τότε, εάν μεν πείσει τους ακροατές του, καθίσταται ύποπτος, εάν δε αποτύχει φαίνεται και ανόητος και ασυνείδητος. Από αυτήν την κατάσταση δεν ωφελείται η πόλη, γιατί εξαιτίας του φόβου της διαβολής χάνει τους συμβούλους της, ενώ θα ήταν για αυτήν επωφελέστατο να μην μπορούν καθόλου να μιλούν εκείνοι οι πολίτες της που αγαπούν τις διαβολές- μια που τότε σπανιότατα θα παρασυρόταν η πόλη να διαπράξει σφάλμα. Ο αγαθός πολίτης δεν πρέπει, λοιπόν, να εκφοβίζει όσους πρόκειται να εκφράσουν αντίθετη γνώμη από εκείνον, αλλά να δείχνει ότι εκφράζει σωστότερες θέσεις υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με τον αντίπαλό του. (…)

»Εμείς όμως κάνουμε το αντίθετο και ακόμη, αν κάποιος είναι ύποπτος πως ενεργεί για το κέρδος, λέει όμως τα πλέον ωφέλιμα, εμείς φθονώντας τον για την αβέβαιη υποψία του κέρδους διαγράφουμε και το φανερό όφελος για την πόλη. Κατάντησε έτσι (…) τα ωφέλιμα να είναι εξίσου ύποπτα με τα επιβλαβή, ώστε και όποιος θέλει να συμβουλεύσει το κακό προσελκύει το πλήθος με απάτη, αλλά και όποιος θέλει να προτείνει τα άριστα γίνεται πιστευτός μόνο αν πει ψέματα. Η πόλη μας, δηλαδή, από την υπερβολική ευφυΐα της, έγινε η μόνη που δεν μπορεί κανείς να την ευεργετήσει χωρίς να καταφύγει στην απάτη. Γιατί, όποιος προτείνει φανερά κάτι καλό, γίνεται αμέσως ύποπτος ότι επιδιώκει κάποιο κρυφό όφελος για τον εαυτό του».

Το απόσπασμα είναι από τη δημηγορία του Διόδοτου (Θουκυδίδης Γ, 42-43) για τη στάση της Αθήνας έναντι των Μυτιληναίων, που είχαν αποστατήσει, και θυμίζει πόσο κακό είναι να σβήνει ο ουσιαστικός πολιτικός διάλογος μέσα σε αλληλοκατηγορίες χρηματισμού και διαφθοράς, αλλά και τις ευθύνες των ψηφοφόρων που τόσο θέλγονται από την… κλεπτολογία ώστε να απαξιώνουν ως ύποπτο ακόμη και όποιον εισηγείται τα προδήλως σωστά.

Δεν θα μπορούσε, δυστυχώς, να υποστηρίξει κανείς ότι οι πολιτικοί μας είναι άμωμοι και οι εις βάρος τους υπόνοιες ανυπόστατες. Γεγονός παραμένει όμως ότι η διάχυση της υποψίας εναντίον όλων δεν υπηρετεί «την φανεράν ωφελείαν της πόλεως». Και ότι, εν μέσω των εξεταστικών επιτροπών, εξοβελίζεται σε δεύτερη μοίρα το κρίσιμο ζητούμενο: οι προτάσεις για το τι μπορεί και τι πρέπει να γίνει προκειμένου να σωθεί η χώρα.