Ολο και περισσότεροι πολιτικοί αναλυτές από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη αναρωτιούνται δημοσίως κατά πόσον είναι καταδικασμένη να εξαφανιστεί η Ευρωπαϊκή Ενωση. Οσο και αν δεν θέλει κάποιος να χαλάσει τις διακοπές εκείνων που πιστεύουν ακόμη στην ενωμένη Ευρώπη, τα νέα από το μέτωπο είναι άσχημα.

Δεν είναι μόνο το τελευταίο τεύχος του περιοδικού «ΤΙΜΕ», που χαρακτηρίζει την Ευρώπη «χαμένη ήπειρο». Ούτε μόνο το τελευταίο τεύχος του «Νewsweek» σύμφωνα με το οποίο οι ευρωπαϊκές τράπεζες βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από τη Γουόλ Στριτ. Πολύ σημαντικότερη είναι η έρευνα που δημοσιεύτηκε στο αμερικανικό περιοδικό «Τhe Αmerican Ιnterest» (τεύχος Ιουλίου- Αυγούστου), όπου στην απλή ερώτηση «Μπορεί η Ευρώπη να κάνει επανεκκίνηση;» η απάντηση ήταν «Τίποτα δεν είναι λιγότερο σίγουρο».

Οκτώ αρθρογράφοι, τέσσερις από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τέσσερις από τη Γηραιά Ηπειρο, αναρωτιούνται για το μέλλον του ευρωπαϊκού προγράμματος. Κανείς από αυτούς τους Αμερικανούς δεν μπορεί να κατηγορηθεί για ευρωφοβία και κανείς από αυτούς τους Ευρωπαίους δεν ανήκει στο στρατόπεδο των επαγγελματιών ευρωσκεπτικιστών.

Αλλά η διάγνωσή τους είναι κοινή: εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, η παρακμή της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι μη αναστρέψιμη. Πρόκειται ουσιαστικά για τον προαναγγελθέντα θάνατο ενός πράγματος που ανήκει στον 20ό αιώνα.

Υπάρχει κατ΄ αρχήν ένα πρόβλημα πίστης. Για να συνεχίσει η Ευρώπη να υπάρχει με τη μορφή ενός πολιτικού προγράμματος πρέπει να πιστεύουν σε αυτήν όχι μόνο κάποιες ελίτ, αλλά και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, οι πολίτες.

Οι τελευταίοι όμως αμφιβάλλουν. «Κι αν οι Ευρωπαίοι φαίνεται να μην πιστεύουν πια στο ευρωπαϊκό μοντέλο», επισημαίνει ο πρώην πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών στο ΝΑΤΟ Κουρτ Βόλκερ, «γιατί να πιστεύει σε αυτό ο υπόλοιπος κόσμος;».

Ενα δεύτερο πρόβλημα είναι ότι οι Ευρωπαίοι δεν συμφωνούν πάνω σε αυτό που πρέπει να είναι η Ενωση. Οι ηγέτες της Γηραιάς Ηπείρου δεν μπορούν να συμφωνήσουν στο να έχει η Ευρώπη ένα ισχυρό πολιτικό περιεχόμενο, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.

Την ίδια άποψη έχει και ο γνωστός αμερικανός ιστορικός γερμανικής καταγωγής Γουόλτερ Λακέρ, ο οποίος ήδη από το 2007 έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Οι τελευταίες ημέρες της Ευρώπης».

Η Ευρωπαϊκή Ενωση, πιστεύει σήμερα, είναι μια ευρεία ζώνη ελεύθερων συναλλαγών και τίποτα περισσότερο. Πέρα από μια κοινή αγροτική πολιτική, που αμφισβητείται όλο και περισσότερο, και τη διαρθρωτική βοήθεια προς τις πιο καθυστερημένες της περιοχές, η Ενωση στην πραγματικότητα δεν υπάρχει.

Το ευρωπαϊκό μοντέλο μοιάζει με εκείνο της Λατινικής Αμερικής. Η Ευρωπαϊκή Ενωση ήταν άτυχη. Δεν έχασε το ραντεβού της με τις χώρες του πρώην σοβιετικού συνασπισμού. Τις ενέταξε στους κόλπους της, αλλά η διεύρυνση έγινε εις βάρος της εμβάθυνσης.

Με τα 27 μέλη η Ενωση δεν μπορεί να διαχειριστεί τα μεγάλα προβλήματα όπως η ενεργειακή πολιτική και η σχέση με τη Ρωσία ή η σχέση με το Ισλάμ και με την Τουρκία.

Ο Πιερ Ασνέρ, γάλλος ειδικός των διεθνών σχέσεων, θεωρεί ότι αυτή η παράλυση οδήγησε τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες- και συγκεκριμένα τη Γερμανία και τη Γαλλία- να επανεθνικοποιήσουν κάποιες πολιτικές τους.

Η κρίση του ευρώ αποκάλυψε τις ίδιες εσωτερικές αντιφάσεις. Η διαχείριση του κοινού νομίσματος απαιτεί εναρμόνιση της δημοσιονομικής πολιτικής. Η Γαλλία του Νικολά Σαρκοζί το επισήμανε, αλλά η Γερμανία της Ανγκελα Μέρκελ το αρνήθηκε.

Το εμπόδιο είναι πάντα το ίδιο: το ευρώ, όπως και η διεύρυνση, συνδέεται με τον ομοσπονδιακό χαρακτήρα της Ευρώπης, μια λέξη πολιτικά απαγορευμένη.

Και έτσι η Ευρώπη συνήθισε να κάνει τα πράγματα μισά, ως την αναπόφευκτη στιγμή που προσέκρουσε στον τοίχο της πραγματικότητας. Μια άλλη εσωτερική αντίφαση αφορά τη μετανάστευση. Οπως γράφει ένας βούλγαρος αναλυτής, ο Ιβάν Κράστεφ, η οικονομική Ευρώπη θέλει περισσότερους μετανάστες, αλλά η πολιτική Ευρώπη λέει όχι.

Ολα αυτά τα χαμένα ραντεβού με την Ιστορία καταδικάζουν άραγε οριστικά την Ευρώπη; Οι συντάκτες του «Τhe Αmerican Ιnterest» ίσως να υποτιμούν το επίπεδο εναρμόνισης των νομοθεσιών στο εσωτερικό της Ενωσης. Ισως να αμελούν ένα από τα χαρακτηριστικά της Ευρώπης: ότι αποτελεί μια μηχανή παραγωγής του κράτους δικαίου. Το βέβαιο είναι ότι θέτουν ερωτήματα που οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι δεν τολμούν να θέσουν.