Με τον Νόμο 3845/2010, ο οποίος ενσωμάτωσε τα διαβόητα μνημόνια για την εφαρμογή του «μηχανισμού στήριξης» της τρόικας και τα κατατεθειμένα νομοσχέδια για το Εργασιακό και το Ασφαλιστικό των ιδιωτικών και δημοσίων υπαλλήλων, επιχειρείται η εισαγωγή σειράς ρυθμίσεων οι οποίες κατεδαφίζουν το κοινωνικό κράτος και τα εργασιακά δικαιώματα, με ευθεία παράβαση του Συντάγματος.

Εντελώς ενδεικτικά:

Οι μισθολογικές ρυθμίσεις του νόμου για περιορισμό ή «πάγωμα» των μισθών θίγουν τον πυρήνα της συλλογικής αυτονομίας, σε αντίθεση με τα άρθρα 22 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος και τις διεθνείς συμβάσεις εργασίας 98, 151 και 154. Παραβιάζουν, επίσης, τις διατάξεις του άρθρου 22 παρ. 1 και 2, οι οποίες λειτουργούν όχι μόνο ως κατευθυντήριες διατάξεις αλλά και ως γνήσιο υποκειμενικό δικαίωμα, που κατοχυρώνουν δίκαιες και ασφαλείς συνθήκες εργασίας και έναν αξιοπρεπή μισθό.

Πρόδηλα αντισυνταγματική και αντίθετη στο Κοινοτικό Δίκαιο είναι η ρύθμιση που προβλέπει ότι μπορεί να καθορίζεται κατώτατο ημερομίσθιο των νέων ηλικίας κάτω των 25 ετών που εισέρχονται στην αγορά εργασίας πρώτη φορά, προφανώς χαμηλότερο από αυτό που προβλέπει η ΕΓΣΣΕ. Η εν λόγω ρύθμιση είναι, κατ΄ αρχάς, ευθέως αντίθετη στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 22 παρ. 1 του Συντάγματος, που παρέχει στον εργαζόμενο το δικαίωμα να αξιώσει ίση αμοιβή για ίση εργασία, εφόσον οι εν λόγω νέοι θα πληρώνονται λιγότερο για ίδια εργασία. Εν συνεχεία, όμως, είναι και κραυγαλέα αντίθετη προς τις ρυθμίσεις των οδηγιών 2000/43/ΕΚ και 2000/78/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που απαγορεύουν κάθε δυσμενή διάκριση λόγω ηλικίας στον τομέα απασχόλησης και ενσωματώθηκαν στην εθνική έννομη τάξη με τον Ν. 3304/2005.

Η αντισυνταγματικότητα των συνταξιοδοτικών ρυθμίσεων έγκειται, αφενός, στην παραβίαση των γενικών αρχών της αναλογικότητας, ανταποδοτικότητας και κοινωνικής αλληλεγγύης και, αφετέρου, στην παραβίαση των τυπικών εγγυήσεων του άρθρου 73 παρ. 2 του Συντάγματος, που επιβάλλει τα νομοσχέδια για τις συντάξεις να είναι ειδικά, με ποινή μάλιστα την ακυρότητα. Επίσης δεν υποβλήθηκε πριν από την ψήφιση του Νόμου 3845/2010 η προβλεπομένη από την ίδια διάταξη του Συντάγματος αναγκαία γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ). Συνεπώς, η περικοπή των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα και του επιδόματος αδείας είναι ευθέως αντισυνταγματική και άκυρη.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο, η Κεντρική Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή και η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου έχουν αναδείξει πλευρές της αντισυνταγματικότητας και της αντίθεσης με διεθνείς συμβάσεις πολλών πλευρών των νομοθετικών αυτών κειμένων. Ο δρόμος, συνεπώς, για τη δικαστική διεκδίκηση των εργασιακών δικαιωμάτων και την ανάσχεση της κατεδάφισης των κοινωνικών κατακτήσεων είναι ανοικτός.

Ο κ. Λ. Αποστολίδης είναι καθηγητής στο ΔΠΘ, πρώην υφυπουργός Αμυνας.