Μια ιδιαίτερα σημαντική πτυχή των επιπτώσεων της εξελισσόμενης δεινής παγκόσμιας οικονομικής κρίσης είναι και εκείνη που, με την ιδιοσυστασία της υφής της, επιτείνει την εδώ και καιρό, είναι η αλήθεια, υποβόσκουσα δοκιμασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Ι. Θα επιχειρήσω να παραθέσω ορισμένα- κατά τη γνώμη μου αρκούντως χαρακτηριστικά- παραδείγματα δοκιμαζόμενων δικαιωμάτων. Και μένω στη χορεία των συνταγματικώς κατοχυρωμένων δικαιωμάτων:

Α. Δοκιμάζονται, σήμερα, τα πολιτικά δικαιώματα, με επίκεντρο το δικαίωμα του εκλέγειν. Κατά το ισχύον Σύνταγμα, ιδίως με βάση τα άρθρα 51 και 52, το ενεργητικό εκλογικό δικαίωμα συνιστά κατ΄ εξοχήν έκφραση της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας και συνθέτει το βάθρο στήριξης της νομιμοποίησης τόσο της Βουλής όσο και της κυβέρνησης που προκύπτει από αυτήν, κατ΄ εφαρμογή των κανόνων του κοινοβουλευτικού μας πολιτεύματος. Συνακόλουθα, είναι δικαίωμα του εκλογέα να απαιτεί από την κυβέρνηση, την οποία αναδεικνύει με την ψήφο του, στοιχειώδη συνέπεια λόγων και έργων, πριν και μετά τις εκλογές.

Β. Δοκιμάζονται, σήμερα, ιδίως τα ατομικά δικαιώματα- ήτοι αυτό τούτο το αρχετυπικό πλαίσιο δικαιωμάτων- που οριοθετούν τη σφαίρα της αναγκαίας, για την αξία και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου, ελευθερίας. Αναφέρομαι, π.χ.: 1. Στα όσα δεινά σωρεύονται, με γεωμετρική πρόοδο, στο πεδίο άσκησης του δικαιώματος προστασίας καθενός από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση των προσωπικών του δεδομένων (άρθρο 9Α του Συντάγματος).

2. Στην απαράδεκτη κατάσταση που επικρατεί- με τάσεις χειροτέρευσης- στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπου καταρρακώνεται, καθημερινά πια, κάθε έννοια ακαδημαϊκής ελευθερίας, ιδίως μέσα από την προκλητική κατάλυση της έννοιας του ασύλου (άρθρο 16 του Συντάγματος).

3. Στη σταδιακή αφαίμαξη της ατομικής ιδιοκτησίας (άρθρο 17 του Συντάγματος), η οποία οδηγείται στην πλήρη αποδυνάμωση και απαξίωσή της, ήτοι στην κατάρρευση του πυρήνα της, κυρίως μέσα από τη ραγδαία επέκταση της de facto απαλλοτρίωσης και την καταφανώς αντισυνταγματική και κοινωνικώς άδικη φορολογία της.

Γ. Δοκιμάζονται, σήμερα, τα κοινωνικά δικαιώματα. Δηλαδή τα δικαιώματα που υποχρεώνουν τους κρατικούς φορείς να προβαίνουν σε συγκεκριμένες θετικές ενέργειες υπέρ του ανθρώπου, εντός των ορίων εφαρμογής των αρχών του κοινωνικού κράτους δικαίου. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, και από την κατά το άρθρο 73 παρ. 2 του Συντάγματος πρόσφατη γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πολλές από της κρίσιμες συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις του ψηφιζόμενου, εν ονόματι της εφαρμογής του περίφημου «μνημονίου», σχεδίου νόμου παραβιάζουν καταφώρως βασικές διατάξεις του Συντάγματος ως προς το αντίστοιχο κοινωνικό κεκτημένο. Επίσης, θεμελιώδεις αρχές του κοινωνικού κράτους δικαίου, όπως αυτές που σχετίζονται με την προστασία της οικογένειας (άρθρο 21 του Συντάγματος), το δικαίωμα στην εργασία και στην κοινωνική ασφάλιση (άρθρο 22 του Συντάγματος) βρίσκονται, κυριολεκτικώς, στο «στόχαστρο» της νομοθεσίας, η οποία επίσης προωθείται δήθεν σε εκτέλεση των επιταγών του «μνημονίου».

ΙΙ. Το δραματικό έλλειμμα ως προς την αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου έρχεται να αναδείξει και ένα άλλο, στενά συνδεόμενο με αυτό, φαινόμενο. Ητοι το φαινόμενο του ελλείμματος ως προς την αποδοτική λειτουργία κρίσιμων Ανεξάρτητων Αρχών, αρχής γενομένης από τις συνταγματικώς κατοχυρωμένες.

ΙΙΙ. Επικεντρώνομαι, για λίγο, στα όσα ήδη τόνισα ως προς τις επιπτώσεις της σημερινής κρίσης των δικαιωμάτων του ανθρώπου στην ποιότητα της Δημοκρατίας μας:

Α. Βασικό πλεονέκτημα του ισχύοντος Συντάγματος – ιδιαίτερα μάλιστα μετά τις αναθεωρήσεις του- είναι οι ρήτρες που απορρέουν από τα άρθρα 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1, οι οποίες καθιερώνουν από τη μία πλευρά την αρχή του σεβασμού της αξίας του ανθρώπου- έννοια η οποία υπερβαίνει κατά πολύ την «αξιοπρέπεια», που προστατεύουν άλλα ευρωπαϊκά, κυρίως, Συντάγματακαι, από την άλλη, την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, με τη μορφή της ελεύθερης συμμετοχής στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας.

Β. Αυτές τις αρχές καλείται να κάνει πράξη η ακώλυτη άσκηση όλων των συνταγματικώς- και όχι μόνο – κατοχυρωμένων δικαιωμάτων. Κατά πρώτο λόγο των ατομικών, ιδίως μετά την κατοχύρωση, ύστερα από τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001 (άρθρο 25 παρ. 1), της τριτενέργειάς τους. Ητοι της προστασίας των δικαιωμάτων, όχι μόνο έναντι των κρατικών φορέων αλλά και έναντι κάθε είδους ιδιωτικής προέλευσης εξουσίας. Αλλά και, κατά δεύτερο λόγο, των άλλων κοινωνικών και μεικτών δικαιωμάτων, με βάση τα οποία το σύγχρονο κράτος υποχρεούται, στο πλαίσιο του παρεμβατισμού του, να προβεί σε συγκεκριμένες, θετικές, ενέργειες υπέρ των μελών του κοινωνικού συνόλου.

ΙV. Οσοι, ίσως, ισχυρίζονται πως οι θέσεις που εξέθεσα έχουν μια δόση υπερβολής στηρίζονται, κατά βάση, στο ευρέως- και όχι μόνο στη xώρα μας- υιοθετούμενο συμπέρασμα ότι η οικονομική κρίση που βιώνει ο πλανήτης και υφίσταται, συνακόλουθα, το κοινωνικό σύνολο δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί χωρίς επιπτώσεις και ως προς τα δικαιώματα του ανθρώπου. Σπεύδω να διευκρινίσω- όπως άλλωστε έχω υποστηρίξει διαχρονικώς- ότι πρόκειται για απαράδεκτο ψευτοδίλημμα. Για ένα φθηνό και χωρίς οιοδήποτε θεσμικό και πολιτικό έρεισμα «άλλοθι» συγκάλυψης της ανικανότητας του κράτους να φέρει εις πέρας τη δημοκρατική αποστολή του.

Για αυτό, όμως, το δυσοίωνο τοπίο της δοκιμασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου που βιώνουμε φταίει μόνο το κράτος και όχι και οι πολίτες, το κοινωνικό σύνολο; Απαντώντας, παραπέμπω στο γνωστό απόφθεγμα του Ασημάκη Πανσέληνου («Συνέντευξη με τον εαυτό μου», σελ. 62): «Ενα πραγματικά ελεύθερο κράτος πρέπει να έχει με τους πολίτες του αμοιβαίο αίσθημα ενοχής!». Ναι, όλοι έχουμε ευθύνη. Και οι πολίτες, όταν μάλιστα κάθε δικαίωμα, από την ίδια του τη θεσμική και κοινωνική υπόσταση, εμπεριέχει και υποχρεώσεις. Μόνο που είναι προφανές ότι η ουσία της δημοκρατίας συνεπάγεται πως πρώτο το κράτος οφείλει, με τη συμπεριφορά και το ήθος των κάθε είδους λειτουργών του, να δίνει το παράδειγμα της πραγματικής αίσθησης του χρέους και της ενοχής έναντι των πολιτών. Οταν αντιστρέφει τους ρόλους και, ιδίως, όταν μεταθέτει τις ενοχές του και τις αντίστοιχες ευθύνες του στους πολίτες, πυροδοτεί, από την πλευρά τους, αντιδράσεις που θίγουν- δίχως δική τους, φυσικά, αποκλειστική υπαιτιότητα- την ομαλή λειτουργία των θεσμών. Η ιστορία, άλλωστε, έχει αποδείξει πως οι μεγάλες κοινωνικές εκρήξεις και τα τραγικά επακόλουθά τους οφείλονται, κατά το μεγαλύτερο μέρος, στην αδυναμία ή στο φόβο των κυβερνώντων. Ή και στα δύο.

Ο κ. Προκόπης Παυλόπουλος είναι βουλευτής, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.