Το πρώτο πεντάμηνο του 2010 πήγε πολύ καλύτερα από τις επίσημες προβλέψεις του Μνημονίου ΔΝΤΕΕ καθώς το έλλειμμα περιορίστηκε σημαντικά και η ύφεση αποδείχθηκε αισθητά μικρότερη από την αναμενόμενη. Η θετική αυτή εξέλιξη οφείλεται στα μέτρα της κυβέρνησης πριν από την εφαρμογή του Μνημονίου, ενώ αντίθετα ο απροσδόκητα υψηλός πληθωρισμός 5,4% προέκυψε από την επιβολή αυξημένου ΦΠΑ και νέων έμμεσων φόρων που τον Μάιο κρίθηκαν απαραίτητοι για την άντληση παραπάνω κρατικών εσόδων.

Από τη μεγάλη ύφεση μας γλίτωσε ως τώρα η επίμονη αύξηση της εγχώριας κατανάλωσης σε συνδυασμό με μια πτώση των εισαγωγών και μια αναθάρρηση της βιομηχανικής παραγωγής. Και οι τρεις αυτοί παράγοντες απειλούνται όμως τώρα από τον υψηλό πληθωρισμό, ο οποίος θα μειώσει την αγοραστική δύναμη όσων δεν παρανομούν, θα πλήξει και πάλι την ανταγωνιστικότητα και θα τροφοδοτήσει εκ νέου φήμες για αδυναμία συμπόρευσης με την ευρωζώνη, που έχει πληθωρισμό μόλις 1,6%.

Αυτό που χρειάζεται να δει κάποιος είναι ότι η ελληνική οικονομία αποδεικνύεται πολύ πιο ανθεκτική στην ύφεση από ό,τι υπολογίστηκε αρχικά και να ενισχύσει περαιτέρω κάθε δυνατή πρωτοβουλία ανάπτυξης. Η ως τώρα μονομερής εισπρακτική λογική του Μνημονίου πρέπει να αναθεωρηθεί και να περιλάβει πολιτικές μόνιμου και διαρθρωτικού χαρακτήρα που φέρνουν επενδύσεις, τονώνουν την ανταγωνιστικότητα και τη ζήτηση της εγχώριας παραγωγής. Πάνω από όλα όμως αυξάνουν την απασχόληση και ακυρώνουν τα επαπειλούμενα κοινωνικά ρήγματα.

Ακόμη και η ίδια η δημοσιονομική περιστολή χρειάζεται να μετατοπιστεί από τη λογική των εφήμερων περικοπών και να προσανατολιστεί σε διαρθρωτικές αλλαγές του δημόσιου τομέα που θα επιφέρουν μια μόνιμη εξοικονόμηση δαπανών. Η τωρινή μείωση των υπερωριών και κάποιων επιδομάτων θα ακυρωθεί εύκολα σε μια μελλοντική διαπραγμάτευση με τα συνδικάτα και ίσως ακόμη ευκολότερα από μια «φιλολαϊκή» απόφαση ενός πρωτοβάθμιου δικαστηρίου.

Αντίθετα, οι ουσιαστικές αποκρατικοποιήσεις, οι καταργήσεις πολλών σπάταλων και άχρηστων υπηρεσιών και η συνταγματική απαγόρευση της παραβίασης του προϋπολογισμού μπορούν να εδραιώσουν την αξιοπιστία για τον μόνιμο έλεγχο των δημοσίων δαπανών.

Διαφορετικά ελλοχεύει ο κίνδυνος ενός ακόμη φαύλου κύκλου, με την ύφεση αυτή τη φορά να προκαλείται λόγω φορο-πληθωρισμού, τα έσοδα να λιγοστεύουν πάλι, αυτό με τη σειρά του να οδηγεί σε νέα εισπρακτικά μέτρα, που αυξάνουν κι άλλο τις τιμές, και ξανά από την αρχή. Μην ξεχνάμε ότι δέκα χρόνια πριν στην Αργεντινή το εισπρακτικό πρόγραμμα πήγαινε «περίφημα» και μάλιστα έκανε συλλογή διεθνών επαίνων μέχρι που ανακάλυψαν ότι είχε συρρικνωθεί η πραγματική οικονομία αλλά ήταν πια αργά.

Μόνο με μια αναπτυξιακή και επενδυτική ώθηση «εδώ και τώρα» θα μαζευτούν με σιγουριά τα πολυπόθητα έσοδα χωρίς εξουθένωση των φορολογουμένων, ενώ ταυτόχρονα το αυξημένο εθνικό προϊόν θα ελαττώνει την επιβάρυνση του δημόσιου χρέους που τόσο τρομάζει τις διεθνείς αγορές και πυροδοτεί κάθε είδους σενάρια.

Ο κ. Ν. Χριστοδουλάκης είναι πρώην υπουργός Οικονομίας.