Αντιγράφω από τη «Γενική Θεωρία της Απασχόλησης, του Τόκου και του Χρήματος» του Τζον Μέιναρντ Κέινς (το είχε, υπενθυμίζω, διανείμει «Το Βήμα της Κυριακής»):

«Αν, όμως, τα κράτη εξασφάλιζαν πλήρη απασχόληση για τον εαυτό τους με την εσωτερική τους πολιτική (…) θα υπήρχε ακόμη χώρος για τον διεθνή καταμερισμό της εργασίας και για τον διεθνή δανεισμό σε κατάλληλες συνθήκες. Δεν θα υπήρχε πλέον πιεστικό κίνητρο ώστε μια χώρα να χρειάζεται να επιβάλλει τα εμπορεύματά της σε μια άλλη (…) ώστε να αναπτύξει ένα ευνοϊκό γι΄ αυτήν εμπορικό ισοζύγιο (…) ως μέσο απελπισίας για τη διατήρηση της εγχώριας απασχόλησης (…) πράγμα που μετατοπίζει το πρόβλημα της ανεργίας στον γείτονα…».

Ακρως επίκαιρο- σαν να βλέπει ο αείμνηστος την καγκελάριο Μέρκελ. Για να θυμηθούμε τις αιτιάσεις της υπουργού Οικονομικών της Γαλλίας Κριστίν Λαγκάρντ αλλά και τις διαπιστώσεις του διεθνούς δικτύου οικονομολόγων RΜF (www. researchonmoneyandfinance.org), η Γερμανία, οικονομική ατμομηχανή της Ευρώπης, έχει περάσει σε παρατεταμένη περίοδο εσωτερικής καχεξίας. Οι ρυθμοί ανάπτυξής της παρουσιάζονται αναιμικοί, η ανεργία επιμένει σε ποσοστά υψηλά (περί το 8%), με τον πληθωρισμό σταθερά χαμηλό, ο σχηματισμός κεφαλαίου- εξαιρουμένων των κατοικιών – κινείται σε επίπεδα κάτω του 15% του ΑΕΠ και η κατανάλωση έχει καθηλωθεί στο 55% του προϊόντος. Οι «επιδόσεις» αυτές είναι σύστοιχες με το πάγωμα των αμοιβών των εργαζομένων που έχει περιστείλει την κατανάλωση, με αποτέλεσμα η ασθενής γερμανική ανάπτυξη να βασίζεται στις εξαγωγές- και δη προς τις χώρες του ευρώ που δεν έχουν δυνατότητα να υποτιμήσουν το νόμισμά τους και να καταστήσουν ακριβά τα γερμανικά προϊόντα. Η Γερμανία ακολουθεί, με άλλα λόγια, την πολιτική των εμπορικών πλεονασμάτων που ανίχνευε ως επικίνδυνη ο Κέινςκαι μάλιστα πρωτίστως εναντίον των εταίρων της. Τα πλεονάσματα αυτά μεταφράζονται σε γερμανικές εξαγορές είτε σε δάνεια προς τις χώρες της ευρωζώνης. Χωρίς να υποβαθμίζουμε τις ευθύνες μας για την άφρονα δημοσιονομική διαχείριση στην Ελλάδα, σε έναν βαθμό το ελληνικό χρέος αντικρίζεται από το γερμανικό πλεόνασμα ελέω ευρώ.

Το ζήτημα δεν είναι ηθικής τάξεως, αφορά την οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος. Αν, καθώς οι ασθενέστερες χώρες επιβάλλουν λιτότητα, πορευτεί στον ίδιο δρόμο και η Γερμανία, όπου η κυβέρνηση εξήγγειλε περικοπές 80 δισ. ευρώ ως το 2014, δεν βλέπει κανείς από πού θα προέλθει η πολυπόθητη ανάπτυξη, ούτε πώς θα περιοριστούν τα γερμανικά πλεονάσματα που πνίγουν τους εταίρους του Βερολίνου. Ο κ. Τρισέ εκτίμησε, βέβαια, ότι η άνοδος θα προέλθει από την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών. Η εμπιστοσύνη, όμως, βασίζεται στις προσδοκίες για το μέλλον που είναι όλως αβέβαιες- σε αντίθεση με την ποσότητα του χρήματος, η αύξηση της οποίας ανήκει στην κρατική αρμοδιότητα και θα έδινε αναπτυξιακή ώθηση. Οπως πάει η Ευρώπη, ώσπου να πειστούν οι αγορές θα έχει βγει η ψυχή των Ευρωπαίων…