Επί πρωθυπουργίας του κ. Κ. Σημίτη (αλλά και έπειτα απ΄ αυτήν) είχα συχνά την εντύπωση μιας «αγιογραφικής» αποτίμησής του από μερίδα του πολιτικού σχολιασμού- όχι μόνο δημοσιογραφικού. Κοντά στην αναμφισβήτητη διαχειριστική επιμέλεια του πρώην πρωθυπουργού και στο χαμηλό προφίλ του προσωπικού βίου του προβαλλόταν και μια εικόνα υποτιθέμενης καθολικής ρήξης με τα πράγματα, ενδεικτική έκφραση της οποίας ήταν ότι ο κ. Σημίτης ενδιαφερόταν αποκλειστικά για την υστεροφημία του και όχι για την πολιτική του επιβίωση.

Αυτού του είδους η αποτύπωση μου φαινόταν ανέκαθεν παράδοξη. Οχι εξαιτίας των πολιτικών επιλογών του κ. Σημίτη, ούτε επειδή αμφισβητούσα τις ικανότητες ή την τιμιότητά του. Αλλωστε κάθε πρωθυπουργός αποτιμάται συνήθως από τη σύγκρισή με τον διάδοχό του- και η πολιτεία του κ. Κ. Καραμανλή στην ηγεσία της χώρας απέδειξε με το παραπάνω ότι ο κ. Σημίτης ήταν καλός πρωθυπουργός.

Η διαφωνία μου εστιαζόταν στο ότι οι «αγιογραφικές» προσεγγίσεις παραγνωρίζουν ορισμένα αμείλικτα δεδομένα της πολιτικής ζωής, που ένας πρόεδρος κόμματος και πρωθυπουργός δεν μπορεί να αντιπαρέλθει, όσο ισχυρή και αν είναι η εξυγιαντική του πρόθεση. Ανάμεσα σε αυτά είναι η τήρηση ισορροπιών στο κόμμα- που περιλαμβάνει και τη διανομή «ανταμοιβών» επί κρατικών θέσεων στα στελέχη του-, η χρηματοδότηση του κόμματος υπό το βάρος τού ότι η εκλογική νίκη εξαρτάται από τη μεγιστοποίηση της προεκλογικής δαπάνης κ.ο.κ. Η αναγνώριση ότι αυτές οι παράμετροι υφίστανται δεν αποτελεί κυνική παραδοχή τους, αλλά ρεαλιστική καταγραφή των συνθηκών υπό τις οποίες πράγματι ασκείται η πολιτική. Ακόμη και αν ένας πρωθυπουργός επιθυμούσε να μεταμορφώσει τα πράγματα, δεν θα μπορούσε να το κάνει εξ εφόδου παρά μόνο αν αποδεχόταν την προοπτική της εκλογικής ήττας- πράγμα αντίθετο προς τον ρόλο του. Αν υιοθετήσει κανείς αυτή τη βάση ως αφετηρία συλλογισμού, συνειδητοποιεί ότι από έναν καλό και έντιμο πρωθυπουργό δεν περιμένουμε τελικώς διαχειριστική παρθενία και ηθική στάση αναχωρητού (αν και μετά τα δείγματα γραφής ορισμένων μοναχών ο αναχωρητισμός μάλλον έχει χάσει το νόημά του), αλλά ικανότητα στην πολιτική διαχείριση και βελτιωτικά βήματα στο δημόσιο ήθος. Οποτε αυτά συντρέχουν, η αποτίμηση είναι θετική, ακόμη και αν είναι εύλογο να υποθέσει κανείς πως ο-καλός- πρωθυπουργός δεν παύει να αντιλαμβάνεται ορισμένα και να υποπτεύεται άλλα τόσα απ΄ όσα παράτυπα ή και… χειρότερα συμβαίνουν γύρω του.

Σήμερα, που η χώρα βρίσκεται σε αγωνιώδη οικονομική περιδίνηση, θα ήταν, πιστεύω, επικίνδυνο λάθος να υποκατασταθεί η σύγκριση του έργου των πρωθυπουργών από τις «απογραφές» διεφθαρμένων στον περίγυρό τους. Οχι επειδή αυτό θα αδικούσε τον κ. Σημίτη· αλλά επειδή θα μας οδηγούσε σε εσφαλμένη αντίληψη για τα αίτια της ελληνικής κρίσης, τα οποία, όπως δείχνουν οι αριθμοί, εστιάζονται πολύ περισσότερο στην ανικανότητα παρά στην κλοπή – και ας αθροίζονται τα κλοπιμαία σε ουκ ολίγα ακίνητα και καταθέσεις.