Αναμφίβολα, η πολιτεία θα εξακολουθήσει να κρατά για τον εαυτό της την κύρωση των πτυχίων ως δυνατότητα άσκησης επαγγέλματος, μέσω του ΑΣΕΠ, χωρίς «μεταβατικά» να αγνοεί τις «συμβάσεις» εκείνες που μπορούν «ρουσφετολογικά» να το υπερφαλαγγίζουν. Η δημόσια εκπαίδευση και οι ποικίλες μορφές της ιδιωτικής θα συνεχίσουν να λειτουργούν ως προνομιακός χώρος απορρόφησης των πτυχιούχων των «Φιλοσοφικών Σχολών». Εστω κι αν έχουν περιορισθεί αυτές οι δυνατότητες, οι εργασιακές τους συνθήκες παραμένουν ελκτικές. Κι αφού ο αριθμός των εισακτέων τους δεν αναμένεται να μειωθεί (ξεπερνάει τους 1.700 ανά έτος), θα ήταν μάλλον οργανωτική προχειρότητα η απεμπόληση ενός τέτοιου δικαιώματος εργασίας.

Επιπλέον, αφού στο προσεχές μέλλον δεν διαφαίνεται μάλλον ριζική αναδιάρθρωση των «φιλολογικών» ειδικοτήτων στη Μέση Εκπαίδευση και η περιστολή ή η κατάτμηση των δραστηριοτήτων του «παμφιλόλογου», είναι διπλά ακατανόητη μια τέτοια εκχώρηση. Ισως θα μπορούσε να προκριθεί από τώρα ο έλεγχος της καταλληλότητας των αποφοίτων ως υποψηφίων εκπαιδευτικών εντός των Τμημάτων ή της «Παιδαγωγικής Σχολής» εντός του Πανεπιστημίου και πάντως όχι έξω από αυτό. Μόνο που η προετοιμασία αυτή δεν αποτελεί μια μαθηματοκεντρική υπόθεση. Αντίθετα, αφορά πρωτίστως ζητήματα μεθόδου, εννοιολογικών αρμών και οικείας θεωρίας, τρόπους διατύπωσης προβλημάτων και εκδίπλωσης επιχειρημάτων σε έναν υπαρκτό και όχι παρωχημένο κόσμο. Για τούτο η τυχόν «εγγραμματοσύνη» ή «επάρκεια» σημαίνει πριν από όλα ιστορική και πολιτική νοημοσύνη και όχι τεχνικές απομνημόνευσης και πνεύμα τυπολατρίας.

Για την ώρα η κοινή «επετηρίδα» (ΠΕ2) των πτυχιούχων των τριών Τμημάτων των «Φιλοσοφικών Σχολών», ανεξάρτητα ή και σε συναλληλία με τη ρύθμιση της προηγούμενης παραγράφου, θα μπορούσε να κατοχυρωθεί ευκρινέστερα. Γιατί τάχα; Τώρα που μας φοβερίζει το Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (με την απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2008) και η ελληνική κυβέρνηση ενδίδει, απαιτείται- πέρα από την ευκταία πανευρωπαϊκή κινηματική πρακτικήαμυντική θωράκιση. Απλούστερα, αν αφήσεις χαλαρό ως διάτρητο το πεδίο των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων, τότε ευκολότερα θα διεισδύει ο κάθε «κολεγιόπαις» και θα τους παραγκωνίζει.

Διαβάζω στο σχέδιο νόμου για την «αναβάθμιση του ρόλου του εκπαιδευτικού» και την «καθιέρωση κανόνων αξιολόγησης και αξιοκρατίας

στην Εκπαίδευση» ότι για την «κάλυψη θέσεων και λειτουργικών αναγκών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης» διενεργείται κάθε δύο χρόνια διαγωνισμός από το ΑΣΕΠ. Σε αυτή τη διαδικασία γίνονται δεκτοί όσοι διαθέτουν τα «ειδικά τυπικά προσόντα διορισμού» καθώς και «πιστοποιημένη παιδαγωγική και διδακτική επάρκεια». Ειδικότερα, αυτή πιστοποιείται- μεταξύ άλλων- με την «κατοχή πτυχίου παιδαγωγικών τμημάτων ΑΕΙ» (η διατύπωση αυτή υπονοεί αποκλειστικά την «πρωτοβάθμια» εκπαίδευση), με την «κατοχή πτυχίου τμήματος ΑΕΙ, το πρόγραμμα σπουδών του οποίου εξασφαλίζει την προς τούτο αναγκαία θεωρητική κατάρτιση και πρακτική εξάσκηση» και με «βεβαίωση περί επιτυχούς παρακολούθησης ειδικού προγράμματος σπουδών τουλάχιστον εξαμηνιαίας διάρκειας». Με βάση τα νοούμενα και τα υπονοούμενα του νομοθέτη (που δεν έπρεπε να εμφανισθεί ότι διαθέτει λειψό «Μέντορα») μπορεί κανείς να υποθέσει ότι καταφθάνουν «πακέτα»-«δράσεις» για την πιστοποίηση αυτής της «επάρκειας» και η υπερκέραση της εδραιωμένης αρμοδιότητας των Τμημάτων να αποφασίζουν μέσω των γενικών τους συνελεύσεων για το πρόγραμμα σπουδών. Γι΄ αυτό από τα υπάρχοντα Τμήματα, που δεν τα μνημονεύει για να τα εξαιρέσει το σχέδιο νόμου, είναι χρήσιμο, έστω και την τελευταία ώρα, να προβληθεί η «ταυτότητά» τους. Λαμβάνω ως παράδειγμα το Τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (το οποίο, ωστόσο, ο Ν. 2525/1997, άρθρο 6, 4, είχε στην ίδια θέση με τα «Παιδαγωγικά Τμήματα», των οποίων οι πτυχιούχοι αυτονόητα κατέχουν την «Παιδαγωγική και Διδακτική Επάρκεια»).

Ο απόφοιτος που παρακολούθησε την Παιδαγωγική κατεύθυνση θα έχει συγκεντρώσει minimum 60 διδακτικές μονάδες και 75 maximum από μαθήματα αποκλειστικά του Τομέα Παιδαγωγικής. Δηλαδή, όχι μόνον ενός εξαμήνου αλλά τεσσάρων. Αντίστοιχα, ο απόφοιτος του ίδιου Τμήματος που ακολούθησε Φιλοσοφική κατεύθυνση θα έχει παρακολουθήσει επιτυχώς υποχρεωτικά και κατ΄ επιλογήν μαθήματα Παιδαγωγικής, δύο περίπου εξαμήνων, χωρίς να συνυπολογισθούν τα μαθήματα Ψυχολογίας. Συμπερασματικά, χωρίς αυτή τη στιγμή να σταθώ σε Τμήματα πρώτης ή τρίτης διαλογής, επιβάλλεται ο υπό ψήφιση νόμος ως προς τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση να εξαιρέσει από την «πιστοποίηση» της «παιδαγωγικής και διδακτικής επάρκειας» τους κατόχους πτυχίου του Τμήματος ΦΠΨ και των τριών του κατευθύνσεων.

Ο κ. Παναγιώτης Νούτσος είναι καθηγητής της Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.