Δεν χρειάζεται να εμφορείται κανείς από τα ιδεώδη της κοινωνικής αλληλεγγύης για να αντιληφθεί ότι το πρόγραμμα… εξοντωτικής διάσωσης της χώρας από την Ευρώπη και το ΔΝΤ είναι και ισοπεδωτικό και ανακόλουθο. Μόλις την περασμένη εβδομάδα ο Βίλεμ Μπούιτερ, επικεφαλής οικονομολόγος της Citibank, σημείωνε ότι η στήριξη προς την Ελλάδα όφειλε να είναι περισσότερο γενναιόδωρη προκειμένου να αποφευχθεί μετά βεβαιότητος η παύση πληρωμών της χώρας- αλλιώς, είπε, θα χρειαστεί «κούρεμα» των οφειλών του Δημοσίου.

Η «γενναιοδωρία» εκπληρώθηκε εν μέρει ως προς το συνολικό ύψος των δανείων στήριξης που προβλέπονται περί τα 110 δισ. αντί των αρχικών 45 δισ., όχι όμως ως προς τις απώλειες εισοδήματος που επιβάλλονται σε αντάλλαγμα: οι περικοπές είναι τόσο δριμείες ώστε, ακόμη και αν αδιαφορεί κανείς για τις κοινωνικές επιπτώσεις τους, εξακολουθεί να απορεί τι περιθώριο αφήνουν για επάνοδο της ιδιωτικής οικονομίας σε αναπτυξιακή τροχιά. Οι διασώστες μας κρατούν φραγγέλιο τιμωρού- και μάλιστα ανακόλουθο: αξιώνουν μειώσεις μισθών για να επέλθει πτώση των τιμών, ενώ την ίδια ώρα επιτάσσουν νέες αυξήσεις των εμμέσων φόρων που λειτουργούν πληθωριστικά.

Προ αυτών μπαίνει κανείς στον πειρασμό να σκεφθεί μήπως θα ήταν προτιμότερη η «επαναδιαπραγμάτευση του χρέους» που ζητεί η Αριστερά. Αφού και ο Μπούιτερ μιλάει για κούρεμα, ας το ζητήσουμε ευθέως. Το μόνο κακό είναι ότι η Αριστερά δεν μας εξηγεί καθόλου τι σημαίνει αυτό στην πράξη. Τι επιπτώσεις θα είχε στην οικονομία, στη λειτουργία των τραπεζών, στις καταθέσεις του κόσμου, στη δυνατότητα εισαγωγών προϊόντων. Θα πηγαίναμε άνετοι να πούμε «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» και θα βρίσκαμε πάραυτα πιστωτές πρόθυμους να χάσουν μέρος των χρημάτων τουςή θα πάγωνε κάθε δανεισμός της χώρας, θα κατέρρεαν οι τράπεζες, θα αποχαιρετούσαμε το ευρώ και θα επιβάλλονταν τελικώς, έπειτα από περίοδο τεράστιας αναταραχής, περικοπές τρίδιπλες από τις σημερινές;

Δεν έχω την απάντηση, υποψιάζομαι όμως ότι, για να αποφεύγει η Αριστερά κάθε σχετική εξειδίκευση, το σενάριο θα πλησίαζε προς τη δεύτερη εκδοχή- την αιματηρή. Η «επαναδιαπραγμάτευση» δεν είναι παρά μια πολιτική παρ΄ όλο που εκτοξεύεται αδάπανα. Αδάπανα, βεβαίως, έλεγε και ο νυν πρωθυπουργός ότι υπάρχουν χρήματα όταν διεκδικούσε την εξουσία, αδάπανα και ο πρώην απέκρυπτε το μέγεθος της κατάρρευσης και βεβαίωνε ότι αρκούσε πάγωμα μισθών για να έρθει το έλλειμμα σε ισάδα. Και, φυσικά, δωρεάν παραινούσε η ίδια η Αριστερά να αφεθούν οι τράπεζες στην τύχη τους το φθινόπωρο του 2008 ασπαζόμενη την εικονική πραγματικότητα ότι δήθεν δεν θα κινδύνευαν οι καταθέσεις ή ότι όσοι έχουν είναι δικαίως για λεπίδι.

Μόνο που ο δωρεάν πολιτικός- και κατ΄ επέκταση δημόσιος- λόγος τελικώς πληρώνεται- και, όπως βλέπουμε, πληρώνεται άγρια. Οι αρωγοί εξ Εσπερίας μάς επιβάλλουν τώρα μαρτύριο όχι μόνο για την οικονομική αλλά και για την πολιτική μας χρεοκοπία που προηγήθηκε κατά πολύ.