Προ ετών είχα αναζητήσει σε αμερικανική ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια στοιχεία για την Πρωτομαγιά. Το σχετικό λήμμα ήταν διαφωτιστικό: «Το έθιμο του εορτασμού της Πρωτομαγιάς ανατρέχει σε αρχαίες ανοιξιάτικες παραδόσεις, συνδεόμενες με τη γονιμότητα και τις καλλιέργειες (…)». Ούτε απεργίες ούτε δίκιο του εργάτη. Ευχάριστη γονιμότητα. Ψέματα. Στο τέλος υπήρχε μία σημείωση: «Η Πρωτομαγιά ορίστηκε εργατική εορτή από τη Δεύτερη Σοσιαλιστική Διεθνή το 1889 και από τότε εορτάζεται από συνδικάτα και πολιτικά κόμματα της Αριστεράς. Ως Διεθνής Ημέρα των Εργαζομένων είναι επίσημη αργία σε πολλές χώρες». Το ότι η επιλογή της Δεύτερης Διεθνούς δεν προήλθε από τυχαία έμπνευση αλλά συνδεόταν με τις διαδηλώσεις και απεργίες σε πόλεις των ΗΠΑ για την καθιέρωση της οκτάωρης εργασίας την 1η Μαΐου 1886 και με την αιματηρή καταστολή συγκέντρωσης στην πλατεία Χεϊμάρκετ του Σικάγου τρεις ημέρες αργότερα η εγκυκλοπαίδεια το παρέλειπε ως αδιάφορο. Παρ΄ ότι το Σικάγο είναι στις ΗΠΑ και η εγκυκλοπαίδεια ήταν αμερικανική. Ή επειδή ήταν.

Ισον: επ΄ αφορμή της αυριανής Πρωτομαγιάς και των δεινών που επίκεινται για όλους μας, δεν βλάπτει να θυμόμαστε ότι μεγάλες λαϊκές κατακτήσεις και πρόοδοι θεσπίστηκαν μεν από κοινοβούλια ή και από δικτάτορες, αυτό όμως έγινε υπό την πίεση διαδηλώσεων, απεργιών- ή και συρράξεων. Οπως είπε η κυρία Παπαρήγα κατά την αποχώρηση των βουλευτών του ΚΚΕ από τη συζήτηση για το νομοσχέδιο περί εργασιακών σχέσεων, ο αγώνας κρίνεται και αλλού.

Μόνο που η ηγέτιδα του ελληνικού κομμουνισμού παρέλειψε το «και»- και διέγραψε τη Βουλή. Μόνον «αλλού» κρίνεται ο αγώνας. Οχι στις κάλπες, ούτε στα κοινοβούλια. Δεν είναι παράξενο. Οι παρατάξεις αυτές, όταν ήταν «υπαρκτές» εξουσίες, δεν καταλάβαιναν προς τι όλη αυτή η φασαρία των εκλογών. (Αντιλαμβάνονταν όμως πλήρως προς τι τα γκουλάγκ.)

Για άλλους ωστόσο πολίτες, ανάλογη αξία με τα εργασιακά δικαιώματα έχει η δημοκρατική διακυβέρνηση, επίσης κατακτημένη με αγώνες και αίμα. Οταν μια μικρή μειοψηφία επιχειρεί να την παραλύσει, το σημειώνουν- και εγκρίνουν την προσήκουσα αντίδραση. Παρά την πίστη τους στο μήνυμα του Σικάγου, προβληματίζονται σφόδρα όταν οργανωμένες ομάδες γκρεμίζουν τον εθνικό τουρισμό κρατώντας ομήρους τους επιβάτες κρουαζιεροπλοίων ή αποκλείοντας την πρόσβαση των εργαζομένων σε επιχειρήσεις και υπουργεία όπου κανένας δεν απεργεί.

Οι πολίτες αυτοί φρονούν, με άλλα λόγια, ότι η δημοκρατία τους, με όλα της τα ελαττώματα, διατηρεί αξία, μια που δεν διαφαίνεται τίποτε καλύτερο. Και φοβούνται πολύ όποτε κάποιος, κομμουνιστής ή συνταγματάρχης, θέλει να μεταφέρει τον αγώνα αποκλειστικώς «αλλού».