Η ΚΡΙΣΗ έχει εγκλωβίσει τη δημόσια συζήτηση στο θέμα του ΔΝΤ, της ευρωζώνης, των δημοσιονομικών. Ομως η υπέρβασή της απαιτεί μια γιγαντιαία προσπάθεια που ξεπερνά τις οικονομικές σχέσεις και,επίσης,συμπλέκεται με
τη δυναμική των παγκόσμιων σχέσεων. Μέσα σε έξι σημεία θα αναφερθώ στα ρίσκα που διαγράφονται, στις σημαντικές αλλαγές που κρίνουν σήμερα τη διεθνή ανάπτυξη και στο τι σημαίνει σήμερα μάχη για υπέρβαση της κρίσης.
Σημείο 1: Θεωρώ ότι σήμερα δεν ζούμε παρά κάποια αρχική φάση μιας μακρύτερης περιόδου παγκόσμιας κρίσης, με πολλές ακόμα απρόβλεπτες και πρωτόγνωρες εξελίξεις. Π.χ., σε μία μόνο διετία το δημόσιο χρέος σε ΕΕ και ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 20% του ΑΕΠ, σηματοδοτώντας μια τεράστια ανατροπή. Επίσης, η διεθνής ανάκαμψη είναι ακόμα εύθραυστη και κινδυνεύει να πληγεί από διάφορες «φούσκες» (φούσκα ακινήτων στην Κίνα, κερδοσκοπία στο πετρέλαιο και στις πρώτες ύλες), ενώ έχουν οξυνθεί τα ρίσκα από τη μεγάλη αύξηση της παγκόσμιας ρευστότητας που δημιούργησαν κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες στη διετία αυτή.

Σημείο 2: Η «ανάπτυξή» μας, στην οποία επικεντρώνονται όλες οι τοποθετήσεις ως από μηχανής θεό, έχει υπονομευθεί καίρια από την κολοσσιαία διόγκωση του χρέους μας και την επιδείνωση της ανταγωνιστικότητάς μας. Καμία σοβαρή συμμετοχή στην πιθανή παγκόσμια ανάκαμψη δεν θα έχουμε με το σημερινό επίπεδο ανταγωνιστικότητας. Γι΄ αυτό η επιστροφή σε αναπτυξιακή τροχιά δεν είναι απλώς θέμα δημοσιονομικής προσαρμογής ή κεϊνσιανών πολιτικών. Στις τελευταίες δεκαετίες η παγκόσμια ανάπτυξη προχώρησε μέσα από τεράστιες αλλαγές, που σταδιακά μεταμόρφωσαν τα εθνικά παραγωγικά τοπία. Αντίθετα, η Ελλάδα ακολούθησε (για άλλη μία φορά στη μεταπολεμική ιστορία της) τον δρόμο της «εύκολης ανάπτυξης», χωρίς σοβαρούς μετασχηματισμούς στο παραγωγικό σύστημα ή στους θεσμούς της. Δίπλα στην παραγωγική Ελλάδα κυριάρχησαν η κουλτούρα των ελλειμμάτων, της παραοικονομίας, η καταστροφική κρατική γραφειοκρατία, ο διεφθαρμένος πλουτισμός, η εκμετάλλευση των μεταναστών. Οταν το πολύ χρήμα προκύπτει έξω από κανόνες αποτελεσματικότητας ή νομιμότητας, δεν υπάρχει καμία πίεση για δημιουργία βαθύτερων αναπτυξιακών δομών.

Σημείο 3: Ωστόσο το μέγεθος της αναγκαίας δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας κάνει απόλυτα ζωτική την έμφαση στην αναπτυξιακή διαδικασία, αφού όμως ορίσουμε πώς δημιουργείται ανάπτυξη σήμερα. Ανάπτυξη με νέα ελλείμματα οδηγεί στο μηδέν με κεφαλαία. Οδηγεί στον απελπισμένο δρόμο των μεγαλύτερων ελλειμμάτων, της υπερχρέωσης, της εξοντωτικής πληρωμής τόκων, του αναπτυξιακού τέλματος. Αντίθετα, ανάπτυξη μπορεί να επιτευχθεί με ενίσχυση της παραγωγικότητας οριζόντια σε όλη την οικονομία και οικονομικό εξορθολογισμό των αναρίθμητων παραλογισμών που έχουν επιβάλει ισχυρά επί μέρους συμφέροντα. Ανάπτυξη σημαίνει εκτεταμένη και επίπονη προσπάθεια σε χιλιάδες μικροεπίπεδα (στις επιχειρήσεις, τους θεσμούς, το κράτος, τις αντιλήψεις). Σημαίνει και διαφορετική φύση επενδυτικών επιλογών. Είναι όλα αυτά μαζί που μας χωρίζουν από τις αναπτυγμένες κοινωνίες και όχι η ποσοστιαία διαφορά στο επίπεδο του ΑΕΠ. Είναι όλα αυτά μαζί, και μόνο αυτά, που σε φάση περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής μπορεί να κάνουν αποτελεσματική τη μάχη με την κρίση. Πολλά από αυτά δεν απαιτούν πόρους, απαιτούν όμως καθαρούς στόχους και ανα-ιεράρχηση επιλογών. Πολλά από αυτά δεν είναι καν θέματα μιας κυβέρνησης. Είναι θέματα συλλογικά.

Σημείο 4: Πρέπει να σχεδιάσουμε το μέλλον μας με την επώδυνη παραδοχή ότι πιθανότατα θα περάσουμε σε έναν μακρύ κύκλο στασιμότητας ή αρνητικής αναπτυξιακής δυναμικής (απο-ανάπτυξη). Αυτό σημαίνει ανατροπή μιας ολόκληρης κουλτούρας. Ο εκρηκτικός συνδυασμός των δικών μας και των παγκόσμιων προβλημάτων (κλιματική αλλαγή, ενεργειακή κρίση, αποσταθεροποιητικές διεθνείς χρηματοοικονομικές αγορές), η μεγάλη διάρκεια που απαιτούν διαρθρωτικές αλλαγές και οι κοινωνικές αντιδράσεις που συνοδεύουν τέτοιες ανατροπές, δημιουργούν ένα νέο τοπίο πολιτικής. Η απο-ανάπτυξη, σε συνδυασμό με διαρθρωτικές τομές, κάνει τα προβλήματα του πολιτικού μάνατζμεντ εξαιρετικά πολύπλοκα, ενώ απαιτεί τολμηρές πολιτικές και ένα κοινωνικό περιβάλλον που θα κατανοεί τα ζητήματα και θα διεκδικεί ενεργητικό ρόλο.

Σημείο 5: Ευρύτερες κοινωνικές κατηγορίες, οπωσδήποτε ανάμεσα στα πιο εύπορα, αλλά και ανάμεσα στα μεσαία ή και χαμηλότερα στρώματα, δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ να επιτελέσουν στοιχειωδώς τις λειτουργίες που απαιτεί η οικονομική και κοινωνική δημοκρατία. Οι συνέπειες σωρεύονται στον χρόνο και ξεσπούν μια δεδομένη στιγμή, όταν η συγκυρία φέρνει τον συνολικό λογαριασμό στην επιφάνεια. Μπορεί αυτό να αλλάξει; Είναι μια από τις πιο θεμελιακές απαντήσεις.

Σημείο 6: Στην πορεία που έχουμε, ο εξωτερικός δανεισμός, αν και εξαιρετικά κρίσιμος, θα παίξει συμπληρωματικό ρόλο. Οι δικές μας επιλογές και αντιλήψεις θα καθορίσουν τι τομές θα κάνουμε, πώς θα χρησιμοποιήσουμε τους πόρους αυτούς και αν το μέλλον μας θα είναι προς τα πάνω. Είμαστε σε θέση να εγκαταλείψουμε στερεότυπα, ιδεοληψίες, ψευδολογία, ψευδαισθήσεις, θεατρινισμούς και να εργαστούμε με αυτοπεποίθηση και με εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μας, με στόχους και αποφασιστικότητα; Μπορούμε να συνδυάσουμε ανα-ιεραρχήσεις πολιτικών, αναπτυξιακές μεταρρυθμίσεις και να προχωρήσουμε με πρακτικές που θα μας βγάλουν από τη φάκα; Στην ιστορία μας ζήσαμε φάσεις με άλματα. Ατυχώς, στη φάση αυτή έχουμε πάλι κάνει άλμα, αλλά δεν καταλάβαμε την κατεύθυνση. Το επόμενο άλμα είναι μια ευκαιρία.

Ο κ. Τάσος Γιαννίτσης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, πρώην υπουργός.