Η νέα συμφωνία SΤΑRΤ (για τη μείωση των πυρηνικών όπλων ΗΠΑ και Ρωσίας) που υπεγράφη προ δύο εβδομάδων από τους προέδρους Ντμίτρι Μεντβέντεφ και Μπαράκ Ομπάμα αποτελεί ένα ιστορικό επίτευγμα και μπορεί να εμπνεύσει για περαιτέρω πρόοδο στον έλεγχο των εξοπλισμών παγκοσμίως. Αλλά την ίδια ώρα οφείλουμε να είμαστε πιο έτοιμοι από ποτέ για να αμυνθούμε, μια διαπίστωση λιγότερο ενθαρρυντική.

Η διάδοση των όπλων μαζικής καταστροφής και τα μέσα παραγωγής τους απειλούν τόσο τους συμμάχους του ΝΑΤΟ όσο και τη Ρωσία. Μια ματιά στις σύγχρονες τάσεις δείχνει ότι περισσότερες από 30 χώρες έχουν πυραυλικά συστήματα ή βρίσκονται στη διαδικασία ανάπτυξής τους. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτοί οι πύραυλοι θα μπορούσαν να απειλήσουν περιοχές και πληθυσμούς της Ευρώπης.

Το Ιράν είναι χαρακτηριστική περίπτωση. Εχει υπογράψει τη Συνθήκη Μη Διάδοσης των Πυρηνικών αλλά αναπτύσσει ένα πυρηνικό πρόγραμμα που ισχυρίζεται ότι είναι μόνο για ειρηνικούς σκοπούς. Αλλά έχει προχωρήσει πολύ πιο μακριά απ΄ όσο είναι απαραίτητο για ένα καθαρά ειρηνικό πρόγραμμα.

Επίσης το Ιράν διαθέτει ένα εκτεταμένο πρόγραμμα ανάπτυξης πυραύλων. Ιρανοί αξιωματούχοι έχουν διακηρύξει ότι το βεληνεκές των τροποποιημένων πυραύλων τους Shahab-3 φθάνει τα 2.000 χιλιόμετρα, θέτοντας χώρες της Συμμαχίας όπως είναι η Τουρκία, η Ελλάδα, η Ρουμανία και η Βουλγαρία εντός στόχου.

Τον προηγούμενο Φεβρουάριο το Ιράν παρουσίασε τον εκτοξευτήρα SΑFΙR-2. Πρόκειται για σημαντικό στάδιο της διαδικασίας ανάπτυξης πυραύλων μέσου βεληνεκούς και διηπειρωτικών. Αν ολοκληρώσει την ανάπτυξη των πυραύλων αυτών, ολόκληρη η Ευρώπη- και η Ρωσία- θα βρεθούν εντός στόχου.

Οσοι κατασκευάζουν πυρηνικά πρέπει να γνωρίζουν ότι οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ είναι αταλάντευτοι στη δέσμευσή τους για συλλογική άμυνα, συμπεριλαμβανομένων των πυρηνικών αντιποίνων. Αντιμέτωποι με τη διάδοση της πυρηνικής τεχνολογίας, με απρόβλεπτα καθεστώτα και απρόβλεπτους ηγέτες, το χρωστούμε στους λαούς μας να τελειοποιήσουμε τις αποτρεπτικές μας δυνατότητες με αποτελεσματικά αντιπυραυλικά συστήματα.

Ενα πραγματικά κοινό ευρωατλαντικό σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας θα επεδείκνυε τη συλλογική βούληση του ΝΑΤΟ, όχι μόνο να αμυνθεί εναντίον των νέων απειλών τού σήμερα και του αύριο, αλλά και να στείλει ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι δεν υπάρχει τίποτε να κερδίσει κάποιος από την απόκτηση πυραύλων. Γίνεται πολλή συζήτηση αυτές τις ημέρες για το σχήμα της ευρωατλαντικής ασφάλειας. Η Ρωσία, ειδικό τερα, έχει επικεντρωθεί σε συνθήκες, διασκέψεις και πολιτικούς διακανονισμούς.

Ας το ξεκαθαρίσουμε: όλα αυτά μπορούν να είναι χρήσιμα και σημαντικά. ΝΑΤΟ και Ρωσία πρέπει να μιλήσουμε. Πρέπει να αναζητήσουμε κοινές πολιτικές προσεγγίσεις, για πολλές από τις οποίες συμφωνήσαμε στο παρελθόν και θα μπορούσαμε εύκολα να τις ασπαστούμε και πάλι. Αλλά ένα κοινό σχήμα ασφαλείας πρέπει να κινηθεί πέραν των λεπτομερειών. Πρέπει να οικοδομηθεί. Και η πυραυλική άμυνα είναι ένας ασφαλής τρόπος για να γίνει αυτό.

Υπ΄ αυτό το πρίσμα, η είδηση ότι οι ΗΠΑ και η Ρωσία συμφώνησαν για τη νέα SΤΑRΤ, βάσει της οποίας θα καταστραφούν σημαντικές ποσότητες των πυρηνικών οπλοστασίων των δύο χωρών, δίνει ένα καλό προηγούμενο. Αυτή η νέα συμφωνία καθιστά τον κόσμο ασφαλέστερο, και θα δώσει ώθηση στη συνεργασία με τη Ρωσία σε άλλα πεδία, ειδικότερα στις σχέσεις της με το ΝΑΤΟ. Από την ανάληψη των καθηκόντων μου το περασμένο καλοκαίρι, έχω αφιερώσει πολύ χρόνο και κόπο στην αναζωογόνηση της σχέσης μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας, επιτυγχάνοντας πρόοδο σε αρκετούς τομείς, συμπεριλαμβανομένης της κοινής αναθεώρησης των υφισταμένων απειλών και προκλήσεων. Αλλά είναι καιρός να κοιτάξουμε την πυραυλική άμυνα ως ακόμη μία ευκαιρία να μας ενώσει.

Χρειαζόμαστε ένα σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας που θα περιλαμβάνει όχι μόνον όλες τις χώρες του ΝΑΤΟ αλλά και τη Ρωσία. Οσο περισσότερο η πυραυλική άμυνα αντιμετωπίζεται ως μια κοινή ασπίδα ασφαλείας- που κατασκευάσαμε, υποστηρίξαμε και λειτουργούμε από κοινού-, τόσο περισσότερο οι άνθρωποι από το Βανκούβερ ως το Βλαδιβοστόκ θα ξέρουν ότι είναι μέλη μιας κοινότητας. Μια τέτοια ασπίδα θα συμβόλιζε πειστικά το ότι η Ρωσία είναι πλήρες μέλος της ευρωατλαντικής οικογένειας, που μοιράζεται τα κόστη και τις ωφέλειες. Γι΄ αυτούς τους λόγους, έφθασε η ώρα να κάνουμε ένα βήμα μπροστά. Χρειαζόμαστε μιαν απόφαση από τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ του Νοεμβρίου, ότι η αντιπυραυλική άμυνα αποτελεί αποστολή της Συμμαχίας και πως θα εξαντλήσουμε κάθε ευκαιρία για συνεργασία με τη Ρωσία.

Αλλά και η Ρωσία πρέπει να πάρει αποφάσεις. Να εκλάβει την αντιπυραυλική άμυνα ως ευκαιρία και όχι ως απειλή. Αν αυτό συμβεί, μπορούμε να προχωρήσουμε στη δημιουργία ενός συστήματος το οποίο όχι μόνο θα υπερασπίζεται την ευρωατλαντική κοινότητα αλλά και θα την ενώνει.

Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου έχει δώσει μια τεράστια ευκαιρία να επιτύχουμε τον στόχο μας για μια Ευρώπη ενιαία, ελεύθερη και ειρηνική. Δεν έχουμε φθάσει ακριβώς εκεί, αλλά πλησιάζουμε. Η αντιπυραυλική άμυνα μπορεί να αποτελέσει τμήμα αυτής της θετικής διεθνούς τάσης.

Ο κ. Αντερς Φογκ Ράσμουσεν είναι Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ.