Στο σημείωμα της Τετάρτης, η στήλη ανέτρεξε στις κοινοβουλευτικές συζητήσεις του μακρινού 1909, για να θυμίσει ότι η «ανάταξη» του Δημοσίου αποτελεί έκτοτε ανεκπλήρωτο αίτημα. Η εξυγίανση, υποστήριζα, είναι κάτι πολύ περισσότερο από ισοπεδωτικές μισθολογικές περικοπές, η δε εξαίρεση των δικαστών, των υπαλλήλων της Βουλής και των ενστόλων από τη μείωση των επιδομάτων περιορίζει την αισιοδοξία ότι θα επιχειρηθεί ουσιαστική ανασυγκρότηση.

Φίλος αναγνώστης, υπάλληλος της Βουλής, διαμαρτυρήθηκε. «Δεν είναι αλήθεια», είπε, «ότι εξαιρεθήκαμε από τις περικοπές, αντίθετα σε μας έφτασαν και στο 17%». Εδώ προσήκει, όντως, διευκρίνιση. Η διατύπωση της στήλης μπορούσε να αφήσει την εντύπωση ότι οι υπάλληλοι της Βουλής δεν υπέστησαν καμία απώλεια. Αυτό δεν αληθεύει, δεν είναι όμως αυτό που εννοούσα. Εννοούσα ότι εξαιρέθηκαν από τη γενική μείωση επιδομάτων, από την οποία επλήγη ο όγκος των δημοσίων υπαλλήλων, η… plebs.

Συγκεκριμένα, με τον νόμο 3833 του Μαρτίου μειώθηκαν κατά 12% όλα τα επιδόματα των δημοσίων υπαλλήλων πλην των οικογενειακών και κατά 30% τα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα και το επίδομα αδείας- κοντά ένα μηνιάτικο μείον μόνο από την περικοπή του 13ου και 14ου μισθού. Οι υπάλληλοι της Βουλής, ενώ η αιτιολογική έκθεση έλεγε ρητά ότι περιλαμβάνονταν, εξαιρέθηκαν από τον νόμο. Η μείωση των δικών τους αποδοχών έγινε με απόφαση του Προέδρου της Βουλής που περιόρισε κατά 12% ειδικώς δύο επιδόματα- το υπερωριών και το έκτακτης αποζημίωσης (στο τελευταίο η μείωση έφθανε στο 17% αν ξεπερνούσε τα 1.000 ευρώ τον μήνα). Τα δώρα δεν εθίγησαν, ούτε το επίδομα αδείας, ούτε οι 16 μισθοί (αντί 14), που πάντως προβλέπεται να φορολογηθούν.

«Με ποια λογική γίνεται αυτή η διάκριση;» είπε έτερος αναγνώστης, διευθυντής υπουργείου, θιγόμενος σε… πλήρη έκταση. «Εργάζονται περισσότερο όλοι οι υπάλληλοι της Βουλής ή όλοι οι στρατιωτικοί από έναν υπεύθυνο υπάλληλο υπουργείου; Οχι. Απλώς η πελατειακή στρέβλωση στο Δημόσιο εκφράζεται τόσο στο εσωτερικό κάθε υπηρεσίας όσο και στην άνιση μεταχείριση των υπηρεσιών μεταξύ τους».

Εκφράζεται, θα πρόσθετα, και στις δημόσιες επιχειρήσεις- και εκείνες που απασχολούν δημοσιογράφους. Σε όλες δε τις περιπτώσεις η προνομιακή μεταχείριση είναι σύστοιχη με την πολιτική επιρροή του προσωπικού: σ΄ αυτό το επίπεδο οι εργαζόμενοι στη Βουλή έχουν εμφανές προβάδισμα. Οπως άλλωστε ο ίδιος ο φίλος κοινοβουλευτικός υπάλληλος υπολογίζει, περισσότεροι από 300 συνάδελφοί του είναι άφαντοι, απλώς μισθοδοτούνται- επί ζημία των πράγματι εργαζόμενων.

Επιστρέφουμε έτσι, όμως, στο επί έναν αιώνα ζητούμενο. Ενα σοβαρό κράτος δεν διακρίνει a priori τους υπαλλήλους της Βουλής του από τα στελέχη των υπουργείων του- διαφοροποιεί τις αμοιβές κατά θέση, προσόντα και απόδοση με τρόπο ανάλογο παντού. Ανταμείβει την εργασία, όχι τις πολιτικές σχέσεις. Ποιος αισιοδοξεί ότι θα επιδιωχθεί κάτι τέτοιο; Η στήλη όχι, το είπε. Μάλλον όμως ούτε ο φίλος υπάλληλος της Βουλής…